Επικίνδυνο για τη Δημοκρατία το παιχνίδι με την ασφάλεια των επικοινωνιών

Του Γιώργου Κοντογιάννη

Στη χθεσινή ομιλία τους τα Λάρισα ο κ. Μητσοτάκης με αφορμή την διαρροή των Wikileaks έθεσε ένα ζήτημα, το οποίο μέσα στη χθεσινή αναταραχή μπορεί να φάνηκε ως δευτερεύον αλλά είναι βασικότατο και αφορά το σύνολο του πολιτικού κόσμου και όχι μόνο.

Είναι δεδομένο πλέον ότι οι διάλογοι που διέρρευσαν στα wilileaks μεταξύ Τόμσεν και Βελκουλέσκου, είναι αυθεντικοί. Μάλιστα το ΔΝΤ δεν μπήκε καν στον κόπο να τους διαψεύσει για… τα μάτια του κόσμου.

Το ερώτημα όμως που προκύπτει είναι πώς προέκυψαν αυτοί οι διάλογοι. Πώς κατεγράφησαν; Και φυσικά πώς έφτασαν και για ποιο σκοπό στα χέρια των wikileaks;

Όλοι γνωρίζουμε ότι οι συναντήσεις των εκπροσώπων του κουαρτέτου γίνονται στο ξενοδοχείο Hilton, επειδή οι υπουργοί της Αριστερής κυβέρνησής μας, αν δεν το καταλάβατε, έχουν διώξει τους δανειστές, σε πρώτη φάση από τα υπουργεία. Το ότι χρυσοπληρώνουμε αίθουσες συσκέψεων και συναντήσεων οι Έλληνες φορολογούμενοι είναι μια άλλη υπόθεση.

Οι διάλογοι είναι σαφές ότι είναι προϊόν υποκλοπής. Δεν θεωρεί κανείς πιθανόν ότι ο Τόμσεν ή η Βελκουλέσκου μαγνητοφωνούσαν τη συνομιλία τους για να τη δώσουν μετά στη δημοσιότητα και να δημιουργήσουν κλίμα. Αν ήθελαν να δημιουργήσουν κλίμα, αρκούσε και μια απλή διαρροή σε ορισμένα ΜΜΕ.

Συνεπώς κάποιος τρίτος έκανε τη διαρροή, ο οποίος ήθελε να δημιουργήσει συγκρουσιακό κλίμα με τους δανειστές ή ακόμη και να διαταράξει τις σχέσεις της κυβέρνησης μαζί τους, για να μην αποκλείσουμε και αυτήν την αθώα άποψη.

Ό,τι και από τα δύο να συμβαίνει υπάρχει ξεκάθαρα ζήτημα ασφάλειας των επικοινωνιών, και αυτό είναι το λιγότερο που θα μπορούσε να πει κανείς.

Χθες, από τη Λάρισα, ο αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης Κυριάκος Μητσοτάκης, έκανε δύο σοβαρές επισημάνσεις για το θέμα:

1. Απευθυνόμενος στον Πρωθυπουργό είπε: «Ας σταματήσει ο κ. Τσίπρας να ανακαλύπτει εξωτερικούς εχθρούς για να δικαιολογεί τη δικιά του ανικανότητα».
2. Έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου λέγοντας ότι «Η Κυβέρνηση οφείλει να εγγυηθεί την ασφάλεια και το απόρρητο των επικοινωνιών. Κανείς δεν ξέρει ποιος και γιατί υπέκλεψε τη συγκεκριμένη συνομιλία. Αλλά στο κρίσιμο αυτό ζήτημα δεν είναι δυνατόν να υπάρχει καμία σκιά».

Και τα δύο αυτά είναι μείζονα ζητήματα.

Το πρώτο έχει σχέση με την θέση της χώρας μας στη Ευρώπη, γιατί αν ο κ. Τσίπρας συνεχίζει να καλύπτει τη δική του ανικανότητα ρίχνοντας ευθύνες σε τρίτους, όσες κραυγές και να εκπέμψει όπως η χθεσινή ότι δεν θα επιτρέψει στον Τόμσεν να αλώσει την Ευρώπη, δεν θα γίνει πιστευτός και στο τέλος μάλλον γραφικός θα καταλήξει. Με ό,τι κινδύνους, επαναλαμβάνουμε κρύβει κάτι τέτοιο για τη χώρα, αφού πολιτικές αυτού του είδους εύκολα θα επαναφέρουν το Grexit στο τραπέζι της ΕΕ.

Το δεύτερο όμως ζήτημα που έθεσε ο κ. Μητσοτάκης έχει άμεση σχέση με τη λειτουργία της δημοκρατίας μας. Ο αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, απλώς το έθεσε χθες, στέλνοντας ένα μήνυμα στην κυβέρνηση. Ελπίζουμε η κυβέρνηση να το λάβει. Άλλωστε κάποιοι παλιότεροι στον ΣΥΡΙΖΑ, όπως ο κ. Δραγασάκης, οφείλουν να θυμίσουν στον κ. Τσίπρα ότι στο πρόσφατο παρελθόν και μια άλλη, ισχυρή τότε, αριστερίζουσα κυβέρνηση, άρχισε να φθίνει και να καταρρέει, χάνοντας τα ερείσματά της στην κοινωνία και στα κόμματα, όταν αποδείχθηκε ότι είχε «μεγάλα αυτιά», κάνοντας τη λέξη Τόμπρας συνώνυμη της λέξης υποκλοπές. Ας του επισημάνει κάποιος ότι με ζητήματα δημοκρατίας, όπως είναι η ελευθερία και η ασφάλεια των επικοινωνιών δεν παίζει κανείς. Γιατί αυτά είναι ζητήματα που μπορούν να προκαλέσουν –όπως και στο παρελθόν- τέτοιου είδους αντισυσπειρώσεις που η απλή ήττα του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές θα μοιάζει επιτυχία.

Ας καταλάβουν λοιπόν στο Μαξίμου ότι όσο είναι επικίνδυνο να παίζουν με τη θέση της χώρας στην Ευρώπη, άλλο τόσο επικίνδυνο, ίσως και περισσότερο, είναι να παίζουν με τους θεσμούς. Και αν παίζουν κάποιοι, άλλοι, τρίτοι, οφείλει να τους αποκαλύψει και να προασπίσει την ασφάλεια των επικοινωνιών.