Ο Άγγελος Φιλιππίδης του Τ.Τ. και η Μάνια Τεγοπούλου της «Ελευθεροτυπίας» σε νέες δοκιμασίες.

Απορριπτικός υπήρξε ο εισαγγελέας για τις επισφαλείς δανειοδοτήσεις του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου, όταν ο πρώην πρόεδρος του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου και παλαιότερα επικεφαλής του ΠΑΟ, γνωστός επιχειρηματίας Ά. Φιλιππίδης ζήτησε να αποδεσμεύσει τους λογαριασμούς του και προσέφυγε κατά της σχετικής διάταξης του οικονομικού εισαγγελέα. Ωστόσο, με πρότασή του στο αρμόδιο Συμβούλιο την Πέμπτη 6 Οκτωβρίου, ο κ. Γαληνός Μπρης προτείνει «να γίνει τυπικά δεκτή η προσφυγή, αλλά να απορριφθεί για λόγους ουσίας», επιμένοντας ουσιαστικά στη δέσμευση των λογαριασμών του επιχειρηματία.

Ο πρώην πρόεδρος του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου είχε αφεθεί ελεύθερος μετά την απολογία του με εγγύηση μαμούθ ύψους 2.000.000 ευρώ, ενώ είναι ένας εκ των βασικών κατηγορουμένων στο σκάνδαλο του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου που έχει ήδη βρει το δρόμο για το ακροατήριο. Το πόρισμα για τις επισφαλείς δανειοδοτήσεις ήταν «καταπέλτης» για τον Άγγελο Φιλιππίδη: «Από όσα εκτέθηκαν αναλυτικά στην παρούσα αναφορά μας προκύπτει ότι, μεταξύ άλλων προσώπων, ο Άγγελος Φιλιππίδης, ενήργησε, όπως αναλυτικότερα εκτέθηκε κατά περίπτωση, καταχρώμενος την θέση εμπιστοσύνης που κατείχε ως Πρόεδρος του επίμαχου Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος (Τ.Τ.) και εκμεταλλευόμενος τις δυνατότητες του οικονομικού συστήματος, με την διαχείριση του οποίου ήταν επιφορτισμένος, προκειμένου να επαυξήσει την περιουσία τρίτων προσώπων, ήτοι προς την κατεύθυνση της δημιουργίας πλούτου εκ μέρους των τελευταίων, ενόψει του ύψους και των όρων των επίμαχων κάθε φορά χρηματοδοτήσεων, βλάπτοντας την περιουσία του Δημοσίου».

Αντίστοιχα, σοβαρή είναι κατηγορία και για τα χρήματα που είχε στους λογαριασμούς του, αφού όπως αναφέρεται, «συμπερασματικά, από τον έλεγχο των ανωτέρω προσωπικών τραπεζικών λογαριασμών του Αγγέλου Φιλιππίδη προκύπτει ότι από το έτος 2008 μέχρι και το 2012, αυτοί έχουν τροφοδοτηθεί με σημαντικά ποσά, ορισμένα εκ των οποίων δεν μπορούν να διασταυρωθούν με τα μέχρι σήμερα διαθέσιμα στοιχεία, όπως αποτυπώνονται στις φορολογικές δηλώσεις των οικείων ετών, ενώ επιπρόσθετα έχουν μέχρι σήμερα άγνωστη προέλευση (επιταγές)».

Με το ενδεχόμενο «μπλοκαρίσματος» της υπόθεσης λόγω επίδοσης αμετάφραστου βουλεύματος να έχει απομακρυνθεί οριστικά, η δίκη για τα πεπραγμένα των διοικήσεων 2008 – 2010 στο ΤΤ ξεκινά κανονικά στις 31 Οκτωβρίου. Η ένσταση Σέρβου κατηγορούμενου στην υπόθεση περί ακυρότητας της διαδικασίας απορρίφθηκε με την πρόεδρο της έδρας να επιμένει στη συνέχιση της δίκης. Ωστόσο, οι δικηγόροι των 35 κατηγορουμένων ζητήσαν να μεταφερθεί σε μεγαλύτερη αίθουσα, ικανή να «φιλοξενήσει» όλους τους παράγοντές της με αποτέλεσμα μετά από διενέξεις και αρκετή ένταση το δικαστήριο να διακόψει για τις 31 Οκτωβρίου.

Ζητούν ΦΠΑ 64 εκατ. ευρώ από τη Μάνια Τεγοπούλου για την παλαιά ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ

Την Κυριακή (09/10) ο «Βηματοδότης» αποκάλυψε τις φορολογικές περιπέτειες της Μάνιας Τεγοπούλου και αναφερόμενος σε αυτές, τα βάζει με την ανοησία του υπουργ(ει)ου Οικονομικών και την εχθρότητα των φορολογικών αρχών απέναντι στην πρώην εκδότρια.

Γράφει συγκεκριμένα ο «Βηματοδότης»: «Η Μάνια Τεγοπούλου, εκδότρια της πάλαι ποτέ «Ελευθερο­τυπίας», κόρη του αείμνηστου Κίτσου Τεγόπουλου, αντιμετωπίζει πραγματικά εξοντωτικές διώξεις.

Είναι τέτοια η εχθρότητα των φορολογικών αρχών απέναντί της που δεν έχει προηγούμενο.
Εχασε την ιστορική εφημερίδα και μαζί όλη της την περιουσία. Και τώρα, με την εταιρεία χρεοκοπημένη στα χέρια του συνδίκου, καλείται να αντιμετωπίσει και το αποτέλεσμα εξωλογιστικού ελέγχου για τα έτη 2007, 2008 και 2009.

Οι φωστήρες των φορολογικών αρχών προσδιόρισαν εξωλογιστικά, χωρίς δηλαδή να έχουν πρόσβαση στα λογιστικά βιβλία, επιπρόσθετα έσοδα 93 εκατ. ευρώ. Και διεκδικούν από την κυρία Τεγοπούλου ΦΠΑ 64 εκατ. ευρώ. Τη σέρνουν κάθε λίγο και λιγάκι στα δικαστήρια προκειμένου να επιβάλουν μέτρα αναγκαστικής είσπραξης από ένα πρόσωπο που αποδεδειγμένα δεν έχει και δεν μπορεί. Τόση εχθρότητα λοιπόν και τόση ανοησία συγκεντρωμένη στην κορυφή του υπουργείου Οικονομικών. Να τους χαίρεστε, κύριε Τσίπρα». Μια ακόμη απόδειξη της προκατάληψης όχι μόνο απέναντι στους εκδότες αλλά και στους κληρονόμους τους που κακοτύχησαν επιχειρηματικά.