Η επίσκεψη Ομπάμα σε Κούβα (και Αργεντινή) και τα επιλεκτικά παιχνίδια με την Ιστορία

Του Νίκου Αθηναίου

Με τη σκέψη ότι το εμπόριο και οι επενδύσεις μπορούν να φέρουν τη Δημοκρατία και την κοινωνία πολιτών στην κουμουνιστική Κούβα, η επίσκεψη του Αμερικανού Προέδρου κ Μπαράκ Ομπάμα έχει κάτι περισσότερο από συμβολικό χαρακτήρα. Αμέσως μετά θα επισκεφθεί την Αργεντινή, και αν μάλιστα λάβει κανείς υπόψη του ότι ο ειδικός σύμβουλός του Μπεν Ρόουντς –o οποίος «έχτισε» τις σχέσεις με την Κούβα- άφησε σαφώς να εννοηθεί μιλώντας στο περιοδικό Atlantic ότι η παρουσία του Αμερικανού Προέδρου στην προεδρία είναι ο λόγος όπου τα αντιαμερικανικά καθεστώτα στη Λατινική Αμερική, όπως στη Βολιβία, Βενεζουέλα, κλπ, μετατρέπονται σιγά-σιγά σε φιλοαμερικανικά, τότε είναι βέβαιο ότι η επίσκεψη Ομπάμα στοχεύει στην πλήρη επαναφορά της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής στo νότιο αμερικανικό ημισφαίριο. Σε μια περιοχή δηλαδή όπου Κινέζοι και Ρώσοι έχουν επιτύχει μεγάλη διείσδυση. Αν θα προλάβει ο ίδιος να κάνει πράξη την ποθούμενη επαναφορά ή αν ο/η διάδοχός του έχουν τις ίδιες ιδέες με αυτόν, αυτό είναι κάτι που θα το δείξει μόνο ο χρόνος.

Φαίνεται ότι η αφορμή που έψαχνε ο Πρόεδρος Ομπάμα για να ανοίξει το κεφάλαιο των σχέσεων με την Κούβα δόθηκε κατά τη συνάντησή σου με τον Κουβανό Πρόεδρο Ραούλ Κάστρο στην κηδεία του Νέλσονα Μαντέλα, στο Γιοχάνεσμπουργκ, το 2013. Ο Ρόουντς είπε ότι εκείνες τις στιγμές, «οι Κουβανοί κατάλαβαν ότι είχαν να κάνουν με ένα Αμερικανό Πρόεδρο ο οποίος ήταν διαφορετικός από τους άλλους Αμερικανούς Προέδρους, [έναν Πρόεδρο] από εκείνους που θέλουν να αφήσουν την Ιστορία πίσω τους και πρακτικά να προσπαθήσουν για κάτι καινούργιο». Εξάλλου, και ο ίδιος ο κ. Ρόουντς είναι μεταξύ αυτών που πιστεύουν ότι οι Αμερικανοί δεν πρέπει να είναι αιχμάλωτοι της ιστορίας τους.

Όταν, όμως, πριν από λίγο καιρό ο Πρόεδρος Ομπάμα έδωσε επίσης στο Atlantic την περίφημη συνέντευξή του με τίτλο «Το Δόγμα Ομπάμα», απαντώντας στους επικριτές του για την αδιαφορία του στη Συρία, είπε: «Έχουμε ιστορία. Έχουμε ιστορία στο Ιράν, έχουμε ιστορία στην Ινδονησία και την Κεντρική Αμερική. Έτσι θα πρέπει να είμαστε, να λαμβάνουμε υπόψη τη δική μας ιστορία όταν αρχίζουμε να κουβεντιάζουμε για παρεμβάσεις και να καταλαβαίνουμε την πηγή των υποψιών των άλλων ανθρώπων».

Κάπως έτσι η χρήση της ιστορίας αρχίζει και γίνεται αντιφατική και επιλεκτική, να αποκτά θρησκευτική διάσταση ανάμεικτη ταυτόχρονα μεγάλη δόση ρεαλισμού. Λες και ο άνθρωπος μπορεί να πάρει μια σελίδα χαρτιού και να γράψει την αυριανή ιστορία, αγνοώντας την ίδια στιγμή ότι αυτό που γίνεται μπροστά μας έχει τις ρίζες του στο παρελθόν.

Στο μήνυμα που έστειλε στους Κουβανούς κατά την άφιξή του, ο Πρόεδρος Ομπάμα είπε μεταξύ άλλων: «Γεννήθηκα το 1961, τη χρονιά που έγινε η Εισβολή στον Κόλπο των Χοίρων. Ένα χρόνο αργότερα μια σύγκρουση Ψυχρού Πολέμου για την Κούβα έσπρωξε τον κόσμο στο κατώφλι ενός πυρηνικού πολέμου. Καθώς περνάγανε οι δεκαετίες, η απουσία εμπιστοσύνης μεταξύ των κυβερνήσεών μας προκαλούσε πόνο και στους δύο μας λαούς. Συνεχίζουν να υφίστανται πραγματικές και σημαντικές διαφορές μεταξύ των δύο κυβερνήσεών μας, συμπεριλαμβανόμενων βαθιών διαφορών στον τρόπο με τον οποίο θα αυξήσουμε την ευημερία, ασφάλεια, τις ευκαιρίες και τα ανθρώπινα δικαιώματα».

Θα πρέπει, λοιπόν, να περιμένουμε να δούμε πώς θα εξελιχθεί η ιδεολογική και οικονομική μάχη μεταξύ της καπιταλιστικής υπερδύναμης και μιας μικρής κομμουνιστικής χώρας στην οποία όπως είπε ο Αμερικανός Πρόεδρος στις κοινές δηλώσεις με τον Ραούλ Κάστρο, δεν σκοπεύει να εισαγάγει τον αμερικανικό τρόπο ζωής.

Όταν γεννιόταν ο κ. Ομπάμα, ένας άλλος θρύλος Δημοκρατικός Πρόεδρος ο Τζον Κένεντι επέβαλε το εμπάργκο στην Κούβα, το οποίο ο σημερινός Πρόεδρος θέλει να άρει για ένα καθεστώς το οποίο εξακολουθεί να είναι αυταρχικό και δεν προχωρά σε εκλογές. Δεν μένει παρά να καταγγείλει όσους Αμερικανούς υποστήριξαν τον Μπατίστα και ακόμα την σκοπιμότητα της επιχείρησης στον Κόλπο των Χοίρων.

Ο κ. Ομπάμα, όταν εξελέγη ήταν σαφώς κατά των πολέμων στο Ιράκ και το Αφγανιστάν και ήθελε να αποσύρει τα αμερικανικά στρατεύματα και από τις δύο χώρες. Θα εγκαταλείψει όμως την Προεδρία ενώ ακόμα αμερικανικά στρατεύματα θα είναι και στις δύο αυτές χώρες. Είναι προφανές ότι η θέληση να ακολουθήσει μια πολιτική ένας ηγέτης είναι ένα πράγμα, και ένα δεύτερο, τελείως διαφορετικό η εφαρμογή αυτής της πολιτικής. Ο κόσμος δεν δουλεύει όπως τον φανταζόμαστε αλλά όπως είναι στην πραγματικότητα. Και η ικανότητα του ηγέτη δεν έγκειται μόνο σε έμφυτα γνωρίσματα αλλά και σε ανακλαστικά που του επιτρέπουν να παίρνει γρήγορες αποφάσεις. Και θα πρέπει να μαθαίνει από τα λάθη.