4 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ (Πέμπτη)

Των εν Εφέσω Επτά Παίδων: Αντωνίνου (ή κατ’ άλλους Ιωάννου), Διονυσίου,

Εξακουστωδιανού, Ιαμβλίχου, Κωνσταντίνου, Μαξιμιλιανού και Μαρτινιανού,

Ευδοκίας (ανακομιδή των ιερών λειψάνων της).

Οι Επτά Παίδες έζησαν επί αυτοκράτορος Δεκίου. Μοίρασαν τα υπάρχοντά τους στους φτωχούς και πήγαν στη σπηλιά που είχε ταφεί η Μαρία η Μαγδαληνή και προσευχήθηκαν να τους πάρει μαζί Του ο Θεός για να γλιτώσουν το μεγάλο διωγμό. Ο Θεός ακούγοντας την παράκλησή τους τους κοίμισε. Εκατόν πενήντα χρόνια αργότερα, ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος ο ΒΔ ο Μικρός αντιμετώπιζε αίρεση που αμφισβητούσε την ανάσταση των νεκρών, και προσευχόταν στο Θεό να του δώσει κάποια ένδειξη. Τότε πληροφορήθηκε ότι στην Έφεσο συνέβη το εξής παράδοξο: Σε ένα φούρνο εμφανίστηκε ένας νέος για να αγοράσει ψωμί με χρήματα της εποχής του Δεκίου. Οι κάτοικοι και οι Αρχές ανέκριναν τον νέο, ο οποίος, αφού με έκπληξη είδε ότι ο Χριστιανισμός ήταν παντού κυρίαρχος, τους είπε ότι μαζί με άλλους έξι νέους έχουν κρυφτεί σε μια σπηλιά για να γλιτώσουν από τον Δέκιο. Ο Θεοδόσιος κατάλαβε ότι αυτό ήταν το μήνυμα που παρακαλούσε το Θεό να του στείλει και πήγε στην Έφεσο, όπου συνάντησε τους Επτά Παίδες. Σε ένδειξη ταπεινότητας τους έπλυνε τα πόδια και, ενώ συνομιλούσε μαζί τους, οι επτά άγιοι έγειραν στο πλάι και κοιμήθηκαν για πάντα. Ο Θεοδόσιος τότε διέταξε να φτιάξουν χρυσές λάρνακες για τους επτά αγίους, αλλά το βράδυ οι άγιοι εμφανίστηκαν στον ύπνο του και του ζήτησαν να τους αφήσει να αναπαύονται στο σπήλαιό τους.

Η Υπεραγία Θεοτόκος

«Τιμιωτέρα των Χερουβείμ και ενδοξοτέρα ασυγκρίτως των Σεραφείμ» θεωρείται από τους Ορθόδοξους Χριστιανούς η Θεοτόκος, κατέχοντας την κορυφαία θέση μεταξύ των αγίων της Εκκλησίας. Στις ακολουθίες μνημονεύεται συνήθως ως «υπεραγία, άχραντος, υπερευλογημένη, ένδοξος Δέσποινα Θεοτόκος και αειπάρθενος Μαρία». Αποτελεί το ύψιστο και ανυπέρβλητο παράδειγμα της συνέργειας του θεϊκού σχεδίου και της ανθρώπινης ελευθερίας. Η Θεοτόκος είναι η «νέα Εύα». Με την υπακοή της στο θέλημα του Θεού εξισορρόπησε την παρακοή της πρώτης Εύας…

Κατά τους πρώτους αιώνες του Χριστιανισμού, πολλοί Πατέρες και εκκλησιαστικοί συγγραφείς, αλλά και οικουμενικές και τοπικές σύνοδοι, διατύπωσαν την περί της Θεοτόκου πίστη της Εκκλησίας. Έτσι αποκρυσταλλώθηκε η διδασκαλία για το πρόσωπό της: Είναι η προ, κατά και μετά τόκον Παρθένος («αειπάρθενος»), η Θεοτόκος (μητέρα του Θεού), άξια τιμής και σεβασμού, μεσίτρια των ανθρώπων προς τον Κύριο, καταφυγή των πονεμένων, παρηγορία των Χριστιανών… Γι’ αυτό και τιμάται δεόντως και ανεγείρονται στο όνομά της ναοί και μοναστήρια, η δε εικόνα της στολίζει όλους τους ιερούς χώρους και τα σπίτια των Χριστιανών.

(Από την επετειακή έκδοση ΠΑΝΟΡΑΜΑ 20 ΑΙΩΝΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΥ.)

*Τα στοιχεία είναι από το βιβλίο «Ελληνισμός και Ορθοδοξία», Εκδόσεις PLS