DBRS: Παραμένει ο κίνδυνος εντάσεων γύρω από το ελληνικό χρέος

Εάν η Ελλάδα δεν καταφέρει να τηρήσει τις δεσμεύσεις της για τα πρωτογενή πλεονάσματα, οι πιστωτές της ενδέχεται να είναι λιγότερο πρόθυμοι να… σκεφτούν πρόσθετη ελάφρυνση του χρέους, σημειώνει ο οίκος αξιολόγησης DBRS.

Όπως σημειώνει χαρακτηριστικά ο καναδικός οίκος αξιολόγησης, η ανησυχία για το ελληνικό χρέος παραμένει και θα μπορούσε να αποτελέσει πηγή εντάσεων μεταξύ της Αθήνας και των δανειστών.

Στην ανάλυση για τις κατηγορίες κινδύνου στην Ευρωζώνη, η Ελλάδα τοποθετείται στην κατηγορία «μεσαίου» κινδύνου.

Η χώρα μας βρίσκεται μόνη της στην κατηγορία, την ίδια στιγμή που υπόλοιπες χώρες βρίσκονται στο low risk (χαμηλός κίνδυνος). Στο high risk δεν βρίσκεται καμία χώρα.

Όπως επισημαίνει ο Οίκος, εάν η Ελλάδα εμφάνιζε μια σταθερά ασθενική ανάπτυξη, μια μελλοντική κυβέρνηση θα μπορούσε να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η χώρα έχει εξαντλήσει άλλες επιλογές και το κόστος παραμονής εντός της ζώνης του νομίσματος, είναι υπερβολικά υψηλό.

Ολόκληρη η ανάλυση της DBRS

Αναλυτικα:

«Ο κύριος παράγοντας είναι το υψηλό απόθεμα του επίσημου εξωτερικού χρέους, το οποίο η Ελλάδα θα χρειαστεί να αποπληρώσει σταδιακά μέσω πρωτογενών πλεονασμάτων. Παρά τις ευνοϊκές συνθήκες για το επίσημο χρέος της Ελλάδας, η DBRS θεωρεί ότι το χρέος αυτό θα μπορούσε πάλι να αποτελέσει πηγή έντασης μεταξύ της Ελλάδας και των κυριότερων πιστωτών της.

Εάν η Ελλάδα αδυνατεί να διατηρήσει τις πρωτογενείς πλεονασματικές της δεσμεύσεις, οι πιστωτές της ενδέχεται να είναι λιγότερο πρόθυμοι να προβλέψουν πρόσθετη ελάφρυνση του χρέους. Εάν αντιμετωπίσουμε ταυτόχρονα μια σταθερά ασθενική ανάπτυξη, μια μελλοντική κυβέρνηση θα μπορούσε να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η Ελλάδα έχει εξαντλήσει άλλες επιλογές και το κόστος παραμονής εντός της ζώνης του νομίσματος, είναι υπερβολικά υψηλό».

Σημειώνεται ότι η DBRS θεωρεί τρεις κύριους παράγοντες για τον προσδιορισμό του κινδύνου μιας εξόδου: Πρώτον τις πολιτικές ικανότητες, δεύτερον τις μακροοικονομικές ανισορροπίες και τα τρωτά σημεία και τρίτον την πολιτική προθυμία.

«Κάθε κυβέρνηση που σχεδιάζει να εγκαταλείψει το ευρώ κινδυνεύει από μια τραπεζική κρίση»

«Κάθε κυβέρνηση που σχεδιάζει να εγκαταλείψει το ευρώ κινδυνεύει από μια τραπεζική κρίση, με αποτέλεσμα οικονομικές και οικονομικές αναταράξεις που προκαλούν το αίτημα για ένα πρόγραμμα αντιστροφής και σταθεροποίησης στην Ευρώπη.
Ομοίως, η εισαγωγή ενός παράλληλου νομίσματος, ακόμη και σε σχετικά μικρή κλίμακα, πιθανώς θα υποχρέωνε την κυβέρνηση είτε να επιβάλει ελέγχους καταθέσεων και κεφαλαίου είτε αντίστροφη πορεία. Ακόμα κι αν μια κυβέρνηση διατυπώσει ένα σχέδιο με αυστηρή μυστικότητα, αυτό θα μπορούσε να εγείρει ερωτήματα σχετικά με τη νομιμότητα των πράξεων της κυβέρνησης και δεν θα μείωνε αναγκαστικά τη σχετική οικονομική και χρηματοπιστωτική αναταραχή», συμπληρώνει ο οίκος.