Οι μαρξιστές σύμβουλοι του υπουργού Παιδείας Κ. Γαβρόγλου εισηγούνται για τα σχολεία. Λιγότερη ιστορία της νεώτερης Ελλάδος, καθόλου Βυζάντιο, ελάχιστη κλασσική Αρχαιότητα.

Κατηγορίες των Φιλολόγων κατά υπ. Παιδείας για την Ιστορία: Αλλάζετε ριζικά τον χαρακτήρα του μαθήματος και το υποβαθμίζεται.

Πολύ τεκμηριωμένη, με δυνατά επιχειρήματα και δριμεία κριτική κατά του υπουργείου Παιδείας και συγκεκριμένα του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής για τις σχεδιαζόμενες αλλαγές στο μάθημα της ιστορίας ,ασκεί η Πανελλήνια Ένωση Φιλολόγων.

Η ΠΕΦ δηλώνει συνολικά αντίθετη με το προτεινόμενο σχέδιο επισημαίνοντας σε ανακοίνωσή της ότι «το σχέδιο μεταβάλλει ριζικά τον χαρακτήρα του μαθήματος της Ιστορίας εκτρέποντας το προς κατευθύνσεις που δεν πληρούν τους επιστημονικούς και παιδαγωγικούς του στόχους».

Από την πλευρά του το ΙΕΠ υποστηρίζει ότι οι ενστάσεις και οι παρατηρήσεις θα ληφθούν υπόψη από την επιτροπή που συνέταξε το σχέδιο προκειμένου να καταθέσει μια νεότερη εκδοχή των προηγούμενων, η οποία θα αποτελέσει προϊόν της διαβούλευσης, όπως γράφει η Καθημερινή.

Στην πεντασέλιδη έκθεσής της η Ένωση Φιλολόγων αναφέρει:

Οι προτεινόμενοι θεματικοί φάκελοι έχουν παιδαγωγική και μαθησιακή αξία μόνο εάν εμπλουτίζουν θεματικές ενότητες της συγκεκριμένης διδακτέας ύλης και λειτουργούν επικουρικά στη μαθησιακή διαδικασία. Ο τρόπος που προτείνεται να χρησιμοποιηθούν (Οι εκπαιδευτικοί θα έχουν ελευθερία να επιλέγουν βάσει καθορισμένων κριτηρίων έναν αριθμό από αυτούς τους φακέλους, προκειμένου να διαμορφώσουν το ετήσιο πρόγραμμα διδασκαλίας τους…) ακυρώνει την παροχή ενιαίας ιστορικής γνώσης προς όλους τους μαθητές του ελληνικού σχολείου

Η Ιστορία ως μάθημα δεν μπορεί να απολέσει τον πρωταρχικό της στόχο που είναι η προσέγγιση του παρελθόντος και η αξιοποίηση της παρεχόμενης γνώσης στο παρόν για τη συγκρότηση πολιτών με ελεύθερη και δημοκρατική συνείδηση. Η μονομερής έμφαση σε κάποιον από τους επιμέρους τομείς -κοινωνικό, πολιτικό, οικονομικό, εθνικό, πολιτιστικό κ.ά.- οδηγεί το μάθημα σε αλλότριες κατευθύνσεις, που υπηρετούνται από άλλες επιστήμες, όπως η κοινωνιολογία, η πολιτική οικονομία, η ιστορία της τέχνης κ.ά

Για την πρόταση της επιτροπής όσον αφορά το πρόγραμμα του Δημοτικού σημειώνεται ότι οι προτάσεις της Επιτροπής, εκτός από την αδόκιμη χρήση ιστορικών όρων, όπως «υδραυλικοί άθλοι του Ηρακλή», «ελληνικοί μύθοι σχετιζόμενοι με πολεμικές ενέργειες», «εποχή του Χριστιανισμού» σε αντικατάσταση του όρου Βυζαντινή εποχή κ.ά., σε ό,τι αφορά την αναδιάρθρωση της ύλης, δημιουργούν παιδαγωγικά ζητήματα, εφόσον υπονομεύουν τη διδασκαλία της Ελληνικής Ιστορίας Ειδικότερα, στη Δ’ Δημοτικού αντικαθίσταται η Αρχαία Ελληνική Ιστορία από την οικογενειακή και την τοπική ιστορία, στην Ε’ Δημοτικού αντικαθίσταται η Βυζαντινή Ιστορία από τη συρρικνωμένη συνεξέταση της Αρχαίας Ελληνικής και Βυζαντινής Ιστορίας, στην ΣΤ’ Δημοτικού προβλέπεται η διδασκαλία μιας μεγάλης χρονικής περιόδου που αρχίζει από τον 15ο αιώνα και τελειώνει στη σύγχρονη εποχή. Έτσι το ενδιαφέρον εστιάζεται κυρίως στην ίδρυση του Ελληνικού κράτους και στους δύο παγκόσμιους πολέμους ενώ θεωρούνται ήσσονος σημασίας η τουρκοκρατία και η ελληνική επανάσταση

– Για το πρόγραμμα δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης το σημαντικότερο πρόβλημα εντοπίζεται στην αναδιάρθρωση της ύλης ανά τάξη. Συγκεκριμένα, δίνεται μεγαλύτερο εύρος στη διδασκαλία της Ιστορίας των Νεότερων Χρόνων σε βάρος της Αρχαίας και της Βυζαντινής-Μεσαιωνικής Ιστορίας, δεδομένου ότι προβλέπεται η Ιστορία των Νεότερων Χρόνων και της Σύγχρονης Εποχής να διδαχθεί στην Γ’ Γυμνασίου, στην Α’ Λυκείου και σε θεματικές ενότητες στη Β’ και Γ’ Λυκείου.

Η ΠΕΦ σημειώνει, τέλος, ότι «η νέα αντίληψη για την Ιστορία και τη διδασκαλία της, που κυριαρχεί στα Προγράμματα Σπουδών του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής, βασίζεται στην κατανόηση, κατά κύριο λόγο, του παρόντος, στην αναζήτηση ταυτοτήτων και στην βιωματική προσέγγιση, γεγονός που καταλήγει σε μια ιδεολογική κατασκευή και σε υποκειμενικές σχετικιστικές αλήθειες. Πρόκειται για μια χρηστική, ιδεοληπτική ιστορία σύμφωνα με την οποία τα επιστημονικά κριτήρια δεν θεωρούνται αναγκαία».

Στα σχολικά βιβλία «βαφτίζουν» τα Σκόπια «Μακεδονία» και τον Εμφύλιο «επανάσταση»

Παραχάραξη της Ιστορίας επιχειρεί ο σύμβουλος του υπουργού Παιδείας, Πολυμέρης Βόγλης, που ανέλαβε τη μελέτη των αλλαγών στα σχολικά βιβλία Ιστορίας – Το δικό του βιβλίο «Η αδύνατη επανάσταση» είναι ενδεικτικό των προθέσεών του, τονίζει το ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ και αναφέρει :

«Ο ελληνικός εμφύλιος ήταν μία επανάσταση, η μοναδική στην Ελλάδα του 20ού αιώνα, έστω και αν, έτσι όπως εξελίχθηκε, δεν θα μπορούσε να αποβεί νικηφόρα». Πρόκειται για την επιστημονική θέση του προέδρου της επιτροπής για την αναμόρφωση του μαθήματος της Ιστορίας σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, ο οποίος θεωρεί ότι ήρθε το πλήρωμα του χρόνου να διδαχτούν τα Ελληνόπουλα εκτενώς τον Εμφύλιο.

Ο αναπληρωτής καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας Πολυμέρης Βόγλης, ο οποίος ανέλαβε για λογαριασμό του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής να υποβάλει μελέτη στον υπουργό Παιδείας Κώστα Γαβρόγλου αναφορικά με τις αλλαγές που πρέπει να γίνουν στη διδασκαλία της Ιστορίας, κατατάσσει τα Δεκεμβριανά στις «επαναστατικές στιγμές» των Ελλήνων. Στα όσα ενδιαφέροντα υποστηρίζει ο συγκεκριμένος πανεπιστημιακός συγκαταλέγεται και η άποψη που έχει εκφράσει δημοσίως περί «δυσανεξίας της ελληνικής κοινωνίας» να αναγνωρίσει τα Σκόπια με το όνομα «Μακεδονία», με τον ίδιο να προαναγγέλλει ότι στα νέα βιβλία Ιστορίας δεν θα πρέπει να παραλειφθεί, εκτός των άλλων, και «η βία του Ελληνικού Στρατού κατά τη Μικρασιατική Εκστρατεία»!

Πρόσφατα το «ΘΕΜΑ» (9/4/2017) παρουσίασε την περίπτωση του νέου συμβούλου του κ. Γαβρόγλου, με καθήκοντα την επιμόρφωση δασκάλων και καθηγητών, αναπληρωτή καθηγητή Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων Χάρη Αθανασιάδη, ο οποίος, μεταξύ άλλων, υποστηρίζει ότι «η Ρεπούση θα έπρεπε να γράψει στο βιβλίο της Ιστορίας και για τις σφαγές καθώς υποχωρούσε ο ελληνικός στρατός, που δεν άφηνε τίποτα όρθιο πίσω του στη Σμύρνη».

Την ίδια άποψη, όμως, έχει και ο πρόεδρος της επιτροπής αναμόρφωσης του Προγράμματος Σπουδών του μαθήματος της Ιστορίας, Πολυμέρης Βόγλης, ο οποίος σε συνέντευξή του στην «Εφημερίδα των Συντακτών» στις 18 Απριλίου, αναφερόμενος στις οδηγίες που θα δώσει σχετικά με τη διδασκαλία των εθνικών τραγωδιών, είπε: «Η διδασκαλία της Ιστορίας οφείλει να δείξει με ποιον τρόπο δημιουργήθηκε ιστορικά η εθνική ταυτότητα, αλλά και γιατί κάποιοι αναγορεύονταν σε “εχθρούς”, σε “άλλους”. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει από την άλλη πλευρά την αποσιώπηση σφαγών ή διωγμών, όπως των σφαγών των Ελλήνων στη διάρκεια της Μικρασιατικής Καταστροφής, ούτε όμως και τη βία του ελληνικού στρατού κατά τη διάρκεια της μικρασιατικής εκστρατείας». Είχε προηγηθεί τη Μεγάλη Παρασκευή(14/4/2017) η κοινή παρουσία των κυρίων Αθανασιάδη και Βόγλη μαζί με την καθηγήτρια Ιστορίας Μαρία Ρεπούση στις σελίδες της «Αυγής» όπου ανέπτυσσαν τις απόψεις τους για το πώς θα πρέπει να διδάσκεται από εδώ και στο εξής η Ιστορία.

Για τα Σκόπια

Εναν χρόνο νωρίτερα, ο κ. Βόγλης, ο οποίος θεωρεί ότι ο ιστορικός «πρέπει να έχει δημόσια παρουσία και λόγο», είχε πάρει θέση πάλι μέσω συνέντευξής του σε ένα ακόμα σημαντικό ζήτημα, αυτό της ονομασίας των Σκοπίων. Μιλώντας στην ιστοσελίδα popaganda.gr και τοποθετούμενος σχετικά με «τα αντιδραστικά, εθνικιστικά αντανακλαστικά μας που αναζωπυρώθηκαν» όταν ο υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής Γιάννης Μουζάλας αποκάλεσε το γειτονικό κρατίδιο «Μακεδονία» σε συνέντευξη Τύπου, απάντησε: «Αναδύθηκε εκ νέου το αδιέξοδο της εξωτερικής ελληνικής πολιτικής τις τελευταίες δεκαετίες. Μία χώρα η οποία έχει αναγνωριστεί από πάρα πολλές άλλες -117 αν δεν απατώμαι- με το ακατονόμαστο όνομα η Ελλάδα επιμένει να την ονομάζει διαφορετικά, τηρώντας το γράμμα και όχι την ουσία». Εξηγώντας «τη δυσανεξία της ελληνικής κοινωνίας» για το θέμα αυτό, αναφέρθηκε στα αντανακλαστικά «που έχουν καλλιεργηθεί συστηματικά επί χρόνια και έχουν μετατρέψει μια σειρά από ζητήματα σε ταμπού. Εχουμε δει τις αρνητικές συνέπειες σε αυτό το πρόβλημα που ταλανίζει την ελληνική κοινωνία και την εξωτερική πολιτική από το 1992. Παρ’ όλα αυτά, έχει παραμείνει ταμπού. Συγχρόνως παρατηρούνται γραφικά φαινόμενα, όπως η εξαφάνιση του ονόματος της χώρας στις αθλητικές συναντήσεις. Είναι, δηλαδή, σαν να εθελοτυφλούμε, να μην αντιλαμβανόμαστε τι συμβαίνει στον υπόλοιπο κόσμο».