Τυχοδιωκτικά τώρα, ο Ερντογάν προσεγγίζει τον Ντ. Τράμπ και παίρνει αποστάσεις από τον Βλ. Πούτιν.

Στην κινούμενη άμμο της συριακής κρίσης εισέρχεται σιγά σιγά η νέα κυβέρνηση των ΗΠΑ, μετά τις επαφές του Μάικ Πομπέο στην Τουρκία, τα ρωσικά φίλια πυρά κατά των Τούρκων στρατιωτών και την απόρριψη από την πλευρά του Μπασάρ αλ Ασαντ της αμερικανικής πρότασης για δημιουργία «ασφαλών ζωνών».

Στο φόντο της σύγκλισης μεταξύ ΗΠΑ και Τουρκίας για τα θέματα της Συρίας (και όχι μόνο) που αρχίζει να διαφαίνεται μετά την τηλεφωνική συνομιλία Πενς – Γιλντιρίμ και τις δηλώσεις του Αμερικανού αντιπροέδρου για «μια νέα ημέρα» στις διμερείς σχέσεις, ξεχωρίζουν οι νέες αλληλοκατηγορίες μεταξύ Μόσχας και Αγκυρας για το περιστατικό των νεκρών στρατιωτών από ρωσικό βομβαρδισμό στην Αλ Μπαμπ.

Παρότι και οι δύο πλευρές εμφανίζονται να συμφωνούν ότι πρόκειται για ατύχημα και ότι ο βομβαρδισμός των θέσεων των Τούρκων στρατιωτών, από τον οποίο έχασαν τη ζωή τους τρεις, δεν ήταν εσκεμμένος. Η τουρκική πλευρά υποστηρίζει ότι το θέμα θα διερευνηθεί και το Κρεμλίνο ότι οι ίδιοι οι Τούρκοι έδωσαν τις συντεταγμένες για το πού θα χτυπήσουν τα ρωσικά μαχητικά. Στη ρωσική ανακοίνωση η Αγκυρα απάντησε ότι όντως είχαν δώσει στους Ρώσους συντεταγμένες για το συγκεκριμένο κτίριο που χτυπήθηκε, αλλά ότι οι συντεταγμένες ήταν για να ξέρουν πού είναι οι δικοί τους στρατιώτες.

Αυτό που προβληματίζει τους αναλυτές είναι πως η ταχεία σύγκλιση της κυβέρνησης Τραμπ με την Τουρκία, η οποία βέβαια και αυτή γίνεται δεκτή με επιφυλάξεις από τον «σουλτάνο», καθώς δεν έχει λυθεί το θέμα με την αμερικανική στήριξη στους Κούρδους της Συρίας, δεν ακολουθείται από την αναμενόμενη ταχεία σύγκλιση της Ουάσιγκτον με τη Μόσχα. Παράλληλα ως ανησυχητικό κρίνεται το γεγονός ότι η νέα αυτή αμερικανική «εισβολή» στην εξίσωση των δυνάμεων στη Συρία πυροδοτεί, όπως καταδεικνύεται από την περίπτωση της Αλ Μπαμπ, μια χειροτέρευση του… συντονισμού μεταξύ των ρωσικών και των τουρκικών δυνάμεων στη Συρία.

Το παιχνίδι γίνεται ακόμη πιο περίπλοκο εάν συνυπολογιστεί το γεγονός ότι οι ρωσικές δυνάμεις βρίσκονται στη Συρία έπειτα από πρόσκληση του Μπασάρ αλ Ασαντ, ενώ οι τουρκικές υπό την ανοχή της Ρωσίας αλλά και της κυβέρνησης της Συρίας. Με αυτό ως δεδομένο η άρνηση του Μπασάρ αλ Ασαντ να δεχθεί την αμερικανική πρόταση για δημιουργία ασφαλών ζωνών για τους αμάχους στη Συρία (πρόταση που παλαιότερα έχει κάνει και η Αγκυρα, η οποία όμως τώρα αμφιβάλλει για το πώς αυτή θα εφαρμοστεί από την κυβέρνηση Τραμπ και ποιος θα είναι ο δικός της ρόλος στην εφαρμογή της), θέτει υπό αμφισβήτηση την καλή συνεργασία μεταξύ Τουρκίας και Ρωσίας.

Συνεργασίες

Σε αυτό το σημείο αξίζει να σημειωθεί ότι ο Σύρος πρόεδρος χαιρέτισε την προσήλωση της αμερικανικής ηγεσίας στη μάχη κατά των τζιχαντιστών (με επιφυλακτικότητα και αυτός) και υποστήριξε ότι μια συνεργασία της Ουάσιγκτον με τον ίδιο και τη Ρωσία θα ήταν μια θετική εξέλιξη, εφόσον όμως οι ΗΠΑ «λάβουν μια σαφή πολιτική θέση για την εθνική κυριαρχία και την ενότητα της Συρίας». Σημαντικός παράγοντας σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο, όσον αφορά δηλαδή την ενότητα της Συρίας, αλλά και τις ισορροπίες μεταξύ ΗΠΑ-Τουρκίας- Ρωσίας, είναι το θέμα των Κούρδων της Συρίας, για το οποίο προς το παρόν όλοι, πλην της Τουρκίας, κρατάνε κλειστά τα χαρτιά τους.

ιΗ ΑΜΗΧΑΝΙΑ ΕΡΝΤΟΓΚΑΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΥΟ ΜΕΙΖΟΝΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ

Το ένα σοβαρό πρόβλημα στην περιοχή για την Άγκυρα μία έχει να κάνει με την προκλητική απόφαση της ισραηλινής κυβέρνησης να νομιμοποιήσει χιλιάδες παράνομους εβραϊκούς οικισμούς στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη, μια κίνηση η οποία αποδεικνύει την πρόθεσή της να «σκοτώσει» το σχέδιο της ειρηνικής συνύπαρξης δύο ανεξάρτητων κρατών. Υπενθυμίζεται ότι στο όχι τόσο μακρινό παρελθόν, Άγκυρα και Τελ Αβίβ είχαν ουσιαστικά διακόψει τις διπλωματικές τους σχέσεις, με τον Ερντογάν να κατηγορεί τον Μπέντζαμιν Νετανιάχου ως δήμιο των Παλαιστινίων και να χαρακτηρίζει το Ισραήλ «κράτος τρομοκράτη».

Η δεύτερη εξέλιξη αφορά στη (μη) αντίδρασή του στο διάταγμα Τραμπ με το οποίο ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ απαγορεύει την είσοδο σε αμερικανικό έδαφος στους πολίτες επτά χωρών, κηρύττοντας ουσιαστικά ένα νέο γύρο πολέμου κατά του Ισλάμ. Σημειώνεται ότι ο Ερντογάν δεν έχει κρύψει την επιδίωξή του να ηγηθεί του μουσουλμανικού κόσμου -μάλιστα, δεν είναι λίγες οι φορές που έχει επιχειρήσει να παρουσιαστεί ως ο ισχυρός προστάτης τους απέναντι στη Δύση, όπως έκανε και κατά την πρόσφατη κοινή συνέντευξη Τύπου με την Αγκελα Μέρκελ.

Η στάση αυτή έχει, προφανώς, άμεση σχέση με την αγωνία που έχει καταλάβει τον Ερντογάν για τη στάση που θα τηρήσει τελικώς ο Λευκός Οίκος απέναντι στον ίδιο και τη χώρα του. Είναι δε γεγονός ότι ούτε η τηλεφωνική επικοινωνία του με τον Τραμπ ούτε η επίσκεψη του νέου διευθυντή της CIA έδωσαν πειστικές απαντήσεις στα ερωτήματα του Τούρκου προέδρου. Πολύ περισσότερο που ο Τραμπ άφησε τον Ερντογάν αρκετά πίσω στη σειρά των… τηλεφωνημάτων του με ξένους ηγέτες, ενώ ο Μάικ Πομπέο είχε χαρακτηρίσει το περασμένο καλοκαίρι την Τουρκία ως μία συγκαλυμμένη δικτατορία. Όσο για τη σχέση του με τη Μόσχα και τον Βλαντιμίρ Πούτιν, για την ώρα -και αφού αναγκάστηκε να «καταπιεί» την ηγεμονική παρουσία των Ρώσων και τον κυρίαρχο ρόλο του Άσαντ στη Συρία- μοιάζει ήρεμη. Ωστόσο, ο Ερντογάν είναι αρκετά ικανός και έμπειρος ώστε να γνωρίζει ότι από τη στιγμή που θα μπει σε ένα νέο πλαίσιο η σχέση ΗΠΑ και Ρωσίας και όταν έρθει η ώρα να ανακατευτεί ξανά η τράπουλα, η «αρκούδα» δεν θα διστάσει να τον ξεσκίσει -εκτός εάν έχει προλάβει ο «αετός»…

Ο Τραμπ, η Τουρκία και το Ισραήλ

Ο προχθεσινός «κατά λάθος» βομβαρδισμός των Ρώσων στη Συρία κατά τουρκικής μονάδας έγινε την ώρα που έφτανε στην Αγκυρα ο διευθυντής της CIA και υπενθύμισε στον Ερντογάν ότι «λάθη» μπορούν να γίνουν ανά πάσα στιγμή…
Η στάση που θα τηρήσει ο Ντόναλντ Τραμπ έναντι της Τουρκίας έχει άμεση σχέση με τις γενικότερες επιλογές που θα κάνει για την περιοχή της Μέσης Ανατολής. Το σίγουρο είναι ότι ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ δεν δείχνει να «μασάει» σε απειλές και τελεσίγραφα, όπως εκείνα που διατύπωνε ο Ερντογάν επί Ομπάμα, είτε για διακοπή της ενίσχυσης των Κούρδων της Συρίας είτε για έκδοση του ιμάμη Φετουλάχ Γκιουλέν. Όπως είναι εξίσου σίγουρο ότι το Ισραήλ έχει μεγαλύτερη σημασία γι’ αυτόν σε σύγκριση με την Τουρκία, κάτι που θα αποδειχθεί και κατά την επίσκεψη του Μπέντζαμιν Νετανιάχου στην Ουάσιγκτον, την Τετάρτη.