600.000 άνθρωποι πάσχουν από ΧΑΠ στην Ελλάδα ενώ σε 150.000 εξ αυτών βρίσκεται σε πολύ μεγάλο κίνδυνο η ζωή τους

«Οι ασθενείς με Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια αντιμετωπίζουν κίνδυνο 19,9% να υποστούν πνευμονική εμβολή, ποσοστό το οποίο αυξάνεται στο 24,7% σε όσους νοσηλεύονται. Όσοι δε εμφανίζουν σοβαρού βαθμού παρόξυνση, έχουν θνησιμότητα 50% έπειτα από 3,6 έτη».

Οι νόσοι που ανήκουν στην κατηγορία της Χρόνιας Αποφρακτικής Πνευμονοπάθειας (ΧΑΠ), είναι το χρόνιο άσθμα, η χρόνια βρογχίτιδα και το πνευμονικό εμφύσημα. Οι καπνιστές που παρουσιάζουν συχνές λοιμώξεις του αναπνευστικού, καθημερινό βήχα, έντονη απόχρεμψη, δύσπνοια και παροξυσμό, πιθανότατα πάσχουν από ΧΑΠ, μία πάθηση που επηρεάζει σημαντικά την ποιότητα ζωής τους. Ωστόσο, η έγκαιρη διάγνωση και η στοχευμένη θεραπευτική προσέγγιση μπορούν να οδηγήσουν σε αισθητή βελτίωση των συμπτωμάτων και να εξοικονομήσουν πόρους από το Εθνικό Σύστημα Υγείας.

Στην Ελλάδα εκτιμάται ότι τουλάχιστον 600.000 άνθρωποι πάσχουν από ΧΑΠ, με τους 150.000 εξ αυτών να βρίσκονται σε πολύ μεγάλο κίνδυνο. Τις επισημάνσεις αυτές έκαναν οι πνευμονολόγοι στο πλαίσιο της επιστημονικής εκδήλωσης «Η σύγχρονη προσέγγιση της θεραπείας της ΧΑΠ, όπως αυτή προκύπτει από τις πρόσφατες κατευθυντήριες οδηγίες» που πραγματοποιήθηκε στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης, με την αιγίδα της Εταιρείας Μελέτης Πνευμονοπαθειών και Επαγγελματικών Παθήσεων Θώρακος (ΕΜΠΕΠΘ).

«Παραγωγικός βήχας και δύσπνοια σε καπνιστές, πρέπει να οδηγούν αμέσως σε ειδικό γιατρό προκειμένου να γίνει σπιρομέτρηση και κλινική αξιολόγηση. Το «στοίχημα» για τον ασθενή είναι να απομακρύνει το χρόνο εκδήλωσης της πρώτης παρόξυνσης της νόσου, η οποία οδηγεί σε περαιτέρω υποβάθμιση της ποιότητας της ζωής του», τόνισε ο κ. Κωνσταντίνος Ζαρογουλίδης, πρόεδρος της ΕΜΠΕΠΘ, καθηγητής Πνευμονολογίας, διευθυντής της Πνευμονολογικής Κλινικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης στο νοσοκομείο «Γ. Παπανικολάου», προσθέτοντας πως «το 25% των ασθενών λαμβάνουν σήμερα ακατάλληλη θεραπεία για τη ΧΑΠ, το 35% είναι χωρίς θεραπεία και μόλις το 40% ακολουθεί την κατάλληλη θεραπευτική αγωγή».

Η κυρία Μίνα Γκάγκα, συντονίστρια διευθύντρια ΕΣΥ στην 7η Πνευμονολογική Κλινική του νοσοκομείου «Σωτηρία», τ. Επίκουρη καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών, αναφέρθηκε στην παθογένεια της ΧΑΠ και τη σημαντικότητα της έγκαιρης και σωστής θεραπείας η οποία έχει οφέλη τόσο για τον ασθενή όσο και το σύστημα Υγείας. «Οι παθογενετικοί μηχανισμοί άσθματος και ΧΑΠ δεν συνδέονται απόλυτα» ανάφερε, «αλλά υπάρχει σαφώς γενετική προδιάθεση και περιβαλλοντική έκθεση, προκειμένου να εκδηλωθούν κλινικά τα εν λόγω νοσήματα. Στους ασθενείς που χορηγείται τακτική θεραπεία, μειώνεται σημαντικά ο αριθμός των παροξύνσεων και η εξέλιξη της νόσου. Είναι σημαντικό να γίνει κατανοητό πως οι παροξύνσεις συνδέονται με την επιδείνωση της ΧΑΠ, άρα η μείωσή τους βελτιώνει την ποιότητα του ασθενούς, μειώνοντας παράλληλα το κόστος της θεραπείας τόσο για τον ίδιο όσο και για το σύστημα Υγείας».

Στον ορισμό και το κόστος των παροξύνσεων στη ΧΑΠ αναφέρθηκε ειδικότερα ο κ. Διονύσης Σπυράτος, Επίκουρος Καθηγητής Πνευμονολογίας, στην Πνευμονολογική κλινική του νοσοκομείου «Γ. Παπανικολάου». Ο κ. Σπυράτος εξήγησε ότι «παρόξυνση είναι ένα οξύ συμβάν, που χαρακτηρίζεται από επιδείνωση των αναπνευστικών συμπτωμάτων πέραν της «φυσιολογικής» ημερήσιας διακύμανσης και οδηγεί σε τροποποίηση της φαρμακευτικής αγωγής. Προκαλεί πάνω από το 50% του κόστους νοσηλείας της ΧΑΠ, ενώ οι ασθενείς αντιμετωπίζουν κίνδυνο 19,9% να υποστούν πνευμονική εμβολή, ποσοστό το οποίο αυξάνεται στο 24,7% στους νοσηλευόμενους. Όσοι εμφανίζουν σοβαρού βαθμού παρόξυνση, έχουν θνησιμότητα 50% έπειτα από 3,6 έτη».

Ο κ. Σταύρος Τρύφων, διευθυντής ΕΣΥ στην Πνευμονολογική κλινική του νοσοκομείου «Γ. Παπανικολάου» αναφέρθηκε στη θεραπευτική προσέγγιση της ΧΑΠ, χαρακτηρίζοντας ως θεραπεία πρώτης γραμμής τον συνδυασμό ινδακατερόλης και γλυκοπυρρονίου – «έναν συνδυασμό, ο οποίος μπορεί να αυξήσει κατά 35% το χρόνο εμφάνισης της πρώτης μέτριας έως σοβαρής παρόξυνσης και να έχει ως αποτέλεσμα την αισθητή βελτίωση της εικόνας του ασθενούς με ΧΑΠ. Ο συνδυασμός διπλής βρογχοδιασταλτικής δράσης ινδακατερόλης – γλυκοπυρρονίου βελτιώνει την αναπνευστική λειτουργία και μειώνει τα συμπτώματα του ασθενούς».

Δυστυχώς οι περισσότεροι ασθενείς δεν γνωρίζουν πως πάσχουν από ΧΑΠ, ώστε να απευθυνθούν έγκαιρα σε ειδικό γιατρό, πιστεύοντας πως οι δύσπνοιες και η δυσφορία οφείλονται στο άγχος και όχι στον τρόπο ζωής και το κάπνισμα. Συνήθως, μαθαίνουν πως πάσχουν από τη νόσο όταν απευθυνθούν σε γιατρό έχοντας σοβαρά συμπτώματα γρίπης.

Εννέα ενήλικες καπνιστές στους 100 πάσχουν από τη νόσο (8,4%), δηλαδή περίπου 600.000 Έλληνες νοσούν. Το 56% δε εξ’ αυτών δεν γνωρίζουν ότι πάσχουν, ενώ οι μισοί πάσχοντες συνεχίζουν να καπνίζουν. Οι άνδρες πάσχουν 2,5 φορές περισσότερο από τις γυναίκες 11,6% έναντι 4,8%. Ο ανδρικός αγροτικός πληθυσμός καπνίζει 2 φορές περισσότερα τσιγάρα από ότι ο αστικός. Ο αγροτικός πληθυσμός πάσχει από ΧΑΠ περισσότερο από ότι ο αστικός (Αθήνα: 6%, αστικά κέντρα πλην Αθήνας: 10.1, αγροτικές περιοχές:15.1%).

Φαρμακευτική αγωγή:

Η βάση της θεραπείας θεωρούνται τα βρογχοδιασταλτικά δηλαδή το τιοτρόπιο (μία φορά την ημέρα) και οι β2-διεγέρτες μακράς δράσης (σαλμετερόλη, φορμοτερόλη, δύο φορές την ημέρα), γιατί βελτιώνουν τα συμπτώματα, την αναπνευστική λειτουργία και μειώνουν σημαντικά τον αριθμό των εξάρσεων των ασθενών που πάσχουν από την νόσο.

Τα παραπάνω εισπνεόμενα βρογχοδιασταλτικά φάρμακα μόνα ή σε συνδυασμό με εισπνεόμενα στεροειδή (φλουτικαζόνη ή βουδεζονίδη αν και τελευταία αμφισβητείται η αποτελεσματικότητά τους) αποτελούν την βάση στην θεραπεία της ΧΑΠ βελτιώνοντας σοβαρά την ποιότητα ζωής των ασθενών.

Σε περιόδους παρόξυνσης, ίσως καταστεί απαραίτητη και η χορήγηση από του στόματος ή ενέσιμη κορτιζόνη που δρα στη φλεγμονή.

Σχετικά πρόσφατα κυκλοφόρησε νέο αποτελεσματικό εισπνεόμενο βρογχοδιασταλτικό φάρμακο της κατηγορίας των β2-διεγερτών (ιντακατερόλη) που χορηγείται άπαξ ημερησίως.

Τελευταίες μελέτες έχουν εισάγει και νέα φάρμακα πέρα των βρογχοδιασταλτικών και των κορτικοειδών υπό μορφή δισκίων στον τομέα της αντιμετώπισης της ΧΑΠ.

Η νεότερη κατηγορία φαρμακευτικών ουσιών, που θα αρχίσουν συντομότατα να χορηγούνται σε ασθενείς με ΧΑΠ (μόνο στη μορφή της Χρόνιας βρογχίτιδας), είναι οι αναστολείς φωσφοδιεστεράσης-4 (ροφλουμιλάστη, σε μορφή δισκίου μία φορά την ημέρα).

Πολλές μελέτες δείχνουν ότι σε ασθενείς με βαρειά και πολύ βαρειά ΧΑΠ που έχουν συμπτωματολογία με βήχα και πτύελα (βρογχίτιδα), η χορήγηση ροφλουμιλάστης προστιθέμενη στην υπάρχουσα θεραπεία βάσης, μειώνει την φλεγμονή των πνευμόνων, την απόφραξη των αεραγωγών και την συχνότητα των εξάρσεων.

Τέλος, πρέπει να αναφερθεί, ότι πρέπει να αντιμετωπίζεται ταχύτατα ο παράγοντας που επέφερε την παρόξυνση πχ βακτηρίδια, με τη κατάλληλη αντιβιοτική αγωγή και να γίνεται κάθε χρόνο ο απαραίτητος αντιγριπικός εμβολιασμός.

ΧΑΠ και άθληση

Παρόλο που η δύσπνοια περιορίζει τους ασθενείς που πάσχουν από Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια, αντίθετα από ότι θα πίστευε κανείς το καθημερινό περπάτημα και η σωματική άσκηση κάνουν καλό. Σχετικές μελέτες έχουν δείξει ότι, όταν οι ασθενείς με αυτή τη νόσο ακινητοποιούνται και κλείνονται μέσα στο σπίτι για να αποφύγουν τη δύσπνοια, χειροτερεύουν την κατάσταση τους.

Θα πρέπει καλύτερα να ζητήσετε καθοδήγηση από έναν γιατρό ή φυσικοθεραπευτή προτού ξεκινήσετε τις ασκήσεις, έτσι ώστε τα προγράμματα άσκησης να συνάδουν με την ικανότητα σας και να είστε ασφαλής.

Όλα τα προγράμματα άσκησης πρέπει να εξελίσσονται σταδιακά ώστε να προλαβαίνει να προσαρμοστεί το σώμα. Αυτό που προέχει είναι να γυμνάζεστε με το δικό σας ρυθμό. Αν φτάσετε σε σημείο να μη μπορείτε να μιλήσετε από το λαχάνιασμα, μειώστε λίγο το ρυθμό, ή αν χρειαστεί κάντε ένα σύντομο διάλειμμα.

Κάθε είδους σωματική δραστηριότητα θεωρείται άσκηση. Μπορεί να περιλαμβάνει σωματικές δραστηριότητες από την καθημερινότητά σας, όπως την κηπουρική, το καθάρισμα ή τη βόλτα στα μαγαζιά.

Η φυσιοθεραπεία που γίνεται από άτομο που έχει εξειδικευτεί στο αναπνευστικό σύστημα, περιλαμβάνει ασκήσεις ενδυνάμωσης των αναπνευστικών μυών και του διαφράγματος, καθώς και τη διευκόλυνση της απόχρεμψης με την κινητοποίηση των εκκρίσεων με χειρομαλάξεις ή ειδικά μηχανήματα.

Πριν από όλα όμως όλοι θα πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι κανείς ασθενής με ΧΑΠ δεν μπορεί να συνεχίζει να καπνίζει.

Η Ελληνική Πνευμονολογική Εταιρεία συνιστά:

  1. Οι καπνιστές άνω των 30 ετών με ένα έστω από τα συμπτώματα: βήχα, απόχρεμψη ή δύσπνοια, να επισκεφθεί τον γιατρό του και προφανώς να διακόψει το κάπνισμα.
  2. Όλοι οι καπνιστές πρέπει να κάνουν ετήσια σπιρομέτρηση.
  3. Οι πάσχοντες πρέπει να μπουν σε ειδικό πρόγραμμα θεραπείας και αποφυγής παραγόντων κινδύνου.
  4. Καλεί την πολιτεία να επανδρώσει τις υγειονομικές μονάδες με ειδικούς γιατρούς (πνευμονολόγους) για να αντιμετωπιστεί αυτή η παγκόσμια επιδημία.
  5. Καλεί όλους τους αρμοδίους να βοηθήσουν στην ανάπτυξη προγραμμάτων μείωσης της καπνιστικής συνήθειας.