Οι τράπεζες σαρώνουν πλέον και σπίτια των 80.000 ευρώ

Το κύμα των πλειστηριασμών που έρχεται τους αμέσως επόμενους μήνες ανησυχεί την κυβέρνηση καθώς στο στόχαστρο μπαίνουν σπίτια αντικειμενικής αξίας 80.000 ευρώ ή και ακόμη μικρότερης αξίας. Το παζάρι της κυβέρνησης με τους δανειστές για την παράταση πέραν της 31/12/18 της ισχύος του νόμου Κατσέλη ξεκινά, αλλά μέχρι στιγμής τουλάχιστον συγκεντρώνει ελάχιστες πιθανότητες επιτυχίας.

Ο κίνδυνος να βρεθεί η χώρα σε δυόμισι μήνες χωρίς κανένα νομικό πλαίσιο έστω ελάχιστης προστασίας των δανειοληπτών είναι περισσότερο από ορατός. Ο νέος κύκλος της αμφιβολίας που ξεκίνησε πρόσφατα για το τραπεζικό σύστημα και η εξουθενωτική πίεση των εποπτικών αρχών (SSM) στις ελληνικές τράπεζες για ρευστοποίηση των καλυμμάτων στα κόκκινα δάνεια δημιουργούν ένα περιβάλλον που δεν αφήνει σημαντικά περιθώρια αισιοδοξίας για παράταση της ισχύος του νόμου Κατσέλη. Ταυτόχρονα, οι τράπεζες, έχοντας κινήσει διαδικασίες για τον μεγαλύτερο όγκο των πιο ανώδυνων κοινωνικά προβληματικών δανείων (καταναλωτικά άνευ εξασφαλίσεων, μικρές επιχειρήσεις κ.λπ.) αρχίζουν και αναρτούν στην ηλεκτρονική πλατφόρμα πλειστηριασμών νέες αναγκαστικές εκτελέσεις για στεγαστικά δάνεια.

Η άτυπη συμφωνία που υπήρχε μεταξύ τραπεζών και κυβέρνησης για να βγαίνουν σε πλειστηριασμούς σπίτια που απέχουν σημαντικά από το να χαρακτηρίζονται «λαϊκές κατοικίες» έχει εκ των πραγμάτων καταρρεύσει. Είτε επειδή τα σπίτια ειδικών χαρακτηριστικών (μεγάλα ακίνητα, προνομιούχες περιοχές, παραθαλάσσια κ.λπ.) είναι πεπερασμένα σε αριθμό, είτε λόγω των έντονων πιέσεων στις τράπεζες να επιταχύνουν τη διαδικασία εξυγίανσης των χαρτοφυλακίων τους, ο πήχης συνεχώς τοποθετείται και χαμηλότερα.

Αρχικά επιλέγονταν κατοικίες-ακίνητα αξίας υψηλότερης των 300.000 ευρώ. Το όριο σταδιακά υποχώρησε στα 150.000 ευρώ και τώρα είναι στα 100.000 ευρώ ή/και χαμηλότερα. Αυτήν την περίοδο σπίτια αντικειμενικής αξίας 70.000-80.000 ευρώ ανεβαίνουν συνεχώς στην πλατφόρμα των πλειστηριασμών. Σύμφωνα με την υπάρχουσα δυναμική, από τον Ιανουάριο θα πραγματοποιούνται κάθε μήνα περίπου 3.000 πλειστηριασμοί με την πλειοψηφία αυτών να αφορά σπίτια που ανήκουν στην κατηγορία των λεγόμενων «λαϊκών κατοικιών».

Την περασμένη Τρίτη, 9 Οκτωβρίου, η επιτροπή για τα κόκκινα δάνεια της Ελληνικής Ενωσης Τραπεζών (ΕΕΤ), στην οποία προεδρεύει ο αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος, Troubled Assets Group της Eurobank Θεόδωρος Καλαντώνης και μετέχουν εκπρόσωποι όλων των τραπεζών, συναντήθηκε με αξιωματούχους των υπουργείων Οικονομίας, Οικονομικών, Δικαιοσύνης κ.ά. Η συνάντηση πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της προπαρασκευής της κυβέρνησης για τον νέο κύκλο επαφών με τους εκπροσώπους των δανειστών που ξεκινά στο τέλος του μήνα. Οι εκπρόσωποι των υπουργείων ενημέρωσαν τους τραπεζίτες ότι η κυβέρνηση προτίθεται να ζητήσει από τους δανειστές να εγκριθεί η παράταση ισχύος του νόμου Κατσέλη και ζήτησαν από τις τράπεζες να διευκρινίσουν τη στάση τους στο συγκεκριμένο ζήτημα.

Κατά πληροφορίες, οι εκπρόσωποι των τραπεζών απάντησαν ότι δεν έχουν λόγους να αντιτίθενται στην παράταση ισχύος του νόμου. Στις τράπεζες θεωρούν ότι οι αλλαγές που επιβλήθηκαν προσφάτως στον νόμο (άρση του τραπεζικού απορρήτου για όσους προσφεύγουν κ.λπ.) έχουν καταστήσει τις διατάξεις πιο αποτελεσματικές και είναι δύσκολο πλέον να λειτουργούν σαν καταφύγιο για στρατηγικούς κακοπληρωτές και συνεπώς δεν έχουν λόγους να αντιτίθενται στην παράταση ισχύος του νόμου.

Οι εκπρόσωποι των τραπεζών είπαν ότι η μοναδική προϋπόθεση που θέτουν σε περίπτωση παράτασης είναι να μειωθεί η αξία των ακινήτων που σήμερα καλύπτει ο νόμος. Τόνισαν ότι τα σημερινά όρια (αντικειμενική αξία από 120.000 έως και 280.000 ευρώ ανάλογα με τα οικογενειακά κριτήρια) είναι υψηλά. Τόνισαν ότι πρέπει να προστατεύεται η λαϊκή κατοικία, εφόσον πρόκειται για πρώτη και υπάρχει πραγματική αδυναμία εξυπηρέτησης του δανείου και ο νόμος να μη μετατραπεί σε μέσο άμυνας στρατηγικών κακοπληρωτών.

Οι εκπρόσωποι της κυβέρνησης απάντησαν ότι δεν προτίθενται να μειώσουν το ύψος της αντικειμενικής αξίας των ακινήτων που προβλέπουν οι ισχύουσες διατάξεις και η συνάντηση κάπου εκεί ολοκληρώθηκε. Οι τράπεζες έθεσαν το ζήτημα του ορίου προστασίας, επειδή η συντριπτική πλειοψηφία των στεγαστικών δανείων που έχουν χορηγήσει αφορά ακίνητα αξίας κάτω των 100.000 ευρώ και το μέσο ύψος των στεγαστικών δανείων είναι 70.000-80.000 ευρώ. Σημειώνεται ότι η κατάργηση του νόμου Κατσέλη στις 31/12/18, που συμφώνησε η κυβέρνηση με τους δανειστές στη συμφωνία του 2015, δεν πρόκειται να επηρεάσει όσους έχουν ήδη προσφύγει στην προστασία του. Ωστόσο, θα αφήσει τους νέους δανειολήπτες που έρχονται αντιμέτωποι με προβλήματα χωρίς κανένα δίχτυ προστασίας. Στον νόμο Κατσέλη μπορούν σήμερα να προσφύγουν και δανειολήπτες καταναλωτικών δανείων, μικρών επιχειρήσεων κ.λπ.

Στις διατάξεις προσφεύγουν σήμερα περίπου 1.500 δανειολήπτες τον μήνα. Σε ετήσια βάση υπολογίζεται ότι κάθε χρόνο περίπου 18.000 δανειολήπτες με υπόλοιπα της τάξης των 80 εκατ. καταφεύγουν στην ασπίδα του νόμου. Μέχρι στιγμής ο νόμος καλύπτει περίπου 170.000 πρόσωπα. Υπολογίζεται όμως ότι ο αριθμός μπορεί να μειωθεί κατά περίπου 30.000 δανειολήπτες όταν ολοκληρωθεί η διασταύρωση και διερεύνηση των οικονομικών τους στοιχείων, διαδικασία που αναμένεται να ολοκληρωθεί σε τρεις μήνες από σήμερα.