Στο μισό έχουν μειωθεί οι εξωσωματικές γονιμοποιήσεις τα τελευταία χρόνια. Οι αιτίες του φαινομένου.

Εκτεταμένη η καταστροφή κατεψυγμένων ωαρίων για οικονομικούς λόγους.

«Η πολύδυμη κύηση είναι υψηλού κινδύνου και έχει προβλήματα, όχι μόνο θνησιμότητας αλλά και νοσηρότητας των νεογνών», σημειώνει στην «Κ» ο πρόεδρος της Εθνικής Αρχής Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής (ΕΑΙΥΑ), καθηγητής μαιευτικής-γυναικολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, Αριστείδης Αντσακλής.

«Τα δίδυμα, τρίδυμα, τετράδυμα γεννιούνται πρόωρα και η προωρότητα είναι από τα χειρότερα προβλήματα, που μπορεί να συμβούν στην κύηση και στον τοκετό.

Στις δυσκολίες του όλου εγχειρήματος, της πολυπόθητης απόκτησης ενός και δύο και τριών, ίσως, παιδιών μαζί , έρχονται να προστεθούν οι δύσκολες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες. Με βαρύνουσα και καταθλιπτική σημασία.
Η πιθανότητα επιτυχίας στην εξωσωματική γονιμοποίηση είναι περίπου 45-50% για γυναίκες ηλικίας μέχρι 35 ετών. Σε 3 προσπάθειες το αναμενόμενο ποσοστό γυναικών που θα μείνουν έγκυες φτάνει το 70%. Αυτό σημαίνει ότι ένα σημαντικό ποσοστό ζευγαριών αποτυγχάνει, ακόμα και αν έχει τις καλύτερες προϋποθέσεις να πετύχει εύκολα εγκυμοσύνη με εξωσωματική γονιμοποίηση. Τα πράγματα όμως γίνονται πιο δύσκολα .

ΟΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΚΑΙ ΚΑΝΟΝΕΣ

Πριν προχωρήσουν στη θεραπεία οι επιστήμονες θα αξιολογούν παράγοντες, όπως η αυξημένη ηλικία του συντρόφου και τυχόν συγγένεια του ζευγαριού. Οι γυναίκες δεν πρέπει να υποβάλλονται σε εξωσωματική γονιμοποίηση μετά την ηλικία των 50 ετών.
Παρένθετη μητρότητα προβλέπεται στις ηλικίες 25 έως 45 ετών, για γυναίκες που έχουν αποκτήσει τουλάχιστον ένα παιδί και δεν έχουν υποβληθεί σε περισσότερες από δύο καισαρικές τομές. Σε ανήλικα πρόσωπα μπορεί να γίνει κρυοσυντήρηση γεννητικού υλικού ή γονιμοποίηση ωραρίου, εφόσον υπάρχει σοβαρό νόσημα, το οποίο ενδέχεται να προκαλέσει στειρότητα.

Τα παραπάνω προβλέπονται, μεταξύ άλλων, στον «Κώδικα Δεοντολογίας Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής», ο οποίος εκπονήθηκε από την Εθνική Αρχή Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής και έχει ισχύ νόμου.

Σύμφωνα με τον κώδικα, τα ζευγάρια που πρόκειται να υποβληθούν σε θεραπεία πρέπει να ενημερώνονται αναλυτικά από τους ειδικούς της μονάδας και στη συνέχεια θα υπογράφουν έντυπο με το οποίο θα συναινούν στη διαδικασία. Η Εθνική Αρχή προχωρεί στη δημιουργία εντύπων, τα οποία θα περιλαμβάνουν κοινωνικές, ηθικές, ψυχοκοινωνικές και οικονομικές συνέπειες της διαδικασίας.
Στην ιατρική ενημέρωση θα περιλαμβάνονται πληροφορίες για τα ποσοστά επιτυχίας που έχει η μονάδα σε παρεμφερή ομάδα ζευγαριών. Τα ζευγάρια θα ενημερώνονται και για τις επιπτώσεις της υπερδιέγερσης, τις παρενέργειες των φαρμάκων, τις εγχειρητικές επιπλοκές, τον ακριβή αριθμό των γονιμοποιημένων ωραρίων που θα μεταφερθούν, τα ποσοστά αποβολών, πολύδυμης κύησης και τους κινδύνους που αυτή συνεπάγεται.

ΟΙ ΕΞΩΣΩΜΑΤΙΚΕΣ ΓΟΝΙΜΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ

Σε μια δύσκολη οικονομικά απόφαση έχει εξελιχθεί μέσα στην κρίση η υλοποίηση της επιθυμίας πολλών υπογόνιμων ζευγαριών να αυξήσουν τα μέλη της οικογένειάς τους. Ο αριθμός των κύκλων εξωσωματικής γονιμοποίησης που πραγματοποιούνται ετησίως στην Ελλάδα εκτιμάται ότι έχει μειωθεί κατά 40%-50% σε σχέση με πριν από μία οκταετία, ενώ ζευγάρια που είχαν «φυλάξει» στην κρυοσυντήρηση γονιμοποιημένα ωάρια, για μία επόμενη κύηση, ζητούν πλέον από τις μονάδες να τα καταστρέψουν. Την ίδια στιγμή υπάρχουν και περιπτώσεις ζευγαριών που προχωρούν σε μείωση της πολύδυμης κύησης –δηλαδή την επιλεκτική διακοπή ενός ή περισσότερων εμβρύων– καθώς δεν μπορούν για οικονομικούς λόγους να μεγαλώσουν περισσότερα του ενός παιδιά.

«Μου έτυχε πρόσφατα ένα ζευγάρι που ήθελε να μειώσει τη δίδυμη κύηση σε κύηση ενός εμβρύου. Μου έκανε φοβερή εντύπωση γιατί η γυναίκα ήταν άνω των 40 ετών. Οπως μου είπαν, αισθάνθηκαν ότι δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να μεγαλώσουν δύο παιδιά. Είχαν υπολογίσει ότι τα χρήματα τούς έφταναν να μεγαλώσουν ένα παιδί», αναφέρει στην «Κ» ο γυναικολόγος μαιευτήρας, ειδικός στην εξωσωματική γονιμοποίηση και υπεύθυνος κλινικού προγράμματος της μονάδας υποβοηθούμενης αναπαραγωγής «Εμβρυογένεσις», δρ Μηνάς Μαστρομηνάς.

Και συνεχίζει, «βλέπουμε ζευγάρια τα οποία είχαν καταψύξει έμβρυα (γονιμοποιημένα ωάρια), να επικοινωνούν μαζί μας και να ζητούν να τα καταστρέψουμε, διότι αποφάσισαν ότι δεν μπορούν να κάνουν άλλο παιδί. Τα τελευταία τρία χρόνια έχουμε μία μαζική καταστροφή κατεψυγμένων γονιμοποιημένων ωαρίων κατόπιν αιτήματος των γονέων. Είναι πλέον περισσότερα τα ζευγάρια που αποφασίζουν ότι δεν θέλουν να κάνουν δεύτερο παιδί, σε σχέση με αυτά που έρχονται για εμφύτευση για δεύτερη κύηση».

Πριν από την οικονομική κρίση, εκτιμάται ότι στην Ελλάδα γίνονταν 15.000 κύκλοι εξωσωματικής γονιμοποίησης ετησίως. Το 2013, η μοναδική χρονιά με επίσημα στοιχεία που κατάφερε να συλλέξει η Εθνική Αρχή Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής, πραγματοποιήθηκαν 12.750, ενώ σήμερα υπολογίζεται ότι ο αντίστοιχος αριθμός είναι μεταξύ 8.000-9.000. Πρόκειται για εκτίμηση από την εμπειρία των ίδιων των γιατρών, αλλά και από την κατανάλωση των ειδικών φαρμάκων που χορηγούνται και η οποία υπολογίζεται ότι έχει μειωθεί περίπου κατά 50%.

Στην Ελλάδα υπολογίζεται ότι το 5% των παιδιών που γεννιούνται είναι από εξωσωματική γονιμοποίηση. «Από αυτά ένα σημαντικό ποσοστό είναι πολύδυμα, κυρίως δίδυμα. Σήμερα εκτιμάται ότι περίπου το 20% των κυήσεων από εξωσωματική είναι πολύδυμες. Και αξίζει να σημειωθεί ότι στη φύση δίδυμη κύηση είναι μία στις 80 (1,2%) και τρίδυμη μία στις 8.000 (0,012%)», σημειώνει ο κ. Μαστρομηνάς. Που σημαίνει ότι η εφαρμογή της εξωσωματικής γονιμοποίησης έχει αυξήσει το ποσοστό των πολύδυμων τοκετών σε «μη φυσιολογικά» επίπεδα. Στο ΙΑΣΩ το ποσοστό των πολύδυμων κυήσεων στο σύνολο των τοκετών κυμαίνεται τα τελευταία τρία χρόνια μεταξύ 4,3% και 4,4%.

Στο μαιευτήριο «Μητέρα», πέρυσι το 3,25% των τοκετών που πραγματοποιήθηκαν αφορούσε σε δίδυμα και το 0,04% σε τρίδυμα, ενώ το 2015 το 3,2% και το 0,038% των τοκετών ήταν δίδυμα και τρίδυμα αντίστοιχα. Σε πραγματικούς αριθμούς, πέρυσι στο «Μητέρα» οι τοκετοί διδύμων ήταν 159 και τριδύμων 2. Στο νοσοκομείο «Αλεξάνδρα» οι τοκετοί σε δίδυμες κυήσεις ήταν πέρυσι 104 και σε τρίδυμες 6, και στο «Ελενα Βενιζέλου» 77 γυναίκες έφεραν στον κόσμο δίδυμα.

Από το 2014 και μετά, πάντως, διαφαίνεται μία μείωση κυρίως των τρίδυμων κυήσεων (στο «Μητέρα», από 14 το 2014, σε μόλις δύο το 2015 και δύο το 2016), η οποία οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στα όρια που θέσπισε η Εθνική Αρχή Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής στον αριθμό των γονιμοποιημένων ωαρίων που επιτρέπεται να μεταφερθούν στην υποψήφια μητέρα. Αλλωστε οι πολύδυμες κυήσεις θεωρούνται «επιπλοκή» της εξωσωματικής. Στις δεκαετίες του 1980 και του 1990 η τάση ήταν να μεταφέρονται πολλά έμβρυα (γονιμοποιημένα ωάρια). Οι λόγοι ήταν η πίεση από τα ζευγάρια για άμεσα θετικό αποτέλεσμα και του μεγάλου ανταγωνισμού των μονάδων εξωσωματικής που ήθελαν να δείξουν υψηλά ποσοστά επιτυχίας. Στη συνέχεια όμως η πρακτική έδειξε ότι το αποτέλεσμα ήταν πολύδυμες κυήσεις που είχαν σοβαρές συνέπειες.

«Η πολύδυμη κύηση είναι υψηλού κινδύνου και έχει προβλήματα, όχι μόνο θνησιμότητας αλλά και νοσηρότητας των νεογνών», σημειώνει στην «Κ» ο πρόεδρος της Εθνικής Αρχής Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής (ΕΑΙΥΑ), καθηγητής μαιευτικής-γυναικολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, Αριστείδης Αντσακλής. «Τα δίδυμα, τρίδυμα, τετράδυμα γεννιούνται πρόωρα και η προωρότητα είναι από τα χειρότερα προβλήματα που μπορεί να συμβούν στην κύηση και τον τοκετό. Ενα πρόωρο έχει μεγαλύτερη νοσηρότητα από ένα τελειόμηνο. Επομένως, όταν ένας πρόωρος τοκετός είναι προκλητός, γιατί εσείς προκαλέσατε μία τρίδυμη ή τετράδυμη κύηση, προκαλέσατε παράλληλα και αυξημένη θνησιμότητα και νοσηρότητα στα νεογνά. Επιπλέον, πολλές φορές οι γυναίκες με πολύδυμη κύηση προχωρούν σε επέμβαση μείωσης του αριθμού των εμβρύων που κυοφορούν κυρίως από τρίδυμα σε δίδυμα. Ομως αυτό είναι ένα σχήμα οξύμωρο. Από τη μία η γυναίκα να προσπαθεί να κάνει ένα παιδί, και από την άλλη, να φτάνει σε κάποια επέμβαση με αυξημένο κίνδυνο να αποβληθεί συνολικά η κύηση».

Την τελευταία δεκαετία στις περισσότερες χώρες έχουν θεσμοθετηθεί όρια στον αριθμό των γονιμοποιημένων ωαρίων που μεταφέρονται στις υποψήφιες μητέρες. Στην Ελλάδα αυτό έγινε το 2014 και όπως αναφέρει ο κ. Αντσακλής «ήταν η πρώτη παρέμβαση που κάναμε όταν αναλάβαμε και ήδη υπάρχουν ενδείξεις για μείωση στον αριθμό κυρίως των τρίδυμων κυήσεων». «Υπάρχουν, άλλωστε, μελέτες που δείχνουν ότι η επιτυχία κάθε κύκλου εξωσωματικής είναι η ίδια ανεξαρτήτως του αριθμού των εμβρύων που μεταφέρονται κάθε φορά στη γυναίκα», σημειώνει ο κ. Μαστρομηνάς. «Αυτό που αλλάζει είναι ότι στην περίπτωση που τα γονιμοποιημένα ωάρια μεταφερθούν ένα κάθε φορά, η γυναίκα μπορεί να μείνει έγκυος μετά από τέσσερις πέντε μήνες, ενώ στην περίπτωση που τοποθετηθούν π.χ. τρία, θα μείνει σύντομα έγκυος, αλλά θα κινδυνεύει να έχει πολύδυμη κύηση».

Ελεγχος και άδειες στις μονάδες

Τον ερχόμενο μήνα αναμένεται να έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία αδειοδότησης των ιδιωτικών και δημόσιων μονάδων ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής που λειτουργούν στην Ελλάδα. Οι 44 μονάδες που λειτουργούν στην Ελλάδα –η πλειονότητα των οποίων ιδιωτικές– έχουν υποβάλει αιτήσεις για αδειοδότηση στην Εθνική Αρχή Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής (ΕΑΙΥΑ), και από αυτές έως την προηγούμενη εβδομάδα είχαν αδειοδοτηθεί 15.

Ο στόχος που έχει θέσει η ΕΑΙΥΑ είναι να έχουν αδειοδοτηθεί όλες όσες πληρούν τις προϋποθέσεις έως το τέλος Απριλίου. Η διαδικασία ξεκίνησε τον περασμένο Οκτώβριο. Είχε προηγηθεί η έκδοση Προεδρικού Διατάγματος για τους όρους και προϋποθέσεις ίδρυσης και λειτουργίας των μονάδων τον Φεβρουάριο 2016.Για την καλύτερη εποπτεία του χώρου της ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, η ΕΑΙΥΑ σχεδιάζει την ηλεκτρονική διασύνδεση όλων των μονάδων με την Αρχή, προκειμένου να γίνεται αξιόπιστη καταγραφή των κύκλων εξωσωματικής γονιμοποίησης που πραγματοποιούνται στην Ελλάδα. Με την ηλεκτρονική διασύνδεση, η ΕΑΙΥΑ θα μπορεί να παρακολουθεί σε πραγματικό χρόνο τις θεραπευτικές διαδικασίες στις οποίες υποβάλλονται τα υπογόνιμα ζευγάρια, η έκβασή τους, οι δότες, τα ανεπιθύμητα συμβάντα κ.ά.

Είναι ενδεικτικό ότι για την καταγραφή των πεπραγμένων των μονάδων του 2013 χρειάστηκαν έξι μήνες συλλογής στοιχείων από την ΕΑΙΥΑ, ενώ αυτή την περίοδο συλλέγονται δεδομένα του 2014. Στο πλαίσιο της συλλογής των στοιχείων υπήρξαν μονάδες που δεν ανέφεραν πόσα ζευγάρια, τα οποία είχαν εξυπηρετήσει, κατάφεραν να τεκνοποιήσουν, ενώ έως πρότινος ουδείς μπορούσε να ελέγξει εάν οι δότριες είχαν ξεπεράσει ή όχι το όριο των 10 ωαρίων που επιτρέπεται να προσφέρουν.