Η Κένυα διώχνει 600.000 πρόσφυγες – Ανησυχία στην Ευρώπη

Μπουρλότο στα θεμέλια της ευρωπαϊκής πολιτικής για τη διαχείριση του Προσφυγικού βάζει η απόφαση της κυβέρνησης της Κένυας να κλείσει τα δύο μεγαλύτερα κέντρα φιλοξενίας προσφύγων, καθώς εκφράζεται ανησυχία ότι πολλοί από τους πρόσφυγες θα κατευθυνθούν προς την Ευρώπη.

Η κυβέρνηση του Ουχούρου Κενιάτα είχε ανακοινώσει την απόφασή της να κλείσει τα αχανή κέντρα, στα οποία ζουν περισσότεροι από 600.000 πρόσφυγες, κυρίως από τη γειτονική Σομαλία, τον περασμένο μήνα, επικαλούμενη το υπερβολικό οικονομικό βάρος για τη χώρα και εγείροντας ζήτημα ασφαλείας, καθώς θεωρεί ότι τα κέντρα αυτά έχουν γίνει προπύργια της τρομοκρατικής οργάνωσης Αλ Σαμπάαμπ.

Στόχος της Κένυας είναι ο επαναπατρισμός των προσφύγων των δύο κέντρων στην Σομαλία και γενικότερα στις χώρες καταγωγής τους, κάτι το οποίο όμως θεωρείται λανθασμένη κίνηση, δεδομένου ότι οι περισσότεροι πρόσφυγες σε περίπτωση επαναπατρισμού αντιμετωπίζουν τεράστια προβλήματα. Μάλιστα στις δηλώσεις αξιωματούχων της κυβέρνησης της Κένυας έγινε παραλληλισμός μεταξύ της απόφασης αυτής και του κλεισίματος του «βαλκανικού διαδρόμου» και της συμφωνίας με την Τουρκία για την επαναπροώθηση προσφύγων από τη Συρία εκεί.

Το θέμα προσέλκυσε εκ νέου το ενδιαφέρον των διεθνών ΜΜΕ, καθώς μόλις λίγες ημέρες πριν ο αρμόδιος επίτροπος της Κομισιόν, Δημήτρης Αβραμόπουλος, ανακοίνωσε ότι σύντομα θα παρουσιαστεί ένα σχέδιο το οποίο θα δίνει χρηματικά κίνητρα σε αφρικανικές χώρες για την αποδοχή επαναπροωθήσεων προσφύγων και μεταναστών στο έδαφός τους. Στις δηλώσεις του ο κ. Αβραμόπουλος δεν έκανε καμία αναφορά στην Κένυα (μίλησε για Λιβύη, Τυνησία, Σενεγάλη, Αιθιοπία, Νιγηρία, Νίγηρα, Μάλι και ξεχωριστά για Ιορδανία και Λίβανο).

Πιθανός στόχος τα κονδύλια

Εξαρχής, πολύ πριν κάνει αυτές τις δηλώσεις ο αρμόδιος επίτροπος, αρκετοί είχαν ήταν εκείνοι που είχαν εκφράσει ότι η Κένυα με την απόφασή της αυτή προσπαθεί να πιέσει την ΕΕ ή τον ΟΗΕ για να αποσπάσει χρήματα. Στις κατηγορίες αυτές είχε αναφερθεί ο αντιπρόεδρος της Κένυας, Ουίλιαμ Ρούτο, κατά τη διάρκεια της Παγκόσμιας Ανθρωπιστικής Συνόδου που έγινε στην Κωνσταντινούπολη, στα τέλη του περασμένου μήνα, λέγοντας χαρακτηριστικά πως «είναι προσβλητικό για τον οποιονδήποτε να υπαινίσσεται ότι η Κένυα χρησιμοποιεί τους πρόσφυγες για να πάρει περισσότερα κονδύλια. Η Κένυα έχει χρησιμοποιήσει τους δικούς της πόρους για πολλά χρόνια για να υποστηρίξει τους πρόσφυγες αυτούς και να σταθεροποιήσει την Σομαλία».

Η κίνηση αυτή της Κένυας φέρνει στο προσκήνιο δύο σημαντικά προβλήματα της διαχείρισης του προσφυγικού ζητήματος σε παγκόσμια κλίμακα.

Το πρώτο, όπως σημειώνει και η βρετανική εφημερίδα «Guardian», είναι ότι στην καρδιά της πολιτικής της διαχείρισης βρίσκονται τα κέντρα φιλοξενίας, τα οποία υποτίθεται ότι αποτελούν προσωρινές λύσεις, ενώ η πραγματικότητα είναι ότι μετατρέπονται σε μόνιμες δομές. Το δεύτερο είναι ότι τον μεγαλύτερο όγκο του πληθυσμού των προσφύγων και των μεταναστών υποδέχονται χώρες που είναι από τις φτωχότερες του αναπτυσσόμενου κόσμου.

Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με την Oxfam, οι πέντε πλουσιότερες χώρες του πλανήτη (ΗΠΑ, Κίνα, Ιαπωνία, Μεγάλη Βρετανία και Γερμανία) έχουν υποδεχθεί λιγότερο από το 5% του συνολικού πληθυσμού των προσφύγων, ενώ το 50% έχει εγκατασταθεί στην Ιορδανία, στον Λίβανο, στην Τουρκία, στο Πακιστάν και στα παλαιστινιακά εδάφη.

Το 86% επι του συνόλου των προσφύγων έχει εγκατασταθεί σε φτωχές και αναπτυσσόμενες χώρες. Όπως μάλιστα σημειώνει η ίδια οργάνωση, οι συγκρούσεις οι οποίες προκαλούν αυτό το τεράστιο προσφυγικό ρεύμα (συνολικά, σύμφωνα με τον ΟΗΕ, περισσότεροι από 60 εκατομμύρια άνθρωποι είναι αυτήν τη στιγμή εξωτερικοί πρόσφυγες) είναι αποτέλεσμα της ανθρώπινης δραστηριότητας, ενώ «γειτονικά κράτη και πλούσιες χώρες που βρίσκονται πιο μακριά ρίχνουν λάδι στη φωτιά, προμηθεύοντας όπλα για τους πολέμους αυτούς».