Καταγγελείες για νοθεία στην οριακή νίκη Ερντογάν

Περίμενε θρίαμβο με 60%, κέρδισε οριακά με πολλές σκιές και καταγγελίες νοθείας.
Οι πρώτες εκτιμήσεις πάνω στις συνέπειες της πύρειας νίκης για την Ευρώπη και την Ελλάδα.

Αρθρο του Αλέξη Παπαχελά στην Καθημερινή.

Το απέδειξε για άλλη μια φορά το Δημοψήφισμα, μέσα σε τόσο πιεστικές συνθήκε, εκβιασμού και φόβου. Ολες οι γειτονικές περιοχές προς την Ελλάδα, στο Αιγαίο από άκρη σε άκρη καταψήφισαν τις δημαγωγικές και προκληιτικές κορώνες του νέο-Σουλτάνου.H Τουρκία εμφανίζεται ξεκάθαρα ως μια βαθιά διχασμένη χώρα καθώς ο Ταγίπ Ερντογάν περίμενε μεγάλη νίκη ώστε να γίνει απόλυτος κυρίαρχος στη χώρα του.

Γύρω και πάνω μάλιστα από το 60%.Ομως, το χαμηλό ποσοστό του «ναι», το οριακό 51,35 μεσα σε συνηθκες τρομοκρατίας, πίεσης και πρωτοφανούς δημαγωγίας, σε σχέση με αυτό που περίμενε το στρατόπεδο του Σουλτάνου, αλλά και οι καταγγελίες για προβλήματα νομιμότητας στις εκλογές, δείχνουν ότι η Τουρκία θα διχαστεί έτι περαιτέρω.

Το επιτελείο του Ερντογάν είχε βάλει ως κεντρικό του στοίχημα ένα ποσοστό κοντά στο 60%, όμως, η πύρρειος νίκη, ενδεχομένως να δρομολογήσει εξελίξεις στη γείτονα χώρα, παρ’ ότι ο Πρόεδρος μίλησε για ξεκάθαρο αποτέλεσμα, αν και σχετικά μουδιασμένος. Μπορεί να είναι ο νικητής και να αποκτά τις υπερεξουσίες που ήθελε, είναι όμως ταυτόχρονα και ηττημένος καθώς οι μισοί Τούρκοι του είπαν «όχι».

Στο 51,34% ανέρχεται το ποσοστό του “ναι” στο δημοψήφισμα που διεξήχθη στην Τουρκία, μετά την καταμέτρηση του 99% των ψήφων, μεταδίδουν τουρκικά μέσα μαζικής ενημέρωσης.

Το “όχι” προηγείται στις τρεις μεγαλύτερες πόλεις της Τουρκίας, την Κωνσταντινούπολη, την Άγκυρα και τη Σμύρνη. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι οι πλούσιες και μορφωμένες περιοχές της χώρας, στην Πόλη, τη Σμύρνη, την Αγκυρα και τα παράλια ψήφισαν συντριπτικά υπέρ του «όχι». Αντίθετα, η Ανατολία, τα βάθη της χώρας στήριξαν τον Ερντογάν, γι’ αυτό και τα φιλοκυβερνητικά μέσα έκαναν λόγο για «επανάσταση της Ανατολίας».

Ο αντιπρόεδρος της τουρκικής κυβέρνησης δήλωσε ότι το στρατόπεδο του “ναι” δεν κέρδισε όσες ψήφους ανέμενε στο σημερινό δημοψήφισμα για την συνταγματική αναθεώρηση. Εντούτοις, όπως ο ίδιος σημείωσε, το “ναι” προηγείται έναντι του “όχι”.

Ο ηγέτης του εθνικιστικού κόμματος MHP Ντεβλέτ Μπαχτσελί δήλωσε ότι το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος που διεξήχθη σήμερα στην Τουρκία συνιστά ένα “αδιαμφισβήτητο επιτυχημένο επίτευγμα”.

Επιπλέον επισήμανε ότι όλοι πρέπει να σεβαστούν το αποτέλεσμα του σημερινού δημοψηφίσματος.

ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ

Με καταμετρημένο το 99% των ψήφων, το «Ναι» προηγείται του «Όχι» με 51,34% έναντι 48,66%. Η συμμετοχή των ψηφοφόρων ήταν ιδιαίτερα υψηλή (85,85% – 49,2 εκατομμύρια σε σύνολο 57,3 εκατομμυρίων).

Ενστάσεις από την αντιπολίτευση

Εν τω μεταξύ, το μεγαλύτερο κόμμα της αντιπολίτευσης, το Λαϊκό Ρεπουμπλικανικό Κόμμα CHP, κάνει λόγο για «ζητήματα νομιμότητας», καταγγέλλοντας την απόφαση της εφορευτικής επιτροπής να κάνει δεκτά ασφράγιστα ψηφοδέλτια, δια στόματος του αναπληρωτή προέδρου του.

HDP: Το δημοψήφισμα διεξήχθη υπό συνθήκες έκτακτης ανάγκης

Και το φιλοκουρδικό κόμμα HDP εκφράζει ενστάσεις για τη νομιμότητα του δημοψηφίσματος καθώς οι πολιτική ηγέτες του παραμένουν φυλακισμένοι και το δημοψήφισμα διεξήχθη ενώ η χώρα βρίσκεται σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης.

Μάλιστα το HDP ανακοίνωσε πως θα ζητήσει την επανακαταμέτρηση του 60% των ψήφων του δημοψηφίσματος.

Καταγγελίες για νοθεία

Σύμφωνα με καταγγελία Τούρκου δημοσιογράφου στο twitter, σε εκλογικό τμήμα καταμετρήθηκαν 400 ψηφοδέλτια ενώ οι εγγεγραμμένοι ήταν 360, από τους οποίους ψήφισαν οι 240.

Το δημοψήφισμα χωρίς ερώτηση

Στα ψηφοδέλτια δεν θα αναγραφόταν κανένα ερώτημα καθώς, όπως υποστηρίχθηκε, οι πολίτες γνώριζαν τις προτεινόμενες αλλαγές.

Τι αλλάζει στην Τουρκία

Το αποτέλεσμα δίνει το «πράσινο φως» τη συνταγματική αναθεώρηση που θα εκχωρήσει σημαντικές εκτελεστικές εξουσίες στον προεδρικό θώκο και τον άνθρωπο που κάθεται για την ώρα σε αυτόν, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.

Η αναθεώρηση θα σημάνει την αντικατάσταση της σημερινής προεδρευόμενης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας με ένα πολίτευμα ενισχυμένης προεδρίας, που θα επιτρέψει στον Ερντογάν να διεκδικήσει την παραμονή του στην εξουσία, έως και το 2029.

Ερντογάν: Αυτός είναι ο μόνος δρόμος

Ο Ερντογάν υποστηρίζει ότι το προεδρικό σύστημα είναι η «μοναδική λύση για να εγγυηθεί την ασφάλεια της Τουρκίας απέναντι στην τρομοκρατία» την ώρα που οι επικριτές του αντιτείνουν ότι προσπαθεί να νομιμοποιήσει τη «μονοκρατορία» του στην πολιτική σκηνή.

Μεταξύ άλλων, οι προωθούμενες αλλαγές θα επιτρέψουν στον πρόεδρο να κηρύσσει την χώρα σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, να εκδίδει διατάγματα για τη λειτουργία του κράτους, να συντάσσει τον προϋπολογισμό, να αποπέμπει υπουργούς και να διαλύει τη Βουλή, προκηρύσσοντας ταυτόχρονες βουλευτικές και προεδρικές εκλογές.

Οι αλλαγές δίνουν επίσης στον πρόεδρο το δικαίωμα να διορίζει μέρος της έδρας σε δύο ανώτατα δικαστικά σώματα.

ΦΟΒΟΙ ΚΑΙ ΚΙΝΔΥΝΟΙ

Τι σημαίνει για την Ελλάδα η οριακή νίκη του Ερντογάν

Μεγάλο είναι το ενδιαφέρον στην Ελλάδα για το αποτέλεσμα του τουρκικού δημοψηφίσματος. Τις προηγούμενες ημέρες η χώρα, κυρίως οι Ενοπλες Δυνάμεις, ήταν σε διαρκή ετοιμότητα υπό το φόβο ενός θερμού επεισοδίου ή μιας προβοκάτσιας που θα ενίσχυε τα εθνικιστικά στοιχεία στην Τουρκία, ενόψει και του δημοψηφίσματος.
Ευτυχώς όλα κύλησαν καλά, όμως, τώρα η Αθήνα καλείται να αναλύσει και να ερμηνεύσει το εκλογικό αποτέλεσμα στη γειτονική χώρα. Τις προηγούμενες εβδομάδες ο Ταγίπ Ερντογάν πόλωσε όσο ποτέ το κλίμα διαταράσσοντας τις σχέσεις, τόσο με την Ελλάδα όσο και με την Ευρώπη.

Η οριακή νίκη του είναι ένα ζήτημα που πρέπει να δει η ελληνική κυβέρνηση.

Πηγές του Μαξίμου εκτιμούν πως όλα θα εξαρτηθούν από το πώς θα διαχειριστεί ο ίδιος ο Τούρκος πρόεδρος το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, που μέχρι στιγμής δείχνει αμφίρροπο. Για την Αθήνα, ευνοϊκότερο σενάριο, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, θεωρούνταν μια ευρεία νίκη του Ερντογάν, ώστε να νιώσει ασφαλής, κάτι που δεν συνέβαινε το διάστημα πριν το δημοψήφισμα, οπότε έβλεπε παντού εχθρούς. Αποτέλεσμα που δεν θα επιτρέπει την αμφισβήτησή του, λένε στην Αθήνα, θα ηρεμήσει τον Τούρκο πρόεδρο και θα τον ωθήσει σε μια πιο ρεαλιστική και λιγότερο επιθετική προσέγγιση στην εξωτερική πολιτική της χώρας.

Σύμφωνα με τη Real, στο ελληνικό ΥΠΕΞ εκτιμούν πως ίσως δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για αποκλιμάκωση στις σχέσεις με την Ελλάδα και την Ευρώπη. Σε κάθε περίπτωση, κανείς δεν μπορεί να προβλέψει μεσοπρόθεσμα τι θα σημάνει ένα τέτοιο αποτέλεσμα.

Αντίθετα, εκτιμάται πως κάποιο οριακό αποτέλεσμα θα συμβάλει στη δημιουργία πολύ τεταμένης πολιτικής κατάστασης στην Τουρκία, σενάριο που η Αθήνα αποτιμά ως επικίνδυνο καθώς δεν προβλέπει αποκλιμάκωση στις διμερείς σχέσεις.

Το πιο απρόβλεπτο σενάριο ήταν να ηττηθεί ο Ερντογάν, που σημαίνει πως καμία εξέλιξη, ούτε η πιο ακραία δεν θα μπορεί να αποκλειστεί. Διπλωματικές πηγές δεν θα απέκλειαν σ’ αυτή την περίπτωση έκρυθμες καταστάσεις ή ακόμα και νέα απόπειρα πραξικοπήματος.
Όμως, και το οριακό αποτέλεσμα είναι κάτι που ο Ερντογάν θα πρέπει να διαχειριστεί με ψυχραιμία ώστε να μην υπάρξουν νέες τάσεις αποσταθεροποίησης που θα μετατρέψουν τον Σουλτάνο σε έναν επικίνδυνο, πληγωμένο πολιτικό. Κάτι που σημαίνει ότι θα είναι και απρόβλεπτος για τη χώρα μας.

Ομοίως, είναι άγνωστο πώς θα αντιδράσει ο Πρόεδρος της Τουρκίας και σε ό,τι αφορά τις σχέσεις του με την Ευρώπη, ειδικά στο μεταναστευτικό ζήτημα. Κάποιες φωνές στις Βρυξέλλες και αλλού για πλήρες πάγωμα των ενταξιακών διαπραγματεύσεων σε περίπτωση νίκης του Ερντογάν, ακούγονται όλο και περισσότερο δυνατές με την Αγκυρα να επιχειρεί να απαντήσει με σύνδεση με τη Βρετανία.

Αμεση Ανάλυση: Σε μεγάλη περίοδο αστάθειας εισέρχεται η Τουρκία

ΑΛΕΞΗΣ ΠΑΠΑΧΕΛΑΣ

Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στην Τουρκία προμηνύει μία μεγάλη περίοδο αστάθειας. Αυτό που μετράει είναι ασφαλώς το γεγονός ότι ο Πρόεδρος Ερντογάν το κέρδισε και θα μπορέσει να κυβερνήσει με ένα νέο αυταρχικό προεδρικό σύστημα. Η μικρή διαφορά, οι ενστάσεις της αντιπολίτευσης και η ήττα που υπέστη στις μεγάλες πόλεις δεν μπορούν όμως να αγνοηθούν. Μια ματιά στον εκλογικό χάρτη δείχνει ότι μιλάμε πλέον σαφώς γιά δύο Τουρκίες, μία των παραλίων, των μεγάλων αστικών κέντρων και των κούρδων και μία της υπόλοιπης χώρας.

Η χώρα μπορεί εύκολα να βρεθεί στο κατώφλι ενός εμφυλίου μετά από αυτό το δημοψήφισμα. Δικλείδες ασφαλείας στην μεγαλομανία του Σουλτάνου δεν θα υπάρχουν. Κάποιοι αισιόδοξοι προβλέπουν ότι το οριακό αποτέλεσμα ενδέχεται να τον κάνει πιό μετριοπαθή και λογικό. Δεν ξέρω από που αντλούν αυτή την αισιοδοξία. Οι πρόσφατες εξελίξεις θα έπρεπε να έχουν πείσει όλους ότι κάθε αρνητική εξέλιξη τον ωθεί σε έναν πιό αυταρχικό τρόπο διακυβέρνησης και πολλές φορές την ..παράνοια.

Ευρωπαίοι και αμερικανοί αξιωματούχοι ήθελαν μία καθαρή νίκη του. Οχι επειδή τον συμπαθούν η μπορούν να συνεννοηθούν εύκολα μαζί του. Αλλά γιατί ανησυχούσαν γιά το σενάριο μιάς αποσταθεροποιημένης Τουρκίας. Αυτό όμως, όπως όλα δείχνουν, θα είναι το βασικό σενάριο τα επόμενα χρόνια.

Αχμέτ Ινσέλ : Πιο αδύναμος γενικά ο Ερντογάν

Γενικότερα, ο Ταγίπ Ερντογάν επί μία δεκαετία εφαρμόζει μια άκρως επιδέξια πολιτική κοινωνικοπολιτικής πόλωσης με μεταβλητή γεωμετρία, ανάλογα με τις ανάγκες παγίωσης του στρατοπέδου του. Σε αυτό συμβάλλουν τα τρία μεγάλα κοινωνικά ρήγματα που διαπερνούν την τουρκική κοινωνία για δεκαετίες: το εθνοτικογλωσσικό ρήγμα μεταξύ Τούρκων και Κούρδων το δογματικό ρήγμα μεταξύ σουνιτών και αλεβιτών και το κοινωνικοπολιτισμικό ρήγμα μεταξύ συντηρητικών και εκσυγχρονιστών.

Πρόκειται για διαχωρισμούς που διαιρούν βαθιά την κοινωνία, ακόμη και την πολιτική γεωγραφία της χώρας, και αποκτούν τη μορφή λανθάνοντος εμφυλίου πολέμου άλλοτε συμβολικού και άλλοτε πραγματικού, όπως για το κουρδικό ζήτημα. Επιπλέον δε, υπερκαθορίζουν την πολιτική συμπεριφορά.

Σε καθένα από αυτά τα ρήγματα, ο Ταγίπ Ερντογάν βρίσκεται ασφαλώς επικεφαλής της κοινωνιολογικής πλειονότητας. Είναι με την πλευρά των Τούρκων ενάντια στους Κούρδους (περίπου 20% του πληθυσμού), με την πλευρά των σουνιτών ενάντια στους αλεβίτες (περίπου 15%) που επιθυμούν ξεχωριστούς τόπους λατρείας, με την πλευρά των «πολιτισμικά συντηρητικών» (65% του πληθυσμού δηλώνει ότι ταυτίζεται με αυτό το χαρακτηριστικό) που είναι ισλαμιστές, λαϊκιστές και αυταρχικοί ενάντια στους κοσμικούς και τους ελιτιστές εκσυγχρονιστές.

Και ο ίδιος επιλέγει συστηματικά το χαρτί της πόλωσης για να διατηρεί ή να παγιώνει τη συσπείρωση γύρω του ενάντια στους εκάστοτε «εσωτερικούς εχθρούς» και να είναι πάντα ο μεγάλος νικητής των εκλογικών αναμετρήσεων.

Το AKP συγκεντρώνει επίσης τις απογοητεύσεις των Τούρκων προς τους οποίους η E.E. έκλεισε την πόρτα λίγους μήνες μετά το μισάνοιγμά της, το 2005. Με έναν νεοεθνικιστικό λόγο που τροφοδοτείται από τις αναμνήσεις του οθωμανικού μεγαλείου και υψώνοντας διαρκώς το λάβαρο του καταπιεσμένου από τη χριστιανική Δύση και τις σκοτεινές σιωνιστικές δυνάμεις μουσουλμάνου, συνεχίζει το έργο της επιβολής του Ισλάμ στον δημόσιο βίο και τον μετασχηματισμό των πολιτισμικών ορόσημων που κληρονόμησε από τον κεμαλικό μοντερνισμό, του οποίου οι πυλώνες είναι μία αμφίθυμη κοσμικότητα και η ιεροποίηση του κράτους υπό την προστασία του στρατού.

Μολονότι στο επίπεδο της διεθνούς πολιτικής το αποτέλεσμα είναι διαδοχικές αποτυχίες μετά τις αραβικές εξεγέρσεις και απώλεια της διεθνούς αύρας του Ερντογάν, για τους ψηφοφόρους του AKP εξακολουθεί να είναι εκείνος που «σηκώνει κεφάλι» στους μεγάλους του πλανήτη λέγοντάς τους απλές αλήθειες.

Η επιταχυνόμενη τα τελευταία χρόνια αυταρχική εκτροπή ήταν επίσης μια αντίδραση στη διαρκώς αυξανόμενη απομόνωση της Τουρκίας στη διεθνή σκηνή. Το ρωσικό εμπάργκο μετά την κατάρριψη του ρωσικού καταδιωκτικού από την τουρκική πολεμική αεροπορία στην τουρκοσυριακή μεθόριο τον Νοέμβριο του 2015 στέρησε από την Τουρκία κάθε δυνατότητα παρέμβασης στη συριακή σύγκρουση, η οποία την αφορά ιδιαίτερα.

Οι ολοένα και πιο έντονες επικρίσεις ενάντια στην υποστήριξη που παρέχει η Τουρκία στις τζιχαντιστικές οργανώσεις στη Συρία, ιδίως στο Ισλαμικό Κράτος, η ανεκτικότητα των τουρκικών δυνάμεων ασφαλείας στους πρόσφυγες που επιθυμούν να φτάσουν στις ακτές των ελληνικών νησιών κατά δεκάδες χιλιάδες, η πολεμοχαρής ρητορική του Ερντογάν προς τη Δύση γενικότερα και την E.E. ειδικότερα, έχουν στερήσει από την Τουρκία, και ιδίως από τον πρόεδρό της, το διεθνές κύρος που απολάμβανε τη δεκαετία του 2000.