Επτά σενάρια για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους επεξεργάζεται η Ευρωζώνη

Επτά είναι τα σενάρια για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, τα οποία επεξεργάζονται στην Ευρωζώνη.

Σύμφωνα με έγγραφο, τα στοιχεία του οποίου δημοσιεύονται σήμερα στην εφημερίδα Καθημερινή, επικρατέστερο είναι αυτό της αποπληρωμής των δανείων του ΔΝΤ χρησιμοποιώντας πόρους από το πρόγραμμα του ESM. Σύμφωνα με την εφημερίδα αυτή την ώρα και μετά από δύο ευρύτατες συζητήσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο για τους τρόπους ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους το μοναδικό αποδεκτό σενάριο είναι η απλή εξομάλυνση των πληρωμών, λύση που μόνο επί της ουσίας λύση στο ζήτημα του χρέους δεν αποτελεί.

Τα επτά σενάρια είναι:

1. Εξομάλυνση των αποπληρωμών στον EFSF στο πλαίσιο της τρέχουσας μέσης ωρίμανσης του χρέους. Στα θετικά περιλαμβάνεται η βελτιστοποίηση του προφίλ αποπληρωμής υπό τους τωρινούς όρους δανεισμού, ενώ δεν θα χρειαστεί ψήφιση από τα ευρωπαϊκά κοινοβούλια. Στα αρνητικά, ότι θα έχει ελάχιστη επίπτωση στη βιωσιμότητα του χρέους.

2. Προσαρμογή της στρατηγικής χρηματοδότησης του EFSF/ESM (εκδόσεις και ανταλλαγή επιτοκίων). Τα θετικά είναι ότι βελτιστοποιείται η στρατηγική για έκδοση ομολόγων, ενώ η μέση ωρίμανση των δανείων επιμηκύνεται σε κάποιο βαθμό. Επιτυγχάνεται μεγαλύτερη σταθεροποίηση των επιτοκίων και υπάρχει πιθανότητα για περιορισμένη μείωση των επιτοκίων για μεγάλο χρονικό διάστημα. Αντιθέτως, δεν είναι δυνατόν να συνδεθεί με το ισχύον χαμηλό επιτόκιο. Η μακροχρόνια επιμήκυνση δεν είναι δυνατή εξαιτίας των περιορισμών των αγορών και θα ήταν δαπανηρό βραχυπρόθεσμα. Το κόστος δανεισμού θα ήταν ακριβότερο και η χρήση παραγώγων επίσης έχει περιορισμούς στην αγορά.

3. Κατάργηση της αυξανόμενης διαφοράς των επιτοκίων που σχετίζονται με τα δάνεια του δεύτερου προγράμματος που χρησιμοποιήθηκαν για την επαναγορά ομολόγων. Κάτι τέτοιο θα μείωνε τις μελλοντικές δαπάνες για τόκους, αλλά σε μερικά κράτη-μέλη απαιτείται έγκριση από το κοινοβούλιό τους.

4. Αποπληρωμή των δανείων του ΔΝΤ χρησιμοποιώντας αδιάθετα κεφάλαια από το πρόγραμμα του ESM (εκείνα που προορίζονταν για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών). Στα θετικά συγκαταλέγεται το ότι η Ελλάδα μπορεί να εξέλθει της κατηγορίας «exceptional access» του ΔΝΤ (που είναι για χώρες με πολύ υψηλό χρέος και για τις οποίες το ΔΝΤ απαιτεί μεγάλη ελάφρυνσή του). Η Ελλάδα θα επωφεληθεί γιατί τα δάνεια του ESM είναι πιο φθηνά και με μεγαλύτερες ωριμάνσεις από αυτές του ΔΝΤ. Στα αρνητικά, είναι πολιτικά δύσκολο για μια σειρά από κράτη-μέλη να υποστηρίξουν ότι το ΔΝΤ παραμένει στο ελληνικό πρόγραμμα όταν στην πραγματικότητα τα δάνεια του ΔΝΤ προς την Ελλάδα θα εξαγοράζονται από τον ESM και η χρηματοδοτική συμμετοχή του ΔΝΤ θα μειώνεται.

5. Αγορά των διμερών δανείων (του πρώτου μνημονίου) χρησιμοποιώντας αδιάθετα κεφάλαια από το πρόγραμμα του ESM. Κάτι τέτοιο θα δημιουργούσε οφέλη στα στατιστικά στοιχεία του χρέους και στο πρωτογενές ισοζύγιο των κρατών-μελών, ενώ η Ελλάδα θα επωφελούνταν από την επιμήκυνση της περιόδου αποπληρωμής των δανείων. Αντιθέτως, δεν θα υπάρχουν οφέλη από τη μείωση των επιτοκίων, καθώς τα επιτόκια των διακρατικών δανείων είναι χαμηλότερα από αυτά του ESM. Επίσης, τέσσερα κράτη που δεν συμμετείχαν στο πρώτο μνημόνιο (Εσθονία, Λιθουανία, Λετονία και Σλοβακία) θα επιβαρυνθούν με κόστος, καθώς θα πρέπει να συμμετάσχουν αυτή τη φορά στη διαδικασία.

6. Αναμόρφωση του προφίλ του χρέους στον EFSF. Τα μέτρα που εξετάζονται είναι: Επιμήκυνση της μέσης περιόδου λήξης των δανείων κατά 5 έτη. Πλαφόν στις αποπληρωμές προς το ESFF στο 1% του ΑΕΠ μέχρι το 2050. Ανώτατο όριο επιτοκίου στο 2% (οτιδήποτε πάνω από 2% να αναβληθεί για το 2050). Τα μέτρα αυτά θα βοηθούσαν στην αποπληρωμή του χρέους της χώρας. Ωστόσο, αυξάνουν τους κινδύνους για τα κράτη-μέλη και έχουν πολιτικό κόστος για ορισμένα κράτη, καθώς απαιτείται ψήφιση από τη Βουλή.

7. Επιστροφή των κερδών του Ευρωσυστήματος επί των ελληνικών ομολόγων (ANFA και SMP) στην Ελλάδα (περίπου 8 δισ. ευρώ έως το 2026). Αν αυτά τα έσοδα ομαδοποιούνταν και εκταμιεύονταν σε δόσεις κατά τη διάρκεια ή μετά τη λήξη του προγράμματος, θα μπορούσαν να αποτελέσουν έναν πιο διαρκή μηχανισμό παροχής κινήτρων για την εφαρμογή του προγράμματος από την Ελλάδα. Αντιθέτως, θα είχαν άμεση συνέπεια στον προϋπολογισμό των κρατών-μελών (σε μερικά κράτη-μέλη μπορεί να χρειαστεί και έγκριση από τα κοινοβούλιά τους).