Γιατί Τσίπρας – Κυβέρνηση – ΣΥΡΙΖΑ, κινδυνεύουν να καταρρεύσουν πολλαπλά, τον Οκτώβριο.

Βέβαιo, πάντως είναι ότι θα περάσουμε ένα πολύ δύσκολο καλοκαίρι. Δυο σημαντικά άρθρα – αναλύσεις

Ειδικότερα, ο πρωθυπουργός ήδη από το φθινόπωρο θα κληθεί να αντιμετωπίσει τους σκοπέλους της τρίτης αξιολόγησης και της κατάρτισης του προϋπολογισμού του 2018. Στην επόμενη αξιολόγηση, στην οποία πλέον το ΔΝΤ θα έχει τον πρώτο λόγο, κομβικό θέμα θα είναι το Δημόσιο, ένας χώρος από τον οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ αντλεί σημαντική εκλογική πελατεία, την οποία επ’ ουδενί δεν θέλει να θίξει.

Αρχές Οκτωβρίου το τελευταίο όριο, μετά ένα δύσκολο, πολύ προβληματικό καλοκαίρι για την Κυβέρνηση, τον ΣΥΡΙΖΑ και τους ΑΝΕΛ. Τότε αρχές Φθινοπώρου αναμένεται- με καλούς οιωνούς, βεβαια μέχρι τότε- να ξεκινήσει ο νέος, τρίτος, γύρος αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος. Εάν δεν υπάρξουν ανατροπές και το ΔΝΤ δεν ζητήσει νέα μέτρα, σε πρώτο πλάνο θα βρίσκονται βαθιές μεταρρυθμίσεις και αποκρατικοποιήσεις. Το εναλλακτικό σενάριο μάλλον δεν θέλει να το σκέφτεται κανείς. Το απεύχονται οι πάντες, το τρέμουν στο κυβερνητικό στρατόπεσο.

Εννέα μήνες μετά την έναρξη των διαπραγματεύσεων για τη δεύτερη αξιολόγηση- επισημαίνουν τα ΝΕΑ- το δράμα αναμένεται να ολοκληρωθεί στο διάστημα 6-7 Ιουλίου όταν σχεδιάζεται να γίνει η εκταμίευση της δόσης των 6,9 δισ. ευρώ την οποία ενέκρινε το Eurogroup.

Από τα κεφάλαια που αναμένονται ποσό 6,1 δισ. θα διατεθεί για την κάλυψη υποχρεώσεων του ελληνικού Δημοσίου σε λήξεις ομολόγων και τόκους το διάστημα 17-20 Ιουλίου συνολικού ύψους 7,4 δισ. Για τη διαφορά ανάμεσα στις υποχρεώσεις και τα δανεικά το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους θα πρέπει να τσοντάρει από το πρωτογενές πλεόνασμα του κρατικού προϋπολογισμού. Τα υπόλοιπα 800 εκατ. από τη δόση αναμένεται ότι θα διατεθούν για την εξόφληση ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του Δημοσίου προς ιδιώτες, οι οποίες προσεγγίζουν τα 5 δισ. ευρώ.

Η επόμενη εκταμίευση των 800 εκατ., σύμφωνα με τις αποφάσεις, αναμένεται μετά το καλοκαίρι και τα δανεικά θα φτάσουν στην Αθήνα μόνο υπό την προϋπόθεση ότι στο μεταξύ θα έχουν μειωθεί τα ληξιπρόθεσμα με ίδιους πόρους.

Εως το τέλος του έτους δεν αναμένεται νέα εκταμίευση κεφαλαίων από το τρίτο πρόγραμμα του ESM όπως ανακοίνωσε τις προηγούμενες ημέρες ο επικεφαλής Κλάους Ρέγκλινγκ, δεδομένου ότι δεν υπάρχουν αξιοσημείωτες υποχρεώσεις σε ομόλογα και τόκους μετά τον σκόπελο του Ιουλίου.

ΣΤΟ ΕΠΙΚΕΝΤΡΟ Η ΑΞΙΟΠΙΣΤΙΑ. Χωρίς την πίεση που συνηθίζουν να ασκούν οι λήξεις ομολόγων για το πέρας των διαπραγματεύσεων με τους δανειστές, θα μπορούσε να θεωρήσει κανείς από τώρα ότι η ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης έχει όλες τις προϋποθέσεις να διαρκέσει μήνες.

Οι πιέσεις για ταχεία ολοκλήρωση δεν θα παιχτούν στο στίβο μιας ακόμα δόσης, αλλά στην ανάγκη δραστικής ενίσχυσης του μεταρρυθμιστικού προφίλ και της αξιοπιστίας της κυβέρνησης. Μετά το φιάσκο στο στόρι με το QE – «δεν είναι πάνω στο τραπέζι» αναφέρουν αρμόδιες πηγές – αν η ελληνική κυβέρνηση θελήσει να δοκιμάσει μια έξοδο στις αγορές προς τα τέλη του έτους ή στις αρχές του 2018 θα πρέπει να δώσει ισχυρά μηνύματα μεταρρυθμίσεων και αξιοπιστίας.

«Η επιστροφή βασίζεται στην εμπιστοσύνη των αγορών» τονίζουν εγχώριες τραπεζικές πηγές αναδεικνύοντας παράλληλα την περίπτωση της Κύπρου όπου «χωρίς QE η οικονομία λειτουργεί».

Στην τρίτη αξιολόγηση, στο επίκεντρο αναμένεται να βρεθούν βαθιές διαρθρωτικές τομές και αποκρατικοποιήσεις . Μετά την ψήφιση του πακέτου μέτρων των 5,5 δισ. ευρώ θεωρητικά τα δημοσιονομικά μέτρα έχουν τελειώσει έως το 2020 και το μόνο που μένει να διευθετηθεί είναι ο ακριβής χρόνος εφαρμογής τους από το 2019 και μετά.

Η ΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΔΝΤ. Στο σενάριο αυτό υπάρχει ένας αστερίσκος. Το ΔΝΤ μέχρι σήμερα δεν έχει μεταβάλει τις προβλέψεις του και εκτιμά ότι το επόμενο έτος το πρωτογενές πλεόνασμα θα είναι 2% του ΑΕΠ έναντι 3,5% που ορίζει το πρόγραμμα. Μέχρι σήμερα παραμένει στο τραπέζι ένας άτυπος συμβιβασμός με φόντο τον περίφημο κόφτη. Αν κρίνει κανείς όμως από τον τρόπο που λειτουργεί τα τελευταία χρόνια το Ταμείο, τίποτα δεν αποκλείει τον Οκτώβριο όταν ο υπουργός Οικονομικών θα προετοιμάζεται για την κατάθεση του προϋπολογισμού 2018, η κυρία Βελκουλέσκου να έρθει στην Αθήνα και να ζητήσει πρόσθετα μέτρα.

ΤΟ ΑΝΑΛΥΤΙΚΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑ- ΠΡΟΒΛΕΨΗ ΣΤΗΝ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Ιδιαίτερα δύσβατος είναι ο δρόμος στον οποίο καλείται να πορευθεί ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας στον απόηχο της συμφωνίας στο Eurogroup, η οποία ούτως ή άλλως υπολείπεται δραματικά από τον πήχυ που είχε θέσει το ίδιο το Μέγαρο Μαξίμου.

Το εσωκομματικό πρόβλημα που καλείται να αντιμετωπίσει ο κ. Τσίπρας, καθώς οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ εκτέθηκαν υπερψηφίζοντας τα μέτρα με την προοπτική της διευθέτησης του χρέους και της ένταξης της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ίσως αποδειχθεί διαχειρίσιμο, καθώς ουδείς εξ αυτών επιθυμεί τις εκλογές. Ομως, μετά τη θερινή ανάπαυλα ο πρωθυπουργός διατρέχει τον κίνδυνο να «καταρρεύσει» και το νέο αφήγημα που διαμόρφωσε το Μέγαρο Μαξίμου περί επιστροφής της χώρας σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και έξοδο από το μνημόνιο τον Αύγουστο του 2018 και, κυρίως, το κυβερνητικό επιχείρημα ότι ο κύκλος των επώδυνων μέτρων έκλεισε με τις πρόσφατες περικοπές σε συντάξεις και αφορολόγητο.

Ειδικότερα, ο πρωθυπουργός ήδη από το φθινόπωρο θα κληθεί να αντιμετωπίσει τους σκοπέλους της τρίτης αξιολόγησης και της κατάρτισης του προϋπολογισμού του 2018. Στην επόμενη αξιολόγηση, στην οποία πλέον το ΔΝΤ θα έχει τον πρώτο λόγο, κομβικό θέμα θα είναι το Δημόσιο, ένας χώρος από τον οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ αντλεί σημαντική εκλογική πελατεία, την οποία επ’ ουδενί δεν θέλει να θίξει. Επίσης, ο προϋπολογισμός του επόμενου έτους θα προβλέπει πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 3,5% και είναι αμφίβολο κατά πόσον η Αθήνα θα επιτύχει να πείσει τους εκπροσώπους των δανειστών ότι ο στόχος είναι δυνατόν να επιτευχθεί με τα υφιστάμενα μέτρα και δεν θα ζητηθούν πρόσθετα.

Παράλληλα, κεντρική θέση στο νέο κυβερνητικό αφήγημα έχει ότι ο κ. Τσίπρας επαναφέρει τη χώρα στην ανάπτυξη. Ομως, οι προβλέψεις δεν είναι ευοίωνες: Η μεγάλη καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της αξιολόγησης, αλλά και η επιλογή των εταίρων να διοχετεύουν κονδύλια για την αποπληρωμή ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου με το σταγονόμετρο, δημιουργούν φόβους για μια αναιμική ανάπτυξη της τάξης του 1,5% – 1,8% το 2017. Τέλος, «αγκάθι» για τον πρωθυπουργό μπορεί να αποτελέσει και το πρωτογενές πλεόνασμα του τρέχοντος έτους. Ο στόχος, βεβαίως, του 1,75% του ΑΕΠ θα επιτευχθεί. Ομως, εάν η απόσταση από το 3,5% είναι μεγάλη το 2017, η κοινή γνώμη θα προεξοφλήσει τη λήψη νέων μέτρων, ενώ και η ρητορική περί αντιμέτρων θα καταρρεύσει.

Υπό τα ανωτέρω δεδομένα, ακόμη και εντός του ΣΥΡΙΖΑ προεξοφλείται πως ύστερα από ένα «ήσυχο» καλοκαίρι, λόγω της εκταμίευσης της δόσης και του τουρισμού, από το φθινόπωρο η κυβέρνηση θα εισέλθει σε μια διακεκαυμένη ζώνη, με –ανά πάσα στιγμή– πιθανές τις πολιτικές εξελίξεις. Ο υφιστάμενος σχεδιασμός του Μεγάρου Μαξίμου προβλέπει ότι οι εκλογές θα διεξαχθούν το νωρίτερο τον Ιούνιο του 2018, ώστε η κυβέρνηση να «κεφαλαιοποιήσει» πολιτικά το μόνο της, πλέον, «όπλο», την επιστροφή στην ανάπτυξη, χωρίς να κληθεί να εφαρμόσει το 2019 τις περικοπές στις συντάξεις που η ίδια νομοθέτησε. Ομως, πολλοί δεν αποκλείουν ο κ. Τσίπρας να επιχειρήσει εκλογικό αιφνιδιασμό το φθινόπωρο ή πριν από το τέλος του τρέχοντος έτους. Οπως αναφέρουν, «κλειδί» για τις τελικές αποφάσεις του πρωθυπουργού θα είναι:

Πρώτον, κατά πόσον θα υπάρχουν ελπίδες να συγκεκριμενοποιηθούν περαιτέρω τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος μετά τις γερμανικές εκλογές του Σεπτεμβρίου.

Δεύτερον, πόσο εύκολη θα είναι η κατάρτιση του προϋπολογισμού υπό την αυστηρή εποπτεία του ΔΝΤ.

Πάντως, ήδη κυβερνητικά στελέχη σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις τους εκφράζουν φόβους ότι Βερολίνο και ΔΝΤ δεν πρόκειται να διευκολύνουν την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και τον κ. Τσίπρα στους σχεδιασμούς του. Μάλιστα, οι συνεχείς επιθέσεις προσωπικά κατά του πρωθυπουργού από τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών Β. Σόιμπλε, αλλά και το μικρό ποσό που δόθηκε τελικά για την αποπληρωμή ληξιπρόθεσμων οφειλών στο Eurogroup της περασμένης Πέμπτης ερμηνεύθηκαν ακριβώς ως δηλωτικά της συγκεκριμένης επιλογής.

Σε κάθε περίπτωση, η περαιτέρω πορεία του κ. Τσίπρα θα είναι χωρίς συμμάχους πλην των ΑΝΕΛ, όπως προκύπτει και από το γεγονός ότι σκληρή κριτική στη συμφωνία δεν επεφύλαξε μόνον η Ν.Δ., αλλά και η ΔΗΣΥ και το Ποτάμι.

Ετσι, για τον πρωθυπουργό η κλιμάκωση της αντιπαράθεσης με τα κόμματα της αντιπολίτευσης μεσοπρόθεσμα συνιστά μονόδρομο, παρά το γεγονός ότι ο κ. Τσίπρας θα ενημερώσει την προσεχή εβδομάδα τους πολιτικούς αρχηγούς τόσο για τη συμφωνία με τους εταίρους όσο και για τις εξελίξεις στο Κυπριακό ενόψει της Γενεύης 2, στα τέλη του μήνα.

Επί της ουσίας, ο κ. Τσίπρας θα επιχειρήσει να οικοδομήσει διαχωριστικές γραμμές με τη Ν.Δ. με βασικό δίλημμα ποιο από τα δύο κόμματα μπορεί να διαχειριστεί τα οφέλη της ανάπτυξης με δίκαιο τρόπο για τα ασθενέστερα στρώματα, αλλά και να προστατεύσει συγκεκριμένες κατηγορίες εργαζομένων, όπως οι δημόσιοι υπάλληλοι. Πάντως, η ολοκλήρωση της συμφωνίας οδηγεί σε αναπροσαρμογές και τη στρατηγική της Ν.Δ. Η Πειραιώς θα διατηρήσει την οικονομία ψηλά στην αντιπολιτευτική της ατζέντα, αλλά θα επεκτείνει την κριτική της σε όλα μέτωπα κυβερνητικής δράσης, όπως κατέστη σαφές από την ανάδειξη – την περασμένη εβδομάδα – των θεμάτων της παιδείας και της ασφάλειας, αλλά και από την επιλογή του κ. Κυρ. Μητσοτάκη να επισκεφθεί την περασμένη εβδομάδα τη Λέσβο και το Αμύνταιο.