Στα άκρα η σύγκρουση με το ΔΝΤ και οι απειλές προς τους θεσμούς, από Υπουργούς και τον Πρωθυπουργό. Υποψίες για σκλήρυνση σκοπιμότητας.

Βαθύ χάσμα και μάλιστα δημόσια προβάλλεται από την Αθήνα με το άλλοτε φιλικό ΔΝΤ. Παπαδημητρίου: Το πρόβλημα του ΔΝΤ είναι ότι δεν έχει το θάρρος της γνώμης του – Τζανακόπουλος: Λέει ψέματα το Ταμείο και ο Τόμσεν – Ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ υποστηρίζει ότι ακόμα και για πλεόνασμα 1,5% απαιτούνται μειώσεις σε συντάξεις και αφορολόγητο.

Σαφή μηνύματα -κυρίως προς το ΔΝΤ αλλά και προς το σύνολο των δανειστών- έστειλε χθες από το «βήμα» της Κουμουνδούρου ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, εν όψει της επανέναρξης των διαπραγματεύσεων με τους θεσμούς αλλά και των κρίσιμων συναντήσεών του στις Βρυξέλλες και στο Βερολίνο, για τα όρια ενός «έντιμου συμβιβασμού» με τους εταίρους. Τακτική σκλήρυνσης που έχει ακολουθήσει συχνά ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας και οι Υπουργοί του, πριν από κάθε συμβιβασμό. «Η ελληνική κυβέρνηση ήταν αυτή που συμφώνησε σε πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 3,5% μέχρι το 2018 και όχι το ΔΝΤ» τονίζουν σε κείμενο τους που αναρτήθηκαν στην ιστοσελίδα του Ταμείου ο επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ Μορίς Όμπστφελτν και ο διευθυντής του Ευρωπαϊκού Τμήματος του ταμείου Πολ Τόμσεν. Ο τίτλος του κειμένου είναι χαρακτηριστικός των όσων υποστηρίζουν τα δύο στελέχη: «Το ΔΝΤ δεν ζητάει περισσότερη λιτότητα για την Ελλάδα».

Από τις ΗΠΑ όπου βρίσκεται ο υπουργός Οικονομίας Δημήτρης Παπαδημητρίου δήλωσε σήμερα: «Προφανώς και δεν συμφωνούμε σε αυτά που λέει ο κ. Τόμσεν. O κ. Τόμσεν και το ΔΝΤ έχουν πει πάρα πολλά. Το μόνο πρόβλημα που έχουν κατά την δική μου άποψη είναι ότι το ΔΝΤ δεν έχει το θάρρος της γνώμης του. Όταν λέει ότι χρειαζόμαστε 1,5% πλεόνασμα κι όχι 3,5% δεν επιμένει σ ΄αυτό. Αλλάζει γνώμη. Οπότε γιατί να πάρω σοβαρά αυτό που λέει ο κ. Τόμσεν ότι οι συντάξεις είναι γενναιόδωρες».

Ολομέτωπη επίθεση Τζανακοπούλου σε ΔΝΤ και Τόμσεν: Λένε ψέματα

Ολομέτωπη επίθεση στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο με αφορμή το κείμενο του Πολ Τόμσεν εξαπέλυσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος ζητώντας από το ταμείο να μην διαστρεβλώνει την πραγματικότητα και να μην βασίζεται σε αναληθή στοιχεία.

Ο κ. Τζανακόπουλος κατηγόρησε το Ταμείο με αφορμή τα στοιχεία που παραθέτει ο Πολ Τόμσεν ότι κάνει λανθασμένες εκτιμήσεις και βασίζεται σε ψευδείς πληροφορίες.

Για να υποστηρίξει τα λεγόμενά του ο κυβερνητικός εκπρόσωπος έκανε μια αναδρομή στα όσα έχει προβλέψει το ταμείο τα προηγούμενα χρόνια για την Ελλάδα αλλά και στο θέμα των εσφαλμένων πολλαπλασιαστών το 2013.

Κάλεσε, δε, το ταμείο να βελτιώσει την τεχνοκρατική του επάρκεια.

Σε επόμενη ερώτηση, δε, είπε ότι αντί ο κ. Τόμσεν να δείχνει τον πρωθυπουργό ως υπεύθυνο για τη λιτότητα καλό θα ήταν να επιμείνει στη θέση του ταμείου για την ανάγκη μείωσης των πρωτογενών πλεονασμάτων μέτα το 2018.

Τι υποστηρίζει ο Τόμσεν

Ο κ. Τόμσεν τονίζει ότι ακόμα και το πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 1,5% στο οποίο το ταμείο είναι σύμφωνο δεν βγαίνει χωρίς νέες μειώσεις στις συντάξεις και χωρίς νέο ψαλίδι στο αφορολόγητο. «Aκόμη και ένα πλεόνασμα της τάξης του 1,5% του ΑΕΠ δεν συμβαδίζει με ισχυρή ανάπτυξη χωρίς να γίνουν μεταρρυθμίσεις στο φορολογικό και στο συνταξιοδοτικό» τονίζεται χαρακτηριστικά στο κείμενο.

«H Ελλάδα έχει αναλάβει μια τεράστια δημοσιονομική προσαρμογή, χωρίς να αντιμετωπίζει δύο σημαντικά προβλήματα: ένα καθεστώς φορολογίας εισοδήματος που εξαιρεί πάνω από τα μισά νοικοκυριά από οποιαδήποτε υποχρέωση (ο μέσος όρος στην υπόλοιπη Ευρωζώνη είναι 8%), και ένα εξαιρετικά γενναιόδωρο συνταξιοδοτικό σύστημα που κοστίζει στον προϋπολογισμό σχεδόν 11% του ΑΕΠ ετησίως (σε αντίθεση με τον μέσο όρο στην υπόλοιπη Ευρωζώνη που είναι 2? του ΑΕΠ). Αντί να αντιμετωπίσει αυτά τα δύσκολα προβλήματα, η Ελλάδα προχώρησε σε βαθιές περικοπές στις επενδύσεις» προστίθεται στο κείμενο.

Τάσσεται, δε, ξανά υπέρ της απελευθέρωσης των ομαδικών απολύσεων καυτηριάζοντας την ύπαρξη του υπουργικού βέτο. «Αντί να παρέχει υποστήριξη σε απολυμένους εργαζόμενους, αντ’ αυτού η κυβέρνηση περιορίζει τη δυνατότητα των εταιρειών να τους απολύσει. Με απλά λόγια, η Ελλάδα δεν μπορεί να εκσυγχρονίσει την οικονομία της ενισχύοντας την χρηματοδότηση για υποδομές και για καλά στοχευμένα κοινωνικά προγράμματα, ενώ παράλληλα απαλλάσσει πάνω από τα μισά νοικοκυριά από τη φορολογία εισοδήματος, και καταβάλλοντας δημόσιες συντάξεις στα επίπεδα των πλέον πλούσιων ευρωπαϊκών χωρών».

Παράλληλα τα δύο στελέχη του Ταμείου ζητούν να νομοθετηθούν από τώρα τα απαραίτητα κατά τους ίδιους μέτρα «για λόγους αξιοπιστίας» γράφοντας στο κείμενό τους. «Επιπλέον, για λόγους αξιοπιστίας, είναι επίσης απαραίτητο να νομοθετηθούν εκ των προτέρων τα μέτρα που απαιτούνται για να σπρώξουν το πλεόνασμα πάνω από το 1,5% του ΑΕΠ» γράφουν χαρακτηριστικά.

Παράλληλα, υπογραμμίζουν ότι ο τρέχων προϋπολογισμός, που έχει συμφωνηθεί, δεν είναι φιλικός προς την ανάοτυξη, ενώ καλούν την Ελλάδα να κάνει περισσότερα όσον αφορά στις μεταρρυθμίσεις σχετικά με τη δομή των φόρων και των δαπανών της -δηλαδή, τον τρόπο με τον οποίο η κυβέρνηση εισπράττει τα έσοδά της και σε τι τα ξοδεύει.

«Ίσως, με Ηράκλεια προσπάθεια, η Ελλάδα θα μπορούσε βραχυπρόθεσμα να καταφέρει τις περικοπές δαπανών που χρειάζονται για να πετύχει ένα έλλειμμα 3,5% του ΑΕΠ. Όμως, η εμπειρία έχει δείξει ότι αυτό δεν μπορεί να διατηρηθεί και δεν συμβαδίζει με τον φιλόδοξο μακροπρόθεσμο αναπτυξιακό στόχο της Ελλάδας. Η οικονομία της Ελλάδας χρειάζεται έναν εκτεταμένο εκσυγχρονισμό σε όλο της το φάσμα» υπογραμμίζουν οι Τόμσεν και Όμπστφελντ σε άλλο σημείο, ξεκαθαρίζοντας πως η προηγούμενη εμπειρία του Ταμείου από τη χώρα μας καθιστά ουσιαστικά ανέφικτα τα συμφωνηθέντα με τους Ευρωπαίους υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα.

Σκληρή σύγκρουση με τους δανειστές, ανακοινώνει ο Τσίπρας πριν τις κρίσιμες επαφές στην Ευρώπη.

Σαφή μηνύματα -κυρίως προς το ΔΝΤ αλλά και προς το σύνολο των δανειστών- έστειλε χθες από το «βήμα» της Κουμουνδούρου ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, εν όψει της επανέναρξης των διαπραγματεύσεων με τους θεσμούς αλλά και των κρίσιμων συναντήσεών του στις Βρυξέλλες και στο Βερολίνο, για τα όρια ενός «έντιμου συμβιβασμού» με τους εταίρους.

Βολές κατά της κυβέρνησης για τα υψηλά πλεονάσματα εξαπέλυσε ο Π. Τόμσεν

Οπως ανέφερε χαρακτηριστικά, η Ελλάδα έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της και τώρα αναμένει το ίδιο από τους δανειστές.
Το ίδιο όμως έκανε και ο «πολύς» Πολ Τόμσεν με κείμενό του, στο οποίο ούτε λίγο ούτε πολύ επισημαίνει ότι ήταν η ελληνική κυβέρνηση που συμφώνησε στα υψηλά πλεονάσματα και επαναλαμβάνει ότι για να πιαστούν οι στόχοι αυτοί απαιτούνται μεγάλες περικοπές στις συντάξεις, όπως και μείωση του αφορολογήτου.
Ζητά δε για άλλη μία φορά να νομοθετηθούν από τώρα τα μέτρα αυτά, που θα φέρουν πλεόνασμα άνω του 1,5% σε μεσοπρόθεσμη βάση. Οπως χαρακτηριστικά αναφέρει, καμία ελάφρυνση του χρέους, ακόμα και μεγάλη, δεν πρόκειται να φέρει ισχυρή ανάκαμψη στην Ελλάδα αν δεν συνδυαστεί με μεταρρυθμίσεις…
Αποφασισμένος
Από την πλευρά του, ο πρωθυπουργός εμφανίστηκε αποφασισμένος να μη δεχθεί «υποχωρήσεις αρχών» και να επιμείνει στην τήρηση των συμφωνηθέντων. Στη συνεδρίαση της Πολιτικής Γραμματείας, προηγήθηκε αναλυτική περιγραφή των εξελίξεων από τον ίδιο -παρόντος του Ευκλείδη Τσακαλώτου- σχετικά με τις διαπραγματεύσεις και το επιδιωκόμενο φινάλε της αξιολόγησης, τα «αγκάθια», τις «παγίδες» και τις «κόκκινες γραμμές».

Αμεση λύση θέλει η Κομισιόν
«Το ΔΝΤ οφείλει να επιμείνει με παρρησία στη θέση του για πρωτογενή πλεονάσματα 1,5% μετά τη λήξη του προγράμματος, και όχι να πιέζει για πρόσθετα μέτρα λιτότητας», επεσήμανε ο πρωθυπουργός ανακοινώνοντας ότι κατά το γεύμα εργασίας με την Ανγκελα Μέρκελ την Παρασκευή στο Βερολίνο αλλά και στις συναντήσεις που θα έχει με τον Φρανσουά Ολάντ και τον Μάρτιν Σουλτς την Πέμπτη στις Βρυξέλλες θα ξεκαθαρίσει ότι σε μια περίοδο γενικευμένης αβεβαιότητας για την Ευρώπη, η σταθεροποίηση της ελληνικής οικονομίας και η ανάπτυξή της δεν μπορούν να συμβαδίσουν με τη νομοθέτηση νέων μέτρων που θα ισχύσουν μετά το 2018.
Αισιοδοξία
Τα στελέχη της Πολιτικής Γραμματείας έδειξαν σχεδόν στο σύνολό τους ναι μεν συγκρατημένα αισιόδοξα για τη στάση των εταίρων τα προσεχή καθοριστικά 24ωρα, αλλά ταυτόχρονα δεν έκρυψαν την αντίθεσή τους να μπει μόνο από την ελληνική πλευρά «νερό στο κρασί».
Γι’ αυτό και επικρότησαν στη συνέχεια τη θέση του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξη Τσίπρα, ότι τα μέτρα για τους συνταξιούχους και την αναστολή του ΦΠΑ αποτελούν αυτονόητο δικαίωμα της ελληνικής κυβέρνησης, όπως και υποχρέωσή της απέναντι σε κοινωνικά στρώματα που έχουν πληγεί από την οικονομική κρίση, αλλά και απέναντι στους νησιώτες του ΒΑ Αιγαίου που έχουν σηκώσει το μεγαλύτερο βάρος της προσφυγικής κρίσης.
Στο ίδιο θέμα ο Α. Τσίπρας θα αναφερθεί σήμερα από τη Νίσυρο. Θα μιλήσει εκτενέστερα για την αναστολή αύξησης του ΦΠΑ στα νησιά του Βορείου και του Ανατολικού Αιγαίου και θα εξαγγείλει την ενσωμάτωση της ρήτρας νησιωτικότητας στο Σύνταγμα, εν όψει της συνταγματικής αναθεώρησης. «Η ρήτρα νησιωτικότητας αποτελεί πάγιο αίτημα των νησιωτών και θα αφορά στη συνταγματική κατοχύρωση της νησιωτικότητας της Ελλάδος, από την οποία απορρέουν συγκεκριμένες υποχρεώσεις του κράτους προς τους κατοίκους των νησιών», επισημαίνει το Μέγαρο Μαξίμου προαναγγέλλοντας την παρουσίαση δέσμης μέτρων από τον πρωθυπουργό για τους κατοίκους των νησιών, αλλά και γενικότερα για τους Ελληνες πολίτες που πλήττονται επί χρόνια από την κρίση.
Εγκυρες πληροφορίες αναφέρουν ότι ο πρωθυπουργός άφησε εν τω μεταξύ να εννοηθεί στα στελέχη της Πολιτικής Γραμματείας ότι ο ενδεχόμενος επαναπροσδιορισμός της στρατηγικής δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο της κυβέρνησης πριν τις καθοριστικής σημασίας συναντήσεις του και ειδικά με τη Γερμανίδα καγκελάριο.
Το Μέγαρο Μαξίμου σύμφωνα με πληροφορίες θεωρεί «σταθμό» των διαπραγματεύσεων το διήμερο Τσίπρα στις Βρυξέλλες και στο Βερολίνο – γι’ αυτό και αμέσως μετά την επιστροφή του θα συγκληθεί εκ νέου η Πολιτική Γραμματεία για να ενημερωθεί και να λάβει θέση.
«Η κυβέρνηση αυτή δεν έχει σκοπό να παραδώσει τη χώρα στις ορέξεις των προθύμων. Θα συνεχίσει να υπερασπίζεται τα συμφέροντα της κοινωνίας», δήλωνε πάντως χθες το πρωί το Μέγαρο Μαξίμου κάνοντας επίθεση στη ΝΔ για την εκλογολογία και την «ταύτιση με το ΔΝΤ», αντίθετα με τις διαρροές πριν από μέρες ότι δεν αποκλείεται το ενδεχόμενο των πρόωρων εκλογών ως απάντηση σε πιέσεις και όρους από τις Βρυξέλλες, τους θεσμούς και το ΔΝΤ.