Έφυγε ο νομπελίστας συγγραφέας Elie Wiesel

Επέζησε από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης των ναζί, κέρδισε το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης και αφιέρωσε τη ζωή του να μεταδώσει την μνήμη του Ολοκαυτώματος ο αμερικανός συγγραφέας Ελί Βιζέλ, ο οποίος πέθανε σε ηλικία 87 ετών.

Ενσάρκωνε όσο κανείς το καθήκον της μνήμης, ένα είδος υποχρέωσης να διηγηθεί και να θυμηθεί ώστε να μην ξεχάσει ποτέ κανείς. Πέρασε τη ζωή του να καταγράφει την μαρτυρία της Τελικής Λύσης, από την οποία επέζησε ο ίδιος, και πέθανε σε ηλικία 87 ετών στην κατοικία του στη Νέα Υόρκη.

Γεννήθηκε σε μια μικρή ορεινή πόλη της Ρουμανίας το 1928 και σε ηλικία 15 ετών μεταφέρθηκε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Αουσβιτς, όπου η μητέρα του και η μικρότερη αδελφή του βρήκαν τον θάνατο σε θαλάμους αερίων. Μεταφέρθηκε στο Μπούχενβαλντ με τον πατέρα του, ο οποίος άφησε εκεί την τελευταία του πνοή, δολοφονημένος από έναν φύλακα του στρατοπέδου.

Όταν απελευθερώθηκε από το στρατόπεδο, ο Ελί Βιζέλ, ορφανός και άπατρις, έγινε δεκτός στη Γαλλία από την Ενωση Εβραίων για παιδιά (ΟSE). Σπούδασε φιλοσοφία στη Σορβόνη, έγινε συγγραφέας και δημοσιογράφος. Χρειάστηκε δέκα χρόνια για να κατορθώσει να γράψει για τον πόλεμο. Το πρώτο του βιβλίο, με τίτλο Η Νύχτα, έχει προλογιστεί από τον γάλλο συγγραφέα Φρανσουά Μωριάκ και δημοσιεύτηκε το 1958. Είναι ένα ωμό και αυτοβιογραφικό αφήγημα ενός έφηβου σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Διηγείται την πρώτη νύχτα στο Αουσβιτς και τους εφιάλτες βλέποντας νεογέννητα παιδιά να πετιούνται ζωντανά σε μια τρύπα με φωτιά. Θυμάται τον θάνατο του πατέρα του πάνω σε ένα στρώμα από άχυρα, όταν τον φώναξε κοντά του. «Το μοναδικό πράγμα που ήθελε ήταν να πάω κοντά του, να με έχει δίπλα του τη στιγμή της αγωνίας, όταν η ψυχή του έφευγε από το πληγωμένο σώμα του. Αλλά δεν πλησίασα. Φοβόμουν. Φοβόμουν μη με χτυπήσουν», γράφει.

«Αφησα τον γέρο πατέρα μου να ψυχομαχάει. Η φωνή του έφτανε στα αυτιά μου από μακριά κι από κοντά μαζί. Αλλά δεν κουνήθηκα. Δεν θα το συγχωρήσω ποτέ στον εαυτό μου. Ποτέ δεν πρόκειται να συγχωρήσω ότι φοβήθηκα, ότι έγινα άλλος άνθρωπος, ότι ξύπνησε μέσα μου ο διάβολος, το κατώτερο ένστικτο, το αγριότερο ένστικτο της επιβίωσης» προσθέτει.

Ο Ελί Βιζέλ έγραψε πάνω από 60 βιβλία, μυθιστορήματα, θεατρικά και μελέτες. Σε όλα τα βιβλία του τρία είναι τα θέματα που επανέρχονται: το Ολοκαύτωμα, ο θάνατος και ο Θεός. Όπως πολλοί επιζώντες της Τελικής Λύσης, ο Ελί Βιζέλ διακατέχεται από ένα αίσθημα ενοχής. «Ορισμένοι αναγνώστες μου γράφουν ότι επέζησα για να γράψω αυτά τα κείμενα. Δεν είμαι πεπεισμένος. Είμαι πολύ αδύναμος και πολύ δειλός. Ωστόσο, το ότι επέζησα μου γέννησε το καθήκον να δώσω ένα νόημα στην επιβίωσή μου», γράφει.

Ο Βιζέλ έγινε αμερικανός πολίτης και καθηγητής στο πανεπιστήμιο της Βοστόνης στη δεκαετία του 60 και έλεγε ότι η ιστορία του ήταν δύσκολο να περιγραφεί, ακόμη δυσκολότερο να γίνει κατανοητή αλλά απαραίτητο να την διηγηθεί. Εγραφε: «Μόνο όσοι γνώρισαν το Αουσβιτς ξέρουν για τι πράγμα μιλάω. Οι άλλοι δεν θα ξέρουν ποτέ».
Ο Μπαράκ Ομπάμα σε δήλωσή του θέλησε να τιμήσει «μια από τις μεγάλες φωνές ηθικής της εποχής μας και κατά κάποιο τρόπο την συνείδηση του κόσμου. Η ζωή του και το παράδειγμά του μας ωθούν να γίνουμε καλύτεροι», έγραψε ο αμερικανός πρόεδρος.