Ακίνητα: Κλείνει η στρόφιγγα των Κινέζων

Ανησυχίες στους παράγοντες της εγχώριας αγοράς ακινήτων προκαλεί η επίδειξη αποφασιστικότητας από τις κινεζικές αρχές στην εφαρμογή των capital controls, που θέτουν αυστηρούς περιορισμούς στην εξαγωγή συναλλάγματος από Κινέζους πολίτες για απόκτηση ακινήτων στο εξωτερικό.

Στην υπόθεση Παπαευαγγέλου – Εθνικής Τράπεζας, όπου είχε στηθεί ένας μηχανισμός παράκαμψης των περιορισμών εξαγωγής κεφαλαίων μέσω συναλλαγών με κάρτες, οι κινεζικές αρχές παρενέβησαν με μεγάλη αυστηρότητα για την επιβολή των περιορισμών που βρίσκονται σε ισχύ και έκλεισαν ένα «παράθυρο» που χρησιμοποιούσαν Κινέζοι επενδυτές για να μεταφέρουν κεφάλαια στην Ελλάδα για αγορές ακινήτων.

Μάλιστα, εκφράζονται φόβοι ότι οι κινεζικές αρχές θα στοχοποιήσουν τους επενδυτές που εμπλέκονται σε αυτή την υπόθεση, επιβάλλοντας υψηλά πρόστιμα, κάτι που ήδη έκαναν για άλλες αντίστοιχες περιπτώσεις, πριν από λίγες ημέρες, ώστε να στείλουν το μήνυμα στους πιο ευκατάστατους πολίτες ότι οι αγορές ακινήτων στο εξωτερικό θα γίνονται πλέον με… σταγονόμετρο και μόνο εφόσον παρέχεται η σχετική άδεια από την αρχή που ελέγχει τις κινήσεις κεφαλαίων.

Οι αρχές του Πεκίνου, μετά τη μεγάλη έξοδο κεφαλαίων του 2016 για επενδύσεις στο εξωτερικό, και επειδή ανησυχούν για τη σταθερότητα του γιουάν, εν μέσω του και του εμπορικού πολέμου με την Ουάσιγκτον, έχουν σταδιακά ενισχύσει τους περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων από το 2017, ενώ ακολουθούν όλο και πιο αυστηρή πολιτική στην εφαρμογή του νόμου.

Το σχήμα του απομακρυνθέντος αντιπροέδρου της Jumbo εξυπηρετούσε ακριβώς την ανάγκη πολλών Κινέζων επενδυτών, που δυσκολεύονται να εξασφαλίσουν ειδικές άδειες εξαγωγής κεφαλαίων για την αγορά ακινήτων, να περάσουν «κάτω από το ραντάρ» των αρχών.

Με τα POS που είχε εγκαταστήσει στο Πεκίνο η εταιρεία Destiny του κ. Παπαευαγγέλου, οι πληρωμές για αγορές ακινήτων γίνονταν με κάρτες, με τα ποσά των τιμημάτων αγοράς ακινήτων να σπάνε σε πολλές, μικρότερης αξίας συναλλαγές. Έτσι, εξασφαλιζόταν ότι δεν θα γίνονταν αντιληπτά από τις αρχές της Κίνας, που ήδη έχουν διαμορφώσει ένα εξαιρετικά αυστηρό καθεστώς επιτήρησης των συναλλαγών μέσω τραπεζών, επιβάλλοντας στις τράπεζες να παρέχουν ενημέρωση ακόμη και για μικρού ύψους εμβάσματα στο εξωτερικό.

Φαίνεται, όμως, ότι σε αυτή την περίπτωση το τρικ δεν είχε τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα. Οι συναλλαγές έγιναν αντιληπτές, ενδεχομένως επειδή κινητοποιήθηκε πριν από την Εθνική συστημική τράπεζα που τις θεώρησε ασυνήθιστες, και πλέον όσοι Κινέζοι πολίτες είχαν χρησιμοποιήσει αυτό τον τρόπο για αγορές ακινήτων βρίσκονται αντιμέτωποι με αυστηρές κυρώσεις από τις αρχές.

Τα όλο και αυστηρότερα κινεζικά capital controls έχουν προκαλέσει «αρρυθμίες» και σε άλλες αγορές ακινήτων διεθνώς, τις οποίες προτιμούσαν οι Κινέζοι αγοραστές. Στην Αυστραλία, για παράδειγμα, στα τέλη του περασμένου χρόνου, Κινέζοι επενδυτές έσπευδαν να πουλήσουν σε τιμή ευκαιρίας κατοικίες, για τις οποίες είχαν δώσει προκαταβολή, αλλά δεν κατάφερναν, λόγω των περιορισμών στην εξαγωγή συναλλάγματος, να ολοκληρώσουν τις συναλλαγές τους.

Σωτήρες

Όλα αυτά συμβαίνουν τη στιγμή που η ελληνική αγορά ακινήτων υποδέχεται περίπου σαν σωτήρες τους Κινέζους επενδυτές, οι οποίοι μπορούν να βρουν κατοικίες σε πολύ χαμηλές τιμές για τα δικά τους πρότυπα, αλλά και να εξασφαλίσουν με ελάχιστο ποσό επένδυσης τα 250.000 ευρώ μια πενταετή άδεια παραμονής σε ευρωπαϊκή χώρα («χρυσή βίζα»).

Το θέμα κίνησε την προσοχή του πρακτορείου Reuters, που δημοσίευσε πριν από λίγες ημέρες εκτενή ανταπόκριση από την Αθήνα, για να αναφερθεί στην κινεζική… μανία για τα ελληνικά ακίνητα.

Μεταξύ άλλων, το πρακτορείο σημείωνε ότι τρεις φορές την εβδομάδα εκατοντάδες Κινέζοι επενδυτές φτάνουν στο αεροδρόμιο της Αθήνας, όπου τους περιμένουν Έλληνες κτηματομεσίτες και τους πηγαίνουν κατευθείαν σε διαμερίσματα προς πώληση στην ελληνική πρωτεύουσα.

Εξαιτίας του αυξημένου ενδιαφέροντος των Κινέζων, μάλιστα, ο επικεφαλής των Ένωσης Κτηματομεσιτών Αττικής, Λευτέρης Ποταμιάνος, προέβλεψε, μιλώντας στο Reuters, ότι οι τιμές των ακινήτων στην ευρύτερη περιοχή των Αθηνών θα αυξηθούν κατά μέσο όρο 5% -7% φέτος και το 2018.