Τραμπ και οπλοκατοχή: Οι κωλοτούμπες και οι δοσοληψίες με την Εθνική Ομοσπονδία Όπλων

Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ διέταξε χθες Κυριακή, να κυματίζουν μεσίστιες έως τις 8 Αυγούστου οι αμερικανικές σημαίες στα δημόσια κτήρια, ως απότιση φόρου τιμής στα 29 θύματα των δύο ενόπλων επιθέσεων που συγκλόνισαν τις ΗΠΑ μέσα σε ένα 24ωρο, όπως ανακοίνωσε ο Λευκός Οίκος.

“Εις ένδειξη κατανυκτικού σεβασμού στα θύματα των τρομερών αυτών πράξεων βίας διατάσσω να κυματίζουν μεσίστιες οι σημαίες στις ΗΠΑ, στον Λευκό Οίκο και σε όλα τα δημόσια κτήρια”, ανέφερε στην ανακοίνωσή του ο Τραμπ.

“Καταδικάζουμε τις φρικαλέες και θρασύδειλες αυτές πράξεις”, τόνιζε ακόμη σε μια ακόμη δήλωσή του μετά από μακελειό. Δηλώσεις όμως που ουδέποτε συνοδεύτηκαν από δραστικές πράξεις για τον έλεγχο της οπλοκατοχής και τον περιορισμό των θανάτων από τα όπλα.

Η όλη θέση βέβαια του Ντόναλντ Τραμπ έχει διαφοροποιηθεί στο πέρασμα των χρόνων, κάτι που σχετίζεται άμεσα με την προσπάθειά του να ανέλθει στη θέση του Προέδρου των ΗΠΑ και να γίνει κυρίαρχος στο κόμμα του, το οποίο διέπεται από στενές οικονομικές σχέσεις με το αμερικανικό, πανίσχυρο λόμπι όπλων.

Στις δεκαετίες του 1990 και του 2000 ο Ντόναλντ Τραμπ εξέφραζε τη στήριξή του στην απαγόρευση των αποκαλούμενων “όπλων επίθεσης”, όπως οι μακρύκανες καραμπίνες στρατιωτικού τύπου και τα όπλα που πυροβολούν επαναλαμβανόμενα.

“Γενικά είμαι αντίθετος στον έλεγχο της οπλοκατοχής, αλλά στηρίζω την απαγόρευση όπλων επίθεσης και μιας ελάχιστα μεγαλύτερης περιόδου αναμονής για την αγορά ενός όπλου”, έγραφε το 2000 στο βιβλίο του “Η Αμερική που αξίζουμε”.

Όσο όμως άρχισε να ασχολείται πιο σοβαρά με την πολιτική, άλλαζαν και οι απόψεις του περί οπλοκατοχής. Το 2015 δήλωνε πως θεωρούσε οποιαδήποτε μορφή κανονισμού για τα όπλα ως παραβίαση των συνταγματικών δικαιωμάτων.

Τον Οκτώβριο του 2015 σε ντιμπέιτ του Ρεπουμπλικανικού κόμματος, υπερηφανευόταν ότι συχνά κρατούσε όπλα ενώ δήλωνε ότι οι ζώνες απαγόρευσης πυροβόλων όπλων σε χώρους όπως σχολεία, εκκλησίες και στρατιωτικές βάσεις είναι “καταστροφή”. Μάλιστα κατά καιρούς έχει πει πως η απάντηση στις μαζικές δολοφονίες είναι το να έχουν οι πολίτες πυροβόλα όπλα, υποστηρίζοντας ότι ο φόρος θανάτου στις τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι και το Σαν Μπερναντίνο θα ήταν μικρότερος αν οι σφαίρες πήγαιναν σε δύο κατευθύνσεις, δηλαδή και προς τα θύματα και προς τους θύτες.

Μία από τις θέσεις του μάλιστα ήταν να αποκτούν όπλα οι δάσκαλοι στα σχολεία.

Πριν ακόμη γίνει αποδεκτός από το κόμμα των Ρεπουμπλικάνων, εξασφάλισε τη στήριξη της Εθνικής Ομοσπονδίας Όπλων (ΝRA). Μάλιστα η ομοσπονδία χορήγησε 30 εκατ. δολάρια στην προεδρική του καμπάνια, στη διάρκεια της οποίας ο Τραμπ δήλωνε ότι η δική του υποψηφιότητα προστατεύει τα δικαιώματα των περίπου 55 εκατ. Αμερικανών που κατέχουν όπλα.

Η σχέση Τραμπ – Ομοσπονδίας επλήγη μόνο μια φορά. Μετά το μακελειό με τους 49 νεκρούς σε κλαμπ στο Ορλάντο, ο Τραμπ εμφανίστηκε να υποστηρίζει τους περιορισμούς στην αγορά όπλων για λόγους εθνικής ασφάλειας, κάτι που όμως ουδέποτε έγινε πράξη.

Τον Απρίλη της τρέχουσας χρονιάς, ο Τραμπ ανακοίνωσε ότι αποσύρει την υπογραφή της χώρας του από τη Συνθήκη για την Εμπορία Όπλων που είχε υιοθετήσει το 2013 ο ΟΗΕ με στόχο να τεθούν κανόνες στο διεθνές εμπόριο όπλων. Η ανακοίνωσή του έγινε στην ομιλία του στο συνέδριο του πανίσχυρου λόμπι για την οπλοκατοχή, NRA.

Η Συνθήκη είχε υπογραφεί από τον τότε υπουργό Εξωτερικών Τζον Κέρι, επί προεδρίας Μπαράκ Ομπάμα, όμως δεν επικυρώθηκε ποτέ από το Κογκρέσο. Ο λόγος είχε να κάνει με τις πιέσεις από την Εθνική Ένωση Όπλων και τις διασυνδέσεις της με Γερουσιαστές και των δύο κομμάτων.

Μόνο το 2016 άλλωστε, 54,4 εκατομμύρια δολάρια κατέληξαν από την Εθνική Ένωση Όπλων στην πολιτική. Πάνω από τα μισά εξ αυτών πήγαν στον Ντόνλαντ Τραμπ και τα υπόλοιπα διοχετεύτηκαν κυρίως σε άλλους έξι ρεπουμπλικάνους, υποψήφιους για τη γερουσία, που η εκλογή τους ήταν αρκετά δύσκολη. Οι πέντε τελικά κατάφεραν να εκλεγούν.