Σχέδιο απασχόλησης για 300.000 ανέργους, υπόσχεται η Κυβέρνηση.

Φιλόδοξο και εκτεταμένο πρόγραμμα απασχόλησης -που σε βάθος τριετίας θα αφορά πάνω από 300.000 ανέργους- προωθεί η κυβέρνηση με τη συνεργασία της Παγκόσμιας Τράπεζας, μετά και την απόφαση του Eurogroup ότι τα σχετικά κονδύλια δεν θα εγγράφονται στο έλλειμμα.

Παράλληλα, στην ατζέντα των κυβερνητικών προτεραιοτήτων εξακολουθεί να βρίσκεται ο προσδιορισμός των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος, που με βάση τη συμφωνία του Αυγούστου του 2015 θα εφαρμοστούν μετά τη λήξη του προγράμματος – δηλαδή μετά τον Αύγουστο του 2018. Ο δε προσδιορισμός των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος θα ανοίξει τον δρόμο για την ένταξη της χώρας στο ευνοϊκό για την ελληνική οικονομία πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.

Οι πληροφορίες άλλωστε λένε ότι ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας διατηρεί ανοιχτή επικοινωνία με κορυφαίους «παίκτες» της διαπραγμάτευσης – όπως με τον επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μάριο Ντράγκι, ο οποίος είχε πρόσφατα συνάντηση εργασίας για το ελληνικό ζήτημα με την καγκελάριο Ανγκελα Μέρκελ.

Από την πλευρά του ο κυβερνητικός εκπρόσωπος εκτίμησε ότι αμέσως μετά την ολοκλήρωση της τεχνικής συμφωνίας και στο πλαίσιο της β’ αξιολόγησης αναμένεται η συγκεκριμενοποίηση των μεσοπρόθεσμων μέτρων για την απομείωση του χρέους.

«Μετά τον καθορισμό τους θα διευκολυνθεί η μελέτη βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους, γεγονός που θα δώσει τη δυνατότητα τόσο στο ΔΝΤ να συμμετάσχει στο ελληνικό πρόγραμμα όσο και στην ΕΚΤ να εντάξει τα ελληνικά ομόλογα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Νομίζω ότι αυτή τη στιγμή έχει βρεθεί ένα σημείο ισορροπίας και θα μπορέσουμε να προσδιορίσουμε τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος εντός του επόμενου χρονικού διαστήματος» τόνισε.

«Πρόκειται λοιπόν για μια συμφωνία που είναι κάτι περισσότερο από την ολοκλήρωση μιας απλής αξιολόγησης, αφού ταυτόχρονα επιλύει το κρίσιμο θέμα της βιωσιμότητας του χρέους και δίνει το πράσινο φως στις αγορές για να εμπιστευτούν την ελληνική οικονομία» υποστήριξε δε ο κ. Τζανακόπουλος, ο οποίος επέμεινε πρώτον ότι η εφαρμογή των μέτρων αφορά από την αρχή του 2019 και μετά και δεύτερον ότι η εφαρμογή του δημοσιονομικού μείγματος (μέτρων – αντιμέτρων) θα γίνει ταυτόχρονα.

Αυτό που συζητείται αυτήν την ώρα με τους θεσμούς είναι αν τα εν λόγω μέτρα θα αφορούν το 2% του ΑΕΠ, ήτοι 3,6 δισ. ευρώ, ή αν θα μειωθεί το ποσό. Είναι επίσης ενδιαφέρον ότι έτερο σημαντικό σημείο της συζήτησης αφορά στον μηχανισμό που θα προβλέπει την υλοποίηση των στόχων για το 2018: «Ενας μηχανισμός που θα μας δώσει τη δυνατότητα τον Οκτώβρη του 2018 και όχι τον Μάη του 2019 να έχουμε μια σαφή εικόνα για το εάν επιτυγχάνεται το πρωτογενές πλεόνασμα, με δεδομένο ότι στόχος είναι τα μέτρα να εφαρμοστούν ταυτόχρονα από 1.1.2019» εξήγησε χαρακτηριστικά ο κ. Τζανακόπουλος, διαψεύδοντας στη συνέχεια ότι υπάρχουν γκρίζα σύννεφα και διαφωνίες μεταξύ του κ. Τσίπρα και του κ. Τσακαλώτου για τη διαπραγμάτευση.

Πυρά
«Αυτά τα σκέφτονται μόνο οι επικοινωνιακοί εγκέφαλοι της ΝΔ επειδή δεν έχουν κανέναν άλλον τρόπο να αντιπολιτευθούν την κυβέρνηση» ανέφερε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, προσθέτοντας ότι οι κ. Τσίπρας και Τσακαλώτος είναι «δύο διαφορετικοί άνθρωποι που στην πραγματικότητα περιγράφουν την ίδια πολιτική ουσία με διαφορετικό λεξιλόγιο».

Η αλλαγή σελίδας στον αναπτυξιακό τομέα επιχειρείται από την κυβέρνηση και εκτός του ασφυκτικού πλαισίου της αξιολόγησης. Ετσι τη Δευτέρα θα συνεδριάσει, μετά από αρκετούς μήνες, σε πλήρη σύνθεση το υπουργικό συμβούλιο ώστε να εγκριθεί το εθνικό σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης. Ο κ. Τζανακόπουλος υπενθύμισε επίσης ότι είναι θέμα χρόνου και η εκκίνηση των διαδικασιών για τον διάλογο σχετικά με τη συνταγματική αναθεώρηση.

Τεχνικές λεπτομέρειες απομένουν στη διαπραγμάτευση της ελληνικής διαπραγματευτικής ομάδας με τους επικεφαλής των θεσμών προκειμένου να διαμορφωθεί το οριστικό πλαίσιο για τον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών.

Μετά το πέρας της χθεσινής τρίωρης συνάντησης με τους θεσμούς, κυβερνητική πηγή υπογράμμισε ότι «ενώ αρχικά υπήρχαν έξι θέματα στα οποία διαφωνούσαμε, πλέον απομένουν 2-3 τα οποία απαιτούν περαιτέρω τεχνική επεξεργασία».

Το βασικότερο «αγκάθι» παραμένει το ζήτημα της δυνατότητας διαγραφής -στο πλαίσιο αναδιάρθρωσης των επιχειρηματικών οφειλών- των παρακρατούμενων φόρων και πιο συγκεκριμένα του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (ΦΠΑ) και του Φόρου Μισθωτών Υπηρεσιών (ΦΜΥ), κάτι το οποίο ζητούν οι δανειστές, αλλά η κυβέρνηση δεν φέρεται διατεθειμένη να το δεχθεί.

Ακόμη μία εκκρεμότητα είναι το «κατώφλι» των οφειλών που θα πρέπει να έχει μια επιχείρηση ώστε να δικαιούται να υπαχθεί στον μηχανισμό, με την κυβέρνηση να βάζει τον πήχη στα 20.000 ευρώ και τους δανειστές να ζητούν να ανέβει στις 50.000 ευρώ. Η ίδια πηγή πάντως τόνισε ότι «στο θέμα αυτό δεν υπάρχουν ιδεολογικές διαφορές όπως ισχύει στα εργασιακά».

 

SHARE