12 ΙΟΥΝΙΟΥ (Kυριακή)

Tων Aγίων 318 Πατέρων

Μαρτύρων Αντωνίνης και Ιωάννου, Οσίων και θεοφόρων πατέρων Ονουφρίου (Αιγυπτίου), Πέτρου (του εν Άθω), Ζήνωνος (επισκόπου Κυρήνειας), Τριφυλλίου (επισκόπου Λευκωσίας), Αρσενίου (του Ρώσου).

Οι Άγιοι τριακόσιοι δεκαοκτώ Πατέρες είναι τα μέλη της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου, η οποία συγκλήθηκε στη Νίκαια της Βιθυνίας το 325.

• Η μνήμη της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου εορτάζεται στις 28 Μαΐου.

Στην Πρέβεζα τιμούν τη μνήμη των Οσίων και Θεοφόρων Πατέρων και των «θείων Συνόδων συνηγόρων» αρχιεπισκόπων Nικοπόλεως: Ηλιοδώρου, Δονάτου, Αττικού και Αναστασίου.

Ο Όσιος Ονούφριος καταγόταν από την Περσία. Ασκήτευσε στην Ερμούπολη των Θηβών της Αιγύπτου. Από παιδί έζησε στην κοινοβιακή ζωή. Όταν ωρίμασε, αναχώρησε για πιο απρόσιτες περιοχές στην έρημο. Με θεία αποκάλυψη συναντήθηκε με τον ερημίτη Ερμεία, ο οποίος του υπέδειξε μια καλύβα κάτω από ένα φοίνικα. Εκεί τον συνάντησε ο μοναχός Πανφούτιος, στα χέρια του οποίου άφησε την τελευταία του πνοή. Έζησε επί εξήντα χρόνια στην έρημο. Από το μοναχό Παφνούτιο μάθαμε τα πάντα για το βίο του οσίου.

Ο Όσιος Πέτρος ήταν στρατιωτικός, είχε σταλεί από τον αυτοκράτορα (άγνωστο ποιον) να πολεμήσει τους Τούρκους. Συνελήφθη όμως και στην αιχμαλωσία έταξε ότι, αν ελευθερωθεί, θα γίνει μοναχός. Πράγματι, σύντομα ξαναβρήκε την ελευθερία του και τηρώντας την υπόσχεσή του πήγε σε ερημική και ακατοίκητη περιοχή στο Άγιο Όρος, όπου έζησε σε μια σπηλιά (την ίδια που αργότερα έζησε ο Άγιος Νείλος ο Μυροβλύτης) επί πενήντα τρία χρόνια τρώγοντας μόνο χόρτα.

Η Αγία Αντωνίνα καταγόταν από τη Νίκαια της Βιθυνίας. Συνελήφθη το 302 επειδή ήταν Χριστιανή. Βασανίστηκε και, επειδή επέμενε στην πίστη της, την έψησαν σε πυρακτωμένη σχάρα. Σούβλισαν τα κάτω άκρα της και μισοπεθαμένη την έκλεισαν στη φυλακή. Μετά από δύο χρόνια την έπνιξαν στη θάλασσα.

Ο Άγιος Ιωάννης καταγόταν από την Τραπεζούντα και ήταν έμπορος. Διακρινόταν για τη φιλανθρωπία του. Μετά από ένα ταξίδι στο Άκερμαν (Ασπρόκαστρο) ο Τούρκος καπετάνιος από φθόνο είπε στις Αρχές ότι του είχε υποσχεθεί πως θα εξισλαμιστεί. Ο άγιος το αρνήθηκε και επέμεινε στην πίστη του. Βασανίστηκε φρικτά. Μαστιγώθηκε σε τέτοιο βαθμό, ώστε έπεφταν από το σώμα του οι σάρκες και φαίνονταν τα εντόσθιά του. Στη συνέχεια τον έδεσαν στην ουρά ενός άγριου αλόγου που τον έσερνε στους δρόμους της πόλης. Στη διαδρομή κάποιος του έκοψε το κεφάλι. Το λείψανό του έκανε πολλά θαύματα. Μαρτύρησε στις 12 Ιουνίου 1492. Το λείψανό του μετά από εβδομήντα χρόνια μεταφέρθηκε στη Σουτζάβα της Μολδαβίας.

• Ο Άγιος Τριφύλλιος υπήρξε μαθητής του Αγίου Σπυρίδωνος. Έλαβαν μέρος στη Σύνοδο της Σαρδικής, ο Άγιος Τριφύλλιος ως επίσκοπος Λεδρών, της σημερινής Λευκωσίας, της οποίας είναι και είναι πολιούχος.

Η Α’ Οικουμενική Σύνοδος

Είναι αλήθεια ότι από τη γέννησή του ο Χριστιανισμός αντιμετώπισε το μεγάλο πρόβλημα της κατανόησης με βάση τη λογική του ρόλου του προσώπου του Χριστού ως προς τη σωτηρία του ανθρώπου και ως προς τη σχέση του με τον ίδιο το Θεό.

Από νωρίς αρκετοί φιλόσοφοι της εποχής κατανοούσαν τον Χριστό σαν κάτι κατώτερο από το Θεό. Αυτών οι ιδέες ήταν λίγο πολύ γνωστές από παλιότερα στην Εκκλησία από διάφορες ομάδες χριστιανιζόντων φιλοσόφων ή αιρετικών, με πιο γνωστούς τους λεγόμενους «Γνωστικούς» και τους «Μανιχαίους». Ακόμα, γνωστά κατά την εποχή εκείνη πρόσωπα, όπως ο Παύλος ο Σαμοσατεύς ή ο Σαβέλλιος, με το δικό τους τρόπο αρνούνταν την κοινή στους Χριστιανούς συνείδηση ότι ο Χριστός είναι ένα από τα τρία ισότιμα πρόσωπα της Θεότητας, της Αγίας Τριάδας. Ήταν δηλαδή μια περίοδος που πολλοί έδιναν τη δική τους εκδοχή ως προς το τι είναι ο Χριστός και με ποιο τρόπο σώζει.

Αυτές οι δοξασίες, αντίθετες με την ορθόδοξη συνείδηση, αντιμετωπίζονταν τοπικά από την Εκκλησία έως την εποχή που ένα μεγάλο για την εποχή, ως προς το κύρος που είχε ανάμεσα στους πιστούς, πρόσωπο, ο Άρειος, πρόβαλε τη δική του αιρετική άποψη.

Ο Άρειος ήταν Λίβυος, ιερέας της Εκκλησίας της Αλεξανδρείας. Από το 318 μ.Χ. άρχισε να διατυμπανίζει τις απόψεις του, οι οποίες μπορούν να συνοψιστούν στο εξής: ο Χριστός δεν είναι «αγέννητος», δηλαδή έχει αρχή και γεννάται, δημιουργείται ως κτίσμα από το Θεό «Πατέρα», που είναι και ο μόνος αγέννητος. Υποβιβάζει δηλαδή τον Χριστό από Θεό σε ένα εκ των κτισμάτων του Θεού. Αρνήθηκε δηλαδή τη Θεότητα του Χριστού. Τον δεχόταν ως κάτι μοναδικό και ξεχωριστό –ακόμα και ως υποδεέστερο «δεύτερο Θεό»–, αλλά όχι ως Θεό. Πίστευε ότι ο Θεός πήρε ένα άψυχο σώμα και του εμφύσησε τη θεία ψυχή. Στην πραγματικότητα δηλαδή ούτε Θεός αλλά ούτε και τέλειος άνθρωπος ήταν. Άρα πώς ένα τέτοιο περίεργο ον μπορούσε να σώσει τον άνθρωπο; Ο πρώτος που παρατήρησε τις προβληματικές απόψεις του Αρείου ήταν ο ίδιος του ο επίσκοπος Αλεξανδρείας Αλέξανδρος. Αυτός, αφού προσπάθησε να τον κάνει να αλλάξει ιδέες, στη συνέχεια τον καθήρεσε από ιερέα και, βλέποντας ότι δε σταματούσε, συγκάλεσε το 320-321 σύνοδο τοπική και τον καταδίκασε.

Ο Άρειος κατέφυγε στην Παλαιστίνη για να συνεχίσει τη δράση του. Εκεί έγινε δεκτός από τον επίσκοπο Ευσέβιο Νικομηδείας, ο οποίος και τον αποκατέστησε στην ιεροσύνη και μεσολάβησε στην Αλεξάνδρεια για να ξαναγίνει ο Άρειος δεκτός εκεί. Η Εκκλησία της Αλεξάνδρειας αντιδρά και μετά από μια καταδικαστική για τον Άρειο σύνοδο το 324 πετυχαίνει τη σύγκληση της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου το 325. Πρόεδρος της συνόδου ήταν ο επίσκοπος Κορδούης της Ισπανίας.

Η σύνοδος, αφού συζήτησε διεξοδικά το θέμα και αντέκρουσε τις πλάνες του Αρείου, με πρωταγωνιστή από τη μεριά των Ορθοδόξων τον Άγιο Αθανάσιο, νεαρό τότε διάκονο του Αλεξανδρείας Αλεξάνδρου, καταδίκασε τον Άρειο διατυπώνοντας επισήμως για πρώτη φορά τη θέση πως ο Υιός Χριστός είναι «ομοούσιος» του Θεού Πατέρα. Κατά τη διάρκεια των εργασιών της συνόδου διατυπώθηκε και το πρώτο μέρος του Συμβόλου της Πίστεως (Πιστεύω) μέχρι το σημείο «και εις το Πνεύμα το Άγιον». Λέγεται από πολλούς μάλιστα ότι ο όρος «ομοούσιος», που επέλυσε και το πρόβλημα της μονολεκτικής διατύπωσης του ότι ο Χριστός είναι «Θεός αληθινός εκ Θεού αληθινού», προτάθηκε από το συγκαλέσαντα τη σύνοδο (ως αυτοκράτορας) και συνοδικό (παρακολούθησε το σύνολο των εργασιών της συνόδου) Μέγα Κωνσταντίνο.

Η αίρεση του Αρείου παρά την καταδίκη της έμελλε να ταλαιπωρήσει για καιρό ακόμα την Εκκλησία. Ανέδειξε όμως μια από τις μεγαλύτερες μορφές στην Πατερική θεολογία. Τον Άγιο Μέγα Αθανάσιο, του οποίου η ζωή και το συγγραφικό έργο αφιερώθηκε εξολοκλήρου στην αντιμετώπιση του Αρείου και στην υπεράσπιση της ορθόδοξης πίστης και του Θεανδρικού προσώπου του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.

Τα στοιχεία είναι από το βιβλίο ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ εκδόσεων PLS