22 ΜΑΪΟΥ (Kυριακή)

Tου Παραλύτου

Παύλου (εκ Σοπωτού Καλαβρύτων, 1818, πολιούχου Τριπόλεως) Μάρτυρος Βασιλίσκου,

Κοδράτου (Κόδρου), Μαρκέλου και Σοφίας (ιάτραινας), Βλαδιμήρου (βασιλέως των Αχριδών). Μνήμη της αγίας Θεοτόκου εν Σοφιανοίς. Νεομάρτυρος Θεοδώρου του Βυζαντίου (Μυτιλήνη) και στη Χαλκίδα των Ευβοέων αγίων.

Μνήμη Β΄ Οικουμενικής Συνόδου

Στη Χώρα Τριφυλίας του νεομάρτυρος Δημητρίου του Πελοποννησίου (14 Απριλίου 1803).

Ο Νεομάρτυρας Παύλος γεννήθηκε στο Σοπωτό Καλαβρύτων και σανδαλοποιός στο επάγγελμα. Έγινε μοναχός στη Μονή της Λαύρας, στο Άγιο Όρος. Έφυγε από εκεί και επέστρεψε στην πατρίδα του, έχοντας ως σκοπό να μαρτυρήσει για τον Χριστό. Στην Τρίπολη συνελήφθη από τους Τούρκους, βασανίστηκε και τελικά αποκεφαλίστηκε. Το λείψανό του έμεινε κρεμασμένο επί τρεις ημέρες και τη νύχτα φωτιζόταν από μία πύρινη φλόγα που κατέβαινε από τους ουρανούς. Οι Τούρκοι το πέταξαν στις ακαθαρσίες, αλλά οι Χριστιανοί το βρήκαν και το ενταφίασαν στη Μονή Αγίου Νικολάου στις Βάρσες.

• Ο Οσιομάρτυρας Παύλος μαζί με το Νεομάρτυρα Δημήτριο (13 Απριλίου) είναι πολιούχοι της Τριπόλεως. Εικόνα του αγίου βρίσκεται στο ναό των Εισοδίων της Θεοτόκου στην Αθήνα (Καπνικαρέα).

Η Β’ Οικουμενική Σύνοδος

Η Β’ Οικουμενική Σύνοδος συγκλήθηκε το 381 μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη επί Θεοδοσίου. Μετά την καταδίκη του Αρείου το 325 από την ΑΔ Οικουμενική Σύνοδο τα προβλήματα τα σχετικά με το πρόσωπο του Χριστού δεν έπαψαν. Πήραν άλλη μορφή και άρχισαν να εκδηλώνονται οι συνέπειές τους. Είναι αλήθεια ότι το βασικότερο βήμα για τη διατύπωση ολόκληρου του Τριαδολογικού δόγματος είχε γίνει, αλλά θα έπρεπε να περάσουν δεκαετηρίδες –από τις πιο ταραχώδεις στην εκκλησιαστική ιστορία– μέχρις ότου η κατάσταση ομαλοποιηθεί.

Πρόσωπα που είχαν καλές σχέσεις με τον Άρειο, π.χ. ο Ευσέβιος Νικομηδείας ή οπαδοί άλλων –αιρετικοί ως προς τις χριστολογικές τους θέσεις–, π.χ. ο Μάρκελλος Αγκύρας, εξακολουθούν να δημιουργούν πρόβλημα κυρίως στην ερμηνεία του όρου «ομοούσιος» όπως αυτός διατυπώθηκε στην ΑΔ Οικουμενική Σύνοδο, θεωρώντας ότι σημαίνει ταυτότητα προσώπων και όχι ισοτιμία ή στην κατανόηση του γεγονότος ότι ο Ιησούς-Υιός πάντα έχει ξεχωριστή υπόσταση και όχι μόνον όταν γίνεται άνθρωπος, οπότε τότε διαμελίζεται προσωρινά η θεότητα.

Σιγά σιγά και άλλα πρόσωπα θα περιπλέξουν τα πράγματα, όπως ο Γεώργιος Λαοδικείας ή ο Βασίλειος Αγκύρας και η μία σύνοδος, πότε Αρειανοφίλων πότε Ορθοδόξων, θα διαδέχεται η μία την άλλη. Από τη μεριά των Ορθοδόξων ο Μέγας Αθανάσιος θα εξακολουθήσει να υπερασπίζεται με πάθος την ορθή πεποίθηση του εκκλησιαστικού σώματος για τη μία ουσία αλλά το τρισυπόστατο των προσώπων της Τριάδος. Ήδη είχε αρχίσει να γίνεται λόγος και για το τρίτο πρόσωπο της Τριάδος, το Άγιο Πνεύμα.

Ο Μακεδόνιος, επίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, χαρακτήριζε το Άγιο Πνεύμα ως αγγελοειδές κτίσμα, το πρώτο και διαπρεπέστερο δημιούργημα του Υιού. Όπως στην περίπτωση του Αρείου είχαμε την άρνηση της θεότητας του Χριστού, στην περίπτωση του Μακεδόνιου έχουμε την άρνηση της θεότητας του Αγίου Πνεύματος. Οι Μακεδονιανοί ονομάστηκαν ως εκ τούτου και «πνευματομάχοι».

Εδώ το λόγο των Ορθοδόξων μαζί με το Μέγα Αθανάσιο πήραν και οι μεγάλοι Καππαδόκες Πατέρες με επικεφαλής τους Μέγα Βασίλειο, Γρηγόριο το Θεολόγο και Γρηγόριο Νύσσης. Αυτοί αποσαφήνισαν επί το πλείστον το σύνολο της ορθόδοξης Τριαδολογίας. Ειδικότερα οι Μέγας Αθανάσιος και Μέγας Βασίλειος προετοίμασαν το έδαφος για την επικράτηση των ορθοδόξων απόψεων κατά τη ΒΔ Οικουμενική Σύνοδο. Το 381 ο Μέγας Θεοδόσιος συγκαλεί τη ΒΔ Οικουμενική Σύνοδο. Αρχικά συγκλήθηκε ως Γενική Σύνοδος του ανατολικού τμήματος του κράτους, αλλά ποτέ δεν αμφισβητήθηκε η οικουμενική της αξία, και μάλιστα επίσημα αναγνωρίστηκε ως οικουμενική από την ΔΔ Οικουμενική Σύνοδο του 451 μ.Χ.

Κατά τη σύνοδο αυτή αναμορφώθηκε και συμπληρώθηκε στην οριστική του μορφή το Σύμβολο της Πίστεως. Με τη ΒΔ Οικουμενική Σύνοδο τελειοποιήθηκε η κορυφαία και πλέον σημαντική δογματική διατύπωση: το Τριαδικό Δόγμα.

Το Σύμβολον της Πίστεως

1. Πιστεύω εις ένα Θεόν, Πατέρα, παντοκράτορα, ποιητήν ουρανού και γης, ορατών τε πάντων και αοράτων.

2. Και εις ένα Κύριον Ιησούν Χριστόν, τον Υιόν του Θεού τον μονογενή, τον εκ του Πατρός γεννηθέντα προ πάντων των αιώνων· φως εκ φωτός, Θεόν αληθινόν εκ Θεού αληθινού, γεννηθέντα, ου ποιηθέντα, ομοούσιον τω Πατρί, δι’ ου τα πάντα εγένετο.

3. Τον δι’ ημάς τους ανθρώπους και διά την ημετέραν σωτηρίαν κατελθόντα εκ των ουρανών και σαρκωθέντα εκ Πνεύματος αγίου και Μαρίας της Παρθένου και ενανθρωπήσαντα.

4. Σταυρωθέντα τα υπέρ ημών επί Ποντίου Πιλάτου και παθόντα και ταφέντα.

5. Και αναστάντα τη τρίτη ημέρα κατά τας Γραφάς.

6. Και ανελθόντα εις τους ουρανούς και καθεζόμενον εκ δεξιών του Πατρός.

7. Και πάλιν ερχόμενον μετά δόξης κρίναι ζώντας και νεκρούς, ου της βασιλείας ουκ έσται τέλος.

8. Και εις το Πνεύμα το Άγιον, το κύριον, το ζωοποιόν, το εκ του Πατρός εκπορευόμενον, το συν Πατρί και Υιώ συμπροσκυνούμενον και συνδοξαζόμενον, το λαλήσαν διά των Προφητών.

9. Εις μίαν, αγίαν, καθολικήν και αποστολικήν Εκκλησίαν.

10. Ομολογώ εν βάπτισμα εις άφεσιν αμαρτιών.

11. Προσδοκώ ανάστασιν νεκρών.

12. Και ζωήν του μέλλοντος αιώνος. Αμήν.

SHARE