Στουρνάρας – Βαρουφάκης Η πολιτική σύγκρουση δύο παλαιών φίλων και συναδέλφων. Συντριπτικές αποκαλύψεις Στουρνάρα.

Η επιβεβαίωση Βαρουφάκη τον οποίο είχε προτείνει για καθηγητή στο ΕΚΠΑ ο Γ. Στουρνάρας με ομάδα συναδέλφων του. Η ρήξη στην παλιά του σχέση κλιμακώθηκε από τον Ιανουάριο του 2015 έως τον Ιούλιο. Οι αιτίες.
Νέο γύρο στην πολιτική τους αντιπαράθεση, πέρυσι, όταν ο ένας ήταν διοικητής της Τράπεζας Ελλάδος και ο άλλος βραχύβιος Υπουργός Οικονομικών. Τον πυροδότησε η αποκάλυψη Στουρνάρα ότι ο πρώην ΥΠΟΙΚ έλεγε ότι «είμαι υπουργός χρεοκοπημένης χώρας». – Ο Βαρουφάκης με δήλωσή του επιβεβαιώνει ότι αυτά έλεγε στους ευρωπαίους συναδέλφους του.

H κατάθεση του κεντρικού τραπεζίτη στην Επιτροπή της Βουλής διανθίστηκε από ηχηρές καταγγελίες, όπως αυτή για τη δράση του Γιάνη Βαρουφάκη στην αρχική περίοδο των διαπραγματεύσεων, όταν ο τότε υπουργός Οικονομικών συστηνόταν στον διοικητή της ΕΚΤ και στους ομολόγους του ως υπουργός χρεοκοπημένης χώρας! Δεν έκρυψε ότι διατηρούσε και διατηρεί καλές σχέσεις συνεργασίας με τον αντιπρόεδρο κ.Δραγασάκη και τον μετέπειτα Υπ. Οικονομικών κ.Τσακαλώτο.

Ο κ. Στουρνάρας απέδωσε σε αυτή τη στάση Βαρουφάκη την «απώλεια» του waiver για τα ελληνικά ομόλογα και την αρχή της ασφυξίας των ελληνικών τραπεζών, ενώ αποκάλυψε πως είχε ζητήσει από κυβερνητικά στελέχη που «τον καταλάβαιναν», όπως ο κ. Δραγασάκης να… «μαζέψουν» τον υπουργό τους αλλά η ζημιά είχε ήδη γίνει και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σταμάτησε την χρηματοδότηση της χώρας μας…

Είναι χαρακτηριστικός ο διάλογος που είχε ο κ. Στουρνάρας με το μέλος της Επιτροπής βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, Χριστόφορο Παπαδόπουλο, με τον κεντρικό τραπεζίτη να λέει πως «την ώρα που η ΤτΕ ζητούσε έκτακτη ρευστότητα μέχρι το βράδυ του δημοψηφίσματος, ο κόσμος πήρε 900 εκατ. ευρώ από τα ΑΤΜ με συνέπεια τα ελληνικά ομόλογα να αποκοπούν από την επίσημη χρηματοδότηση…».

Ο διάλογος με τον Χριστόφορο Παπαδόπουλο

Η πρόθεση του κεντρικού τραπεζίτη να καταστήσει ευθύς εξαρχής δεδομένο τον διαχωρισμό μεταξύ των κινήσεων και των επιλογών των τραπεζιτών και του ιδίου από την μία και των στελεχών της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ από την άλλη έγινε σαφής από τα πρώτα λεπτά της παρουσίας του στην Επιτροπή όταν ο Γιάννης Στουρνάρας στην εισήγησή του αναφέρθηκε στην επιδείνωση της ποιότητας των περιουσιακών στοιχείων, την μείωση της ρευστότητας λόγω capital controls και την αναγκαιότητα διαρκούς προστασίας των καταθέσεων και της κεφαλαιακής επάρκειας ονοματίζοντάς τα ως τις βασικές προκλήσεις που κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν οι ελληνικές τράπεζες και ως τις κυριότερες επιδιώξεις της ΤτΕ.
Κόντρα στις αλλεπάλληλες ερωτήσεις των μελών της Επιτροπής, κυρίως των βουλευτών ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ, ο κ. Στουρνάρας διατείνεται πως οι ελληνικές τράπεζες βρίσκονται πάνω από τον μέσο όρο των ευρωπαϊκών τραπεζών, όσον αφορά την κεφαλαιακή τους επάρκεια, ισχυριζόμενος πως αυτό έγινε με τη μικρότερη δυνατή επιβάρυνση του Έλληνα φορολογούμενου.

Ο κ. Στουρνάρας διευκρίνισε ότι οι τράπεζες είναι σήμερα θωρακισμένες γιατί μεσολάβησε και η τρίτη ανακεφαλαιοποίηση παρά το γεγονός πως στο τέλος του 2014 τα στρες τεστ έδειχναν ότι ο τραπεζικός κλάδος δεν χρειάζονταν κεφάλαια. Εκείνη την περίοδο όμως οι πολιτικές επιλογές οδήγησαν σε μια μακρά περίοδο αβεβαιότητας, σε σπιράλ εκροών κεφαλαίων της τάξης των 47 δισ. ευρώ στο πρώτο εξάμηνο διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και εν τέλει στα περιβόητα capital controls. Ο κεντρικός τραπεζίτης χαρακτήρισε την πρώτη περίοδο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ ως τεράστια περίοδο αβεβαιότητας που έφερε χειροτέρευση μακροοικονομικού περιβάλλοντος, απώλεια του στόχου για το ΑΕΠ (από αρχικό υπολογισμό για ετήσια ανάπτυξη 2,5% πέσαμε στο μείον) και αναπόφευκτα σε αναγκαία ανακεφαλαιοποίηση.

Στη συνέχεια της εξέτασής του -και των διαφωνιών του με τους βουλευτές- ο κεντρικός τραπεζίτης απέκρουσε ως λανθασμένες τις κατηγορίες των μελών της Επιτροπής για αφελληνισμό των τραπεζών, λέγοντας πως ούτε οι τράπεζες έχουν περάσει στον πλήρη έλεγχο των ιδιωτών αφού το κράτος διατηρεί σε αυτές ρόλο μέσω του ΤΧΣ, ενώ προέβλεψε πως δύσκολα θα τοποθετηθούν στην ηγεσία των μη συστημικών τραπεζών μη Έλληνες τραπεζικοί.
Ο κ. Στουρνάρας στάθηκε και στο γεγονός ότι οι τράπεζες πρέπει να διαχειριστούν τον μεγάλο όγκο των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs). Κι εδώ διαφοροποιήθηκε από τα στοιχεία που επικαλείται η κυβερνητική πλειοψηφία στην Επιτροπή της Βουλής ισχυριζόμενος πως το σύνολο των «κόκκινων» δανείων αλλά και όσων έχουν χαρακτηριστεί ως επικίνδυνα για «κοκκίνισμα» ανέρχεται σε 45%. Ειδικότερα, το 67,2% αφορά επαγγελματίες – φυσικά πρόσωπα, 59,9% μικρομεσαίες επιχειρήσεις και το 29,1% τις μεγάλες επιχειρήσεις.

Ο… οδικός χάρτης για έξοδο στις αγορές

Στο επίμαχο ερώτημα περί της πιθανότητας εξόδου της χώρας στις αγορές ο διοικητής της ΤτΕ εμφανίστηκε συγκρατημένα αισιόδοξος, λέγοντας πως : «Έχουμε ακόμα μια συγκεκριμένη απόσταση να διανύσουμε πριν βγούμε στις αγορές. Δεν μπορείς να βγεις πριν κλείσει η αξιολόγηση και χωρίς να έχεις μια ένδειξη ότι θα σε δεχτούν και ότι θα βγεις με ένα επιτόκιο αξιοπρεπές» για να συμπληρώσει, αναφορικά με την πιθανή άρση των capital controls ότι «δεν μπορείς να προεξοφλήσεις πότε θα γίνει αυτό, μπορείς μόνο να κάνεις μια σταδιακή χαλάρωση όπως κάνουμε». Κομβικό στοιχείο στην όλη διαδικασία θα είναι πάντως η επιστροφή καταθέσεων στις τράπεζες που θα δείξει και στους εταίρους και στους επενδυτές πως επανέρχεται η εμπιστοσύνη του κοινωνικού συνόλου στις δυνατότητες της αγοράς και της οικονομίας. Υπολόγισε δε ότι από τον Μάιο μέχρι σήμερα επέστρεψαν 5 δισ. ευρώ στις τράπεζες αλλά στα… στρώματα υπάρχουν άλλα 17 με 18 δισεκατομμύρια!

Επιβεβαιώνει ο Βαρουφάκης

Από την πλευρά του ο Γιάνης Βαρουφάκης με δήλωσή του στο real.gr ομολογεί οτι στις συζητήσεις του με τους Ευρωπαίους ομολόγους του υποστήριζε ότι η Ελλάδα ήταν πτωχευμένη χώρα.

Στη δήλωσή του χρησιμοποιεί τον όρο «πτωχευμένο κράτος» υποστηρίζοντας ότι με αυτό το επιχείρημα θα έπειθε τους Ευρωπαίους για το κούρεμα του χρέους. Φτάνει, μάλιστα, στο σημείο να κατηγορεί τον Γιάννη Στουρνάρα επειδή δεν ευθυγραμμιζόταν μαζί του λέγοντας ότι είχε «ιερή υποχρέωση να συστρατεύεται στην προσπάθεια της εκλεγμένης κυβέρνησης για απομείωση του δημόσιου χρέους».

Η δήλωση του πρώην ΥΠΟΙΚ έχει ως εξής:

«Ως υπουργός Οικονομικών επιχειρηματολογούσα ότι το δημόσιο χρέος μας ήταν μη βιώσιμο (δηλαδή ότι το κράτος είχε πτωχεύσει) και έπρεπε να κουρευτεί.

Ως υπουργός οικονομικών ενός πτωχευμένου κράτους ταξίδευα (οικονομική θέση!) για την Φραγκφούρτη με σκοπό να πείσω τον πρόεδρο της ΕΚΤ ότι προαπαιτούμενο ανάκαμψης ήταν η απομείωση του δημόσιου χρέους.

Ως εκλεγμένος από 140 χιλιάδες ψηφοφόρους έκρινα ότι ο διορισμένος από τον κ. Σαμαρά (αρχικά ΥπΟικ και κατόπιν) Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, είχε ιερή υποχρέωση να συστρατεύεται στην προσπάθεια της εκλεγμένης κυβέρνησης για απομείωση του δημόσιου χρέους.

Κι όμως. Εκείνος, σύμφωνα με τα χτεσινά λεγόμενά του, έλεγε στον κ. Ντράγκι να μην με ακούει. Τον παραδίδω στην κρίση του ελληνικού λαού ο οποίος μας κρίνει όλους».