Ελλάδα-Team USA: Έτσι μπορεί να νικήσει η Εθνική

Το Shenzhen (深圳) μεταφράζεται ως ‘το βαθύ χαντάκι’ (χαντάκι για την άρδευση χωραφιού), όπως ενημέρωσε ο -γνώστης της γλώσσας- Αντώνης Χριστόπουλος σε ποστ του Θανάση Ασπρούλια, στο Facebook. Aυτό κράτα το, όπως προσπαθούμε να δούμε πώς δεν θα πέσει μέσα η Εθνική. Ή για την ακρίβεια πώς θα ρίξει εκεί την Team USA, στο πρώτο παιχνίδι για τη δεύτερη φάση του Παγκοσμίου Κυπέλλου.

Aυτό που ίσχυσε για τον πρώτο γύρο και αφορούσε τους Αμερικανούς είναι πως ο Γκρεγκ Πόποβιτς χρησιμοποίησε ως επί το πλείστον, χαμηλά σχήματα με παίκτες όπως ο Χάρισον Μπαρνς, ο Κρις Μίντλετον και ο Τζέιλεν Μπράουν ως -τύπου- σέντερ, για να διασφαλίσει πως η ομάδα θα ‘χει τις σωστές αποστάσεις, παρουσία των περισσοτέρων δυνατών δημιουργών στο παρκέ. Η σταθερότητα στην προσφορά του Μπαρνς (δεν είναι επιζήμιος) έχει επιτρέψει στον ‘Ποπ’ να πάει ακόμα πιο χαμηλά (σε ύψος πεντάδας) από εκεί που φτάνει συνήθως με τους Σπερς. Εν τω μεταξύ, αν έχει καταστεί κάτι σαφές είναι πως ό,τι και αν γίνεται στην επίθεση, όλοι παίζουν άμυνα.

Κάτι άλλο που έκανε ο θρυλικός κόουτς (με τα ονόματα που καταδέχθηκαν να εκπροσωπήσουν το έθνος και συνέθεσαν ένα από τα ρόστερ με το μικρότερο μέσο όρο ηλικίας -χωρίς τους αυτοματισμούς της συνύπαρξης χρόνων) ήταν να βάλει τους παίκτες του να πιουν το ‘δηλητήριο’ τους: δηλαδή να παίξουν άμυνα ζώνης, την οποία αντιμετώπισαν όπως ο διάβολος το λιβάνι, όταν την εμφάνισαν οι Τούρκοι και άρχισαν να βρίσκουν τα πώς και τα γιατί εναντίον της Ιαπωνίας. Το κατ’ αρχάς ζητούμενο λοιπόν, στο εξής είναι να βρει τον παίκτη που 1) θα είναι ψηλός, 2) θα ‘χει την ικανότητα του χειρισμού, 3) θα μπορεί να ‘τρέξει’ το play και 4) θα είναι σε θέση να ‘διαλύσει’ άμυνας ζώνης. Δηλαδή, αυτόν που θα διαβάζει γρήγορα αυτό που υπάρχει μπροστά του και θα παίρνει ακόμα πιο γρήγορα την απόφαση για το τι θα κάνει η ομάδα του. Αυτός ο παίκτης είναι ο Κρις Μίντλετον.

Ο συμπαίκτης/συνέταιρος του Γιάννη Αντετοκούνμπο στους Μπακς, Μίντλετον σηκωνόταν κυρίως από τον πάγκο και ήταν αυτός που έκανε την καλύτερη δουλειά, σε συνθήκες τεράστιας πίεσης. O 28χρονος swingman, κατά τους Αμερικανούς, έχει ως μεγαλύτερο πλεονέκτημα το γεγονός ότι δεν έχει ξεκάθαρα μειονεκτήματα και στον πρώτο γύρο ήταν ο μόνος Αμερικανός που ‘χε προσφορά σε όλους τους τομείς. Δηλαδή, δημιουργεί για την πάρτη του, δημιουργεί για τους άλλους, ‘ανοίγει’ το γήπεδο, διεκδικεί ριμπάουντ και παίζει άμυνα σε πολλές θέσεις.

Ο έτερος παίκτης στον οποίον έδειξε να βασίζεται ο Πόποβιτς είναι ο Ντόνοβαν Μίτσελ, ο οποίος το Σάββατο 7/9 έχει γενέθλια. Γίνεται 23. Μαζί με τον Μίντλετον είναι οι πιο ολοκληρωμένοι παίκτες εξ όσων εκπροσωπούν τις ΗΠΑ στην Κίνα. Ο Μίτσελ είχε κερδίσει τους συμπαίκτες του και το προπονητικό τιμ, από την προετοιμασία. Η φυσική ικανότητα του να ηγείται ήταν που επέτρεψε στον ‘Ποπ’ να του δώσει το χρίσμα του ηγέτη. Όπως είπε στο ESPN πριν μια εβδομάδα “όσο πιο γρήγορα κάνεις κάποιον να αισθανθεί υπεύθυνος και σίγουρος πως μπορεί να κάνει κάτι, τόσο καλύτερα. Μετά, περιμένεις να δεις αν αυτός θα ανταποκριθεί. Τότε ξέρεις πως έχεις διαλέξει τον σωστό”.

O τρίτος νεαρότερος παίκτης του ρόστερ είχε το μεγαλύτερο χρόνο συμμετοχής (25.7 λεπτά ανά ματς, με τον Ουόκερ να ακολουθεί με 23.7), στα οποία έδειξε πως μπορεί να φτιάξει καταστάσεις για τον ίδιο και τους συμπαίκτες του. Ήταν ο πιο αξιόπιστος σκόρερ της Team USA, από όλα τα σημεία του γηπέδου, ενώ στην άλλη άκρη έχει το μέγεθος και το μήκος να παίξει άμυνα. Ένα θέμα το ‘χει με τις επιλογές στα σουτ, στο σετ παιχνίδι, αλλά η ενέργεια και η εκρηκτικότητα που διαθέτει, παίζουν πάντα ρόλο στην επιτυχία ή όχι όσων κάνει η Αμερική σε άμυνα και επίθεση. Δεν είναι ο μόνος καλός περιφερειακός αμυντικός των ΗΠΑ. Είναι ο μόνος που παίζει άμυνα, χωρίς να ‘χάνει’ κάτι από την επίθεση.

To The Ringer έκανε την αξιολόγηση των μελών της Team USA, με την ολοκλήρωση της πρώτης φάσης του Παγκοσμίου Κυπέλλου -και πριν το ματς με την Ελλάδα-, για να καταλήξει στο τι έχουν κάνει οι παίκτες και τι χρειάζεται να κάνουν, για να δει προκοπή η ομάδα στη συνέχεια. Για τους Μίτσελ και Μίντλετον τα διάβασες. Πάμε στους επόμενους.

Κέμπα Ουόκερ: Σημείο αναφοράς στην επίθεση, με το μέγεθος που έχει (1.85 και 83 κιλά) γίνεται η μεγαλύτερη αδυναμία της ομάδας, στην άμυνα. Δεν υπάρχει τρόπος να τον ‘κρύψεις’. Στο παιχνίδι με την Τσεχία, ο Τόμας Σατοράνσκι ζούσε για να είναι απέναντι του στο ποστ. Υπάρχει αισθητή διαφορά στην άμυνα, όταν ο starting πόιντ γκαρντ είναι στον πάγκο.

Ντέρικ Ουάιτ: Μετά την εκπληκτική χρονιά που είχε με τους Σπερς έγινε το μπακ απ του Ουόκερ. Ο ύψους 1.94 και βάρους 86 κιλών, είναι ψηλός ‘άσος’ που μπορεί να παίξει άμυνα σε παίκτες που αγωνίζονται και στις τρεις θέσεις της περιφέρειας. Αυτό που δεν κάνει στην Κίνα είναι να παίρνει τρίποντα. Έχει 1/5 και ενώ είναι ελεύθερος, δίνει πάσες. Η Team USA χρειάζεται γκαρντ που να μπορούν να σουτάρουν, σε άμυνες ζώνης.

Τζο Χάρις: Ο γνωστός ως zone buster, πήρε τη θέση του -τραυματία- Τέιτουμ εναντίον της Ιαπωνίας. Είχε τα θέματα του στο να βρίσκεται μπροστά από τον Γιουντάι Μπάμπα. Ενδεχομένως να μην έχει ό,τι χρειάζεται για να παίξει πολλά λεπτά εναντίον κορυφαίων επιθέσεων, εκτός και αν οι ΗΠΑ παίξουν άμυνα ζώνης. Οι μεγαλύτεροι αντίπαλοι της Team USA μπορεί να μην έχουν την ίδια αθλητικότητα, είναι όμως, καλύτεροι στα σουτ και τις πάσες.

Χάρισον Μπαρνς: Ο μόνος εξ όσων ήταν στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2016, μπορεί να είναι αποτελεσματικός όταν έχει περιορισμένο ρόλο. Είναι καλός σουτέρ τριών πόντων και πολυχρηστικός αμυντικός, ο οποίος ξέρει πώς να συμπεριφέρεται στο ποστ και στην περιφέρεια. Το να εξαρτάσαι όμως, από έναν περιορισμένο πλέι μέικερ δεν είναι συνταγή για επιτυχημένη επίθεση, όσο προχωράς στο τουρνουά.

Τζέιλεν Μπράουν: Είναι ο περίεργος μεταξύ των φόργουορντ των ΗΠΑ, πριν τραυματιστεί ο Τέιτουμ. Έγινε κυρίαρχος εναντίον της Ιαπωνίας, με 20 πόντους (9/15 σουτ) και 7 ριμπάουντ. Δύσκολα όμως, αυτή η εμφάνιση μπορεί να αποτελέσει κριτήριο, δεδομένης της απόλυτης κυριαρχίας στο επίπεδο της αθλητικότητας. Στα τρίποντα έχει έως τώρα 2/7 και είναι η ώρα να δείξει πως μπορεί να βάλει αυτά τα σουτ, όπως και να είναι αποτελεσματικός στο παιχνίδι στο μισό γήπεδο. Ο καλύτερος τρόπος για να τον χρησιμοποιήσεις είναι ως σέντερ σε small ball, ο οποίος θα τρέχει από την μπέιζλαϊν και θα εκμεταλλεύεται τα κενά στην άμυνα ζώνης, για να πιάνει λόμπες.

Μάιλς Τέρνερ: Έως εδώ ήταν εξαιρετικός στην άμυνα. Εναντίον σε ζώνη όμως, φάνηκε να καταργούνται πολλές από τις επιθετικές του ικανότητες. Δεν νιώθει άνετος με το να αποφασίζει για τα plays και χρειάζεται να απλοποιήσει το decision making, όσο περισσότερο μπορεί. Το λάθος του στο τέλος της κανονικής διάρκειας του αγώνα με την Τουρκία, θα μπορούσε να στοιχίσει στις ΗΠΑ.

Μπρουκ Λόπεζ: Ήταν δύσκολο για τον “Ποπ” να του βρει λεπτά, παρ’ ότι ο ύψους 2.13 παίκτης, ο οποίος έχει και το σουτ, μπορεί να διαλύσει άμυνες ζώνης -τουλάχιστον καλύτερα από τον Χάρις. Ο Πόποβιτς ξεκινά με τον Τέρνερ, γιατί είναι καλύτερος στην άμυνα. ‘Κλείνει” με κοντά σχήματα, που δεν περιλαμβάνουν τον έναν ή τον άλλον.

Μέισον Πλάμλι: Μπορεί να φανεί χρήσιμος σε αυτό το σημείο. Είναι καλός πασέρ για το ύψος του και κινείται καλύτερα στην άμυνα, από τους Τέρνερ και Λόπεζ. Θα είναι η λύση ανάγκης απέναντι σε παίκτες, όπως ο Νίκολα Γιόκιτς.

Τι είχε να επισημάνει ο Χρήστος Μαρμαρινός, σχετικά με το παιχνίδι της Team USA και τις ανάγκες της Εθνικής

Το παιχνίδι της Team USA ξεκινά από την άμυνα, όπου είναι καλύτερη από ό,τι στην επίθεση. Με 0.831 πόντους, ανά κατοχή έχει την καλύτερη αποτελεσματικότητα από όλες τις ομάδες που μπήκαν στο Παγκόσμιο Κύπελλο. Αυτό συμβαίνει γιατί έχει τον τέλειο έλεγχο της ρακέτας τους. Δεν δίνει στους αντιπάλους τη δυνατότητα για δίποντα (το 39.7% είναι η δεύτερη καλύτερη άμυνα) και μέσα στο καλάθι έχει φόβητρα που με σχεδόν 6 τάπες ανά ματς, δεν αφήνουν να πλησιάσεις. Ο τρίτος παράγοντας ελέγχου της ρακέτας τους φαίνεται από το ριμπάουντ που έχουν οι Αμερικανοί (είναι στο Νο1 της λίστας με τα αμυντικά).

Οπότε η Εθνική θα χρειαστεί κατ’ αρχάς καλή πάσα, καλή κίνηση της μπάλας, ευστοχία από την περιφέρεια (απ’ όπου δίνουν τα σουτ οι Αμερικανοί, περισσότερο από ό,τι δίνουν τα δίποντα) και να ξεπεράσει τον εαυτό της, στα επιθετικά ριμπάουντ. Αν δεν ελέγξει τη ρακέτα και αν δεν τους κοντράρει εκεί, δεν μπορεί να γίνει δουλειά. Όπως έδειξαν τα ματς του πρώτου γύρου, η διαφορά στην επίθεση της Ελλάδας γίνεται από το δίποντο και όχι από το τρίποντο.

Σε ό,τι αφορά την επίθεση της Team USA, βασίζεται στην ταχύτητα και την κίνηση της μπάλας. Ο Ουόκερ και ο Μίτσελ χειρίζονται τα περισσότερα πικ εντ ρολ (ο Ουόκερ έχει την καλύτερη αποτελεσματικότητα από όλους τους παίκτες αυτού του Παγκοσμίου, σε αυτόν τον τομέα). Ούτε αυτό, ούτε το ένας εναντίον ενός μπορούν να συγκριθούν με τις επιθέσεις που γίνονται σε close out κατάσταση (πάσα έξω). Παρ΄όλο που ο Λόπεζ δεν είναι σε καλή κατάσταση, ο Μίντλετον και ο Χάρις έχουν εξαιρετικές επιλογές και ποσοστά σε σουτ έπειτα από close out. Οι Αμερικανοί είναι πάρα πολύ καλοί στο ανοιχτό γήπεδο, αλλά δεν το εκβιάζουν αυτό. Τους έρχεται αβίαστα, γιατί είναι πολύ καλοί στην άμυνα -έχουν και το επιθετικό ριμπάουντ- και το ανοιχτό γήπεδο έρχεται ως φυσική συνέπεια. Κάνουν δηλαδή, ορθολογική χρήση.

Η Ελλάδα κατά συνέπεια πρέπει να πιέσει πολύ στο ριμπάουντ, για να μη δώσει την ευκαιρία στους Αμερικανούς να τρέξουν -τόσο εύκολα. Να σταθεί λίγο στους ψηλούς που έχουν καθαρά βοηθητικό ρόλο -δεν έχουν βρει χώρους να παίξουν. Ούτε με κοψίματα μετά το πικ εντ ρολ ή μακριά από την μπάλα ή στο λόου ποστ. Υποστηρίζουν το παιχνίδι με καλά σκριν και με επιθετικά ριμπάουντ“.