Σε κλίμα υστερίας και αρνήσεων η δύσκολη επίσκεψη Τσίπρα στο Βερολίνο. Άκαρπη η συνάντηση με την Άνγκελα Μέρκελ.

Ψυχρό κλίμα για τα ελληνικά αιτήματα. Άκαρπες συναντήσεις και μάλλον ειρωνικά σχόλια. Το ταξίδι του στην Κούβα, πριν λίγες εβδομάδες, του έκανε προφανώς καλό. Ο Αλέξης Τσίπρας γύρισε από εκεί φανερά αλλαγμένος – σαν να είχε βγει από μια πολιτική κολυμβήθρα του Σιλωάμ: φρεσκαρισμένος, ανανεωμένος, μαχητικός.

Έτσι τον βλέπουν πολλοί παρατηρητές στο Βερολίνο, ιδίως ύστερα από την απόφασή του, να κάνει παροχές εκατοντάδων εκατομμυρίων σε συνταξιούχους και νησιώτες του Ανατολικού Αιγαίου, χωρίς να συμβουλευτεί προηγουμένως τους πιστωτές.

«Ο παλιός Τσίπρας ξαναγύρισε» ήταν ο τίτλος άρθρου στην on line έκδοση του περιοδικού «Der Spiegel». «Το ελληνικό δράμα απειλείται εκ νέου με κλιμάκωση» συνεχίζεται στον υπότιτλο. «Ο πρωθυπουργός Τσίπρας δεν έχει πλέον όρεξη να παίζει το ρόλο του επιμελούς μεταρρυθμιστή και πυροδοτεί πάλι μια άλυτη σύγκρουση».

Παράλληλα, ο πρόεδρος των Ελεύθερων Δημοκρατών Κρίστιαν Λίντνερ ζήτησε σκληρή αντίδραση από το Βερολίνο. «Απαιτώ από την γερμανική κυβέρνηση να μην ανεχθεί άλλες παραβιάσεις του συμφώνου από την Ελλάδα» είπε. Παράλληλα επανέφερε το grexit στην ημερήσια διάταξη. «Οι Έλληνες πρέπει να λύσουν τα προβλήματά τους εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όχι όμως της ευρωζώνης».

Και όλα αυτά μόνο λίγες ώρες προτού ο κ.Τσίπρα συναντηθεί στην καγκελαρία με την Άνγκελα Μέρκελ, την υποτιθέμενη στενότερη σύμμαχό του στη γερμανική και ευρωπαϊκή Χριστιανοδημοκρατία.

Αν οι άνω αναφερθείσες κρίσεις ευσταθούν, είναι ανοιχτό θέμα. Γεγονός είναι όμως, ότι η κατακραυγή των χριστιανοδημοκρατών πολιτικών εναντίον του έλληνα πρωθυπουργού, με πρώτον τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, παίρνει όλο και περισσότερο μορφή υστερίας. Με το να μην συμβουλευθεί προηγουμένως τους θεσμούς για τις παροχές του, «ο Τσίπρας αθέτησε τις συμφωνίες» είναι η γενική επωδός. Ορισμένοι βλέπουν την ενέργειά του ως«casus belli», αιτία πολέμου, και προετοιμάζουν την αντεπίθεση που μπορεί να φτάσει, αν ο κ.Τσίπρας δεν «συμμορφωθεί προς τας υποδείξεις» έως και στο πάγωμα του τρέχοντος

προγράμματος, ή ακόμη, σε συνδυασμό με τυχόν πλήρη αποχή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου από το πρόγραμμα, και στη διακοπή του.

Όλα αυτά δημιουργούν ένα ψυχροπολεμικό κλίμα, που θυμίζει πολύ τους τελευταίους μήνες του 2014 και το πρώτο εξάμηνο του 2015.

Αυτό δεν είναι όμως το μοναδικό αρνητικό στοιχείο, που θα έχει να αντιμετωπίσει ο έλληνας πρωθυπουργός στη γερμανική πρωτεύουσα. Ο κ.Τσίπρας θα βρεθεί και ενώπιον μιας αγνώριστης καγκελαρίου, που μετά το πρόσφατο συνέδριο των Χριστιανοδημοκρατών στο Έσεν, έχει χάσει σημαντικό τμήμα της δύναμής της. Αυτή έχει μεταφερθεί πλέον σε ομάδα υπερσυντηρητικών πολιτικών γύρω από τον κ.Σόιμπλε, ο οποίος κάνει ήδη αφειδώς χρήση της τόσο στην εσωτερική, όσο και στην ευρωπαϊκή πολιτική. Αυτό σημαίνει εν ολίγοις: «Δεξιά στροφή των Χριστιανοδημοκρατών». Χωρίς να έχει γίνει και η ίδια «δεξιά», η κ.Μέρκελ αναγκάζεται να αποδεχθεί δεξιές πρακτικές με δυσμενείς επιπτώσεις και για την Αθήνα.

Αυτό φάνηκε και από τις χθεσινές δηλώσεις της μετά τη λήξη της συνόδου κορυφής στις Βρυξέλλες σχετικά με το θόρυβο γύρω από τις παροχές της ελληνικής κυβέρνησης. «Θα μιλήσω με τον Τσίπρα για το θέμα στο Βερολίνο» είπε. Όμως, πρόσθεσε, δεν έχει την πρόθεση να κάνει διαπραγματεύσεις για το πρόγραμμα βοήθειας. Αυτό είναι θέμα των υπουργών οικονομικών της ευρωζώνης και των θεσμών, του Ευρωπαϊκού Ταμείου Σταθεροποίησης ESM, της Επιτροπής των Βρυξελλών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ΕΚΤ – ακριβώς δηλαδή των παραγόντων, που βρίσκονται υπό την άμεση επιρροή του κ.Σόιμπλε. Η κ.Μέρκελ αρκέστηκε στην διαπίστωση, ότι υπήρξαν «κριτικές δηλώσεις» για την απόφαση της Αθήνας – για παράδειγμα εκ μέρους του ESM. Η ίδια απέφυγε να πάρει θέση στο θέμα.

«Αν ο Τσίπρας νομίζει, ότι θα βρει πολιτική λύση στην καγκελαρία, είναι γελασμένος» λέει έμπειρος γερμανός διπλωμάτης. «Η Μέρκελ δεν πρόκειται να ρισκάρει μια ρήξη με τον Σόιμπλε σε μια στιγμή, που ο τελευταίος έχει την υποστήριξη της κοινοβουλευτικής ομάδας στο θέμα της Ελλάδας». Το γεγονός, προσθέτει, ότι μεγάλο μέρος της ίδιας ομάδας τα βάζει με τον κ.Σόιμπλε, επειδή αυτός δεν τηρεί την υπόσχεσή του περί βέβαιης συμμετοχής του ΔΝΤ στο πρόγραμμα, δεν παίζει ρόλο. «Και μόνο η αναφορά στον Τσίπρα τους ξαναενώνει», λέει.

Ο ίδιος παραδέχεται ωστόσο, ότι η «νέα αυτοπεποίθηση» του κ.Τσίπρα είναι εν πολλοίς δικαιολογημένη. Ο πρώτος λόγος γι αυτό είναι η απροσδόκητη βελτίωση της οικονομίας στην Ελλάδα, η οποία αποτυπώνεται, όπως είπε ο υπουργός οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος σε χθεσινή συνέντευξή του στο Βερολίνο, στην ανάπτυξή της σε τρία συνεχόμενα τρίμηνα. Ο δεύτερος λόγος είναι η επίσης απροσδόκητα σαφής υποστήριξη που λαμβάνει ο ίδιος από το στρατόπεδο των ευρωπαίων Σοσιαλδημοκρατών, συμπεριλαμβανομένων του προέδρου του ευρωκοινοβουλίου Μάρτιν Σουλτς και του Επιτρόπου Πιερ Μοσκοβισί. «Αυτό ήδη του δίνει φτερά» λέει. Αν σε αυτούς προστεθεί και ο πρόεδρος των Σοσιαλδημοκρατών και αντικαγκελάριος Σίγκμαρ Γκάμπριελ, τον οποίον θα συναντήσει το απόγευμα της Παρασκευής, ο κ.Τσίπρας θα έχει κάθε λόγο να επιμείνει στη νέα γραμμή του που αποβλέπει στην επανάκτηση μιας έστω και μικρής αυτοτέλειας έναντι των δανειστών.

Η γραμμή αυτή εκφράστηκε την Πέμπτη στο Βερολίνο και από δυο άλλα εξέχοντα μέλη της ελληνικής κυβέρνησης: τον κ.Τσακαλώτο και την υπουργό εργασίας Έφη Αχτσιόγλου. Η εμφάνισή τους στην ήδη αναφερθείσα συνέντευξη τύπου, καθώς και σε μια δημόσια συζήτηση στο πολιτιστικό κέντρο Ουράνια με εκπροσώπους των Σοσιαλδημοκρατών και των Πράσινων, θύμιζε μαχητές του ΣΥΡΙΖΑ από την περίοδο πριν την συνθηκολόγησή του έναντι των δανειστών τον Ιούλιο του 2015. Το ότι ο κ.Τσακαλώτος δεν κλήθηκε σε συνάντηση από τον κ.Σόιμπλε, ως είθισται όταν υπουργοί οικονομικών φίλιων χωρών παρεπιδημούν στο Βερολίνο, είναι, σύμφωνα με τον ίδιο διπλωμάτη, απόρροια αυτής της σημαντικής αλλαγής πλεύσης. Ο κ.Τσακαλώτος απέφυγε πάντως κάθε κριτική στον γερμανό ομόλογό του. Το αντίθετο έκανε με το ΔΝΤ, το οποίο, όπως συνόψισε απαξιωτικά, έδρασε στην Ελλάδα όχι ως «λιοντάρι», αλλά σαν «γατάκι».

Τέτοιες δηλώσεις δεν αναμένονται βέβαια σήμερα από τον κ.Τσίπρα ούτε για τον κ.Σόιμπλε, ούτε πολύ περισσότερο για την κ.Μέρκελ. Όμως ούτε και η διπλωματική γλώσσα θα τον βοηθήσει να αποσπάσει μια φράση στήριξης από την καγκελάριο στο επίμαχο θέμα των παροχών. Περισσότερη κατανόηση θα βρει σίγουρα στο προσφυγικό, αν και αυτό βρίσκεται πάλι στη σκιά της πρόσφατης δολοφονίας μιας γερμανίδας φοιτήτριας στο Φράιμπουργκ από αφγανό πρόσφυγα, ο οποίος είχε καταδικαστεί προηγουμένως για σεξουαλικό έγκλημα στην Ελλάδα, χωρίς οι ελληνικές Αρχές να το κοινοποιήσουν, ως όφειλαν κατά τις κείμενες συμφωνίες, στις αντίστοιχες γερμανικές. Από την άλλη ωστόσο, η κ.Μέρκελ χρειάζεται όσο ποτέ άλλοτε τον κ.Τσίπρα στο προσφυγικό. Και από αυτό τον τομέα θα μπορέσει μάλλον να αποσπάσει ο τελευταίος τα περισσότερα ανταλλάγματα στις σημερινές συνομιλίες.