Μέι και “27” παίζουν το Brexit στα ζάρια

Πώς τελικά σκέφτεται να χειριστεί η Βρετανίδα πρωθυπουργός, Τερέζα Μέι, το ζήτημα της εξόδου της χώρας της από την Ε.Ε.; Ελλείψει συμφωνίας με τους “27”, ενόσω η πλησιάζει η ώρα μηδέν” της 29ης Μαρτίου, οι Βρετανοί εναποθέτουν τις ελπίδες τους για περισσότερη σαφήνεια στα… όσα μπορεί κανείς να κρυφακούσει σε ένα μπαρ.

Πράγματι, η πληροφορία που συζητήθηκε περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη αυτή την εβδομάδα ήταν ότι ο κύριος συνεργάτης της Μέι στη διαπραγμάτευση για το Brexit, Όλι Ρόμπινς, ακούστηκε κατά τη διάρκεια φιλικής συζήτησης με δημοσιογράφο του ΙTV σε μπαρ των Βρυξελλών ότι η ένοικος της Ντάουνινγκ Στριτ σκοπεύει την τελευταία εβδομάδα του Μαρτίου να θέσει τους Βρετανούς βουλευτές ενώπιον του διλήμματος είτε να στηρίξουν το δικό της σχέδιο συμφωνίας με τους “27” (επανεπεξεργασμένο, κατά το δυνατόν, στο σκέλος που αφορά την επίμαχη δικλίδα ασφαλείας στα ιρλανδικά σύνορα) είτε να δοθεί, αλλά μόνο τότε, παράταση στην προθεσμία του άρθρου 50 της Συνθήκης της Λισαβόνας – και μάλιστα πολύμηνη. Προφανώς, τόσο η διατήρηση της ασφυκτικής προθεσμίας της 29ης Μαρτίου μέχρι το “παρά πέντε” όσο και η μακρά παράτασή της αποβλέπουν στο να εκβιαστεί, αντιστοίχως, η συναίνεση όσων θα δουν να πλησιάζει απειλητικά το ενδεχόμενο του “άτακτου Brexit” και όσων θα φοβηθούν ότι η επιλογή της εξόδου κινδυνεύει να παραπεμφθεί στις ελληνικές καλένδες.

Εξίσου ενδιαφέρουσα ήταν η παρατήρηση του Ρόμπινς ότι η ρύθμιση του ιρλανδικού backstop σχεδιάστηκε σαν γέφυρα” για τη μελλοντική εμπορική σχέση ανάμεσα στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αναβολή και σύγχυση

Το ότι η βρετανική επικαιρότητα σημαδεύεται από διαρροές τέτοιου είδους, που πάντως “καίγονται” στο φως της δημοσιότητας, είναι χαρακτηριστικό της σύγχυσης που επικρατεί. Όμως στην πραγματικότητα η πορεία προς το Brexit κρίνεται αλλού.

Η Τερέζα Μέι πράγματι ανέβαλε την προγραμματισμένη για την εβδομάδα αυτή ψηφοφορία στη Βουλή των Κοινοτήτων επί του εναλλακτικού σχεδίου συμφωνίας, για τον πολύ απλό λόγο ότι αυτό δεν υπάρχει, στον βαθμό που οι “27” έχουν αρνηθεί να επαναδιαπραγματευθούν το κείμενο της συμφωνίας και προσφέρουν απλώς ορισμένες πολιτικές εγγυήσεις ως προς το backstop, οι οποίες δεν αρκούν για να κατευνάσουν όσους φοβούνται επ’ αόριστον παγίδευση της Βρετανίας σε μια τελωνειακή σύνδεση με την Ε.Ε., η οποία δεν θα μπορεί να τερματιστεί μονομερώς.

Σύγκλιση με Κόρμπιν

Το κρίσιμο μέγεθος είναι η σύγκλιση που έχει σημειωθεί μεταξύ της πρωθυπουργού, η οποία σπεύδει να πλειοδοτήσει σε διαβεβαιώσεις εξασφάλισης εργασιακής και περιβαλλοντικής προστασίας ευρωπαϊκού τύπου μετά το Brexit, και του ηγέτη των αντιπολιτευόμενων Εργατικών, Τζέρεμι Κόρμπιν, ο οποίος διαπίστωσε ότι πλέον πληρούνται οι πέντε από τους έξι όρους που έχει θέσει στη Μέι – εξαιρουμένης της επιδίωξης για μόνιμη τελωνειακή ένωση με την Ε.Ε.

Σε κάθε περίπτωση, ο Κόρμπιν, ο οποίος ακροβατεί ανάμεσα στη δική του προτίμηση για την έξοδο από την Ε.Ε., τα φιλοευρωπαϊκά αισθήματα των περισσότερων στελεχών και οργανωμένων μελών των Εργατικών και την επίμονη υπέρ του Brexit τοποθέτηση κρίσιμων κατηγοριών ψηφοφόρων του κόμματος, προσπαθεί να υποβαθμίσει την παλαιότερη δέσμευσή του να ταχθεί υπέρ ενός δεύτερου δημοψηφίσματος εάν δεν κατορθώσει να προκαλέσει πρόωρες εκλογές. Όμως και οι Remainers του κόμματός του δείχνουν να μην είναι ικανοί να πάνε στα άκρα την εσωκομματική αντιπαράθεση για μια πρόταση η οποία πολύ δύσκολα θα πετύχει κοινοβουλευτική πλειοψηφία.

Αλληλοεξόντωση τροπολογιών

Όπως και αν έχει, στην προχθεσινή συνεδρίαση της Βουλής των Κοινοτήτων οι Βρετανοί κοινοβουλευτικοί επιβεβαίωσαν ότι αδυνατούν να σχηματίσουν πλειοψηφία σε ένα από τα διαθέσιμα σενάρια. Η πρόταση των Σκωτσέζων εθνικιστών του SNP για μετάθεση κατά τουλάχιστον τρεις μήνες της προθεσμίας της 29ης Μαρτίου απερρίφθη (με την αποχή σημαντικού μέρους της αξιωματικής αντιπολίτευσης), όπως και η πρόταση των Εργατικών να πραγματοποιηθεί ψηφοφορία επί του “σχεδίου Β” μέχρι τέλος Φεβρουαρίου. Όμως και η τροπολογία η οποία επικροτεί τους χειρισμούς της Μέι στην επαναδιαπραγμάτευση με τους “27” απερρίφθη, χάρη σε ορισμένους Συντηρητικούς θιασώτες του “σκληρού Brexit”.

Το νέο πλήγμα στο γόητρο της Μέι δεν αναιρεί, πάντως, το γεγονός ότι ο έλεγχος της διαδικασίας εξόδου παραμένει στα χέρια αποκλειστικά της πρωθυπουργού και όχι του κατακερματισμένου Κοινοβουλίου. Και είναι σαφές ότι η αρχηγός των Συντηρητικών παίζει την τελική έκβαση στα ζάρια.

Ανετοιμότητα των διεθνών εταίρων

Η εταιρεία Ford, που έχει δύο εργοστάσια κινητήρων στη Βρετανία, ανακοίνωσε τον περασμένο μήνα ότι θα βρεθεί αντιμέτωπη με επιβάρυνση ύψους έως 1 δισ. δολαρίων στην περίπτωση που η Βρετανία αποχωρήσει από την Ε.Ε. χωρίς μια συμφωνία και προειδοποίησε την εβδομάδα αυτή την Τερέζα Μέι σε τηλεδιάσκεψη ότι πιθανότατα θα μεταφέρει την παραγωγή της εκτός Βρετανίας.

Στην Ολλανδία, πάλι, έναν από τους σημαντικότερους εμπορικούς εταίρους της Βρετανίας, περίπου 35.000 εταιρείες δηλώνουν ότι δεν έχουν καμία εμπειρία σε ό,τι αφορά τις τελωνειακές διαδικασίες και μόνο σε ποσοστό 18% έχουν προετοιμαστεί για το Brexit. Στη Γερμανία, το Βιομηχανικό και Εμπορικό Επιμελητήριο DIHK ανακοίνωσε ότι μόνο το ένα πέμπτο των 1.500 εταιρειών που συμμετείχαν σε σχετική έρευνα αξιολογεί ότι οι δραστηριότητές τους στη βρετανική αγορά βαίνουν καλώς, ενώ σε ποσοστό 70% αναμένουν επιδείνωση το 2019. Στην Ιρλανδία, που βρέθηκε στην αιχμή της αντιπαράθεσης για το backstop, ο επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας της χώρας, Φίλιπ Λέιν, δήλωσε ότι ένα ξαφνικό Brexit χωρίς συμφωνία τον επόμενο μήνα θα είχε πολύ σοβαρές και άμεσα αρνητικές επιπτώσεις σχεδόν σε όλους τους τομείς της ιρλανδικής οικονομίας.

Είναι αυτά τα δεδομένα που εξηγούν την πίεση που έχει μεταφερθεί και στους “27” και στηρίζουν την προσδοκία της Μέι για παραχωρήσεις της τελευταίας στιγμής στην Ευρωπαϊκή Σύνοδο της 21ης Μαρτίου.

Όμως η ανησυχία δεν είναι απλώς ευρωπαϊκή, αλλά παγκόσμια, φτάνοντας μέχρι τη Νοτιοανατολική Ασία, βασικό τροφοδότη των βρετανικών αλυσίδων παραγωγής. Μελέτη του German Development Institute αναφέρει ότι σε περίπτωση σκληρού Brexit 1,7 εκατ. άνθρωποι απειλούνται με άμεση καταβύθιση στη φτώχεια, καθώς το ΑΕΠ 49 αναπτυσσόμενων χωρών που εμπορεύονται βάσει των προτιμησιακών κανόνων της Ε.Ε. με τη Βρετανία θα σημειώσουν συρρίκνωση του ΑΕΠ τους έως και κατά 1%.