Επιτέλους αποσύρθηκαν και τα Sante

Ωραίος ο νεορομαντισμός για την αρτίστρια Ζωζώ Νταλμάς που πόζαρε για να σχεδιαστεί η γυναικεία φιγούρα στο περιβόητο κόκκινο πακέτο και τους κουλτουριάρηδες των ‘60s που το κάπνιζαν μετά μανίας σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να αποκτήσουν την ίδια αρρενωπή ψευτοταυτότητα τύπου Μπόγκαρτ, που αντέγραφε ο ένας από τον άλλο, ή τη ντιβέ ψευδαίσθηση που προσπαθούσαν να αντιγράψουν τα αγριοκόριτσα της εποχής από τη μανιώδη φουμαρίστρια Μελίνα. Τελικά η τελευταία υπέκυψε νωρίς από καρκίνο των πνευμόνων, ενώ ο Μπόγκαρτ δήλωσε αργότερα πως δεν του άρεσε το κάπνισμα αλλά το έκανε γιατί είχε τρομερή αμηχανία με τα χέρια του όταν έπαιζε και πως στην πραγματικότητα δεν «κατέβαζε» τον καπνό.

Από το 1931 που κατοχυρώθηκε το όνομα Sante από την εταιρεία Αφοί Κωνσταντίνου και για τα επόμενα 85 χρόνια, κράτησε συντροφιά σε πλήθος ελλήνων που «εμπνεύστηκαν» από το καλαίσθητο πλακέ κόκκινο πακέτο. Ήταν όμως πάντοτε πολύ βαρύ το χαρμάνι του και αυτό δεν μπορούσε να το μετριάσει η αναφορά της εταιρείας στην χαμηλή του περιεκτικότητα σε νικοτίνη. Το πακέτο αριστερά έγραφε «Δίπλωμα ευρεσιτεχνίας Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας αρ. 2373» και δεξιά «Πιστοποιητικόν Χημείου Εθνικού Πανεπιστημίου ότι περιέχει ελάσσονα νικοτίνην αρ.2373». Το αποτέλεσμα ήταν να μην έχει ποτέ σημαντικές πωλήσεις γιατί ήταν τόσο βαρύς ο καπνός του, ώστε μέσα σε ένα γεμάτο καφενείο που κάπνιζαν όλοι, μπορούσες να ανακαλύψεις ποιος κάπνιζε Sante από τη βαριά πνιγηρή μυρωδιά του. Αυτό βέβαια ενίσχυε και τον μύθο του. Αν κάποιος μπορούσε να καπνίζει Sante σήμαινε πως ήταν κι αυτός «βαρύς».

Είναι επίσης εντυπωσιακό πως από το 1930 γνώριζαν τις βλαβερές συνέπειες της πίσσας και της νικοτίνης και παρ’ όλα αυτά τη σχέση του καπνίσματος με τον καρκίνο άρχισαν να την αντιλαμβάνονται από το 1950 και μετά οπότε άρχισαν και οι επίσημες νοσοκομειακές μετρήσεις. Τα 65 λοιπόν χρόνια που μεσολάβησαν από το 1950 μέχρι σήμερα το κάπνισμα έχει σκοτώσει 910.000 έλληνες καπνιστές (65χ14.000 που πεθαίνουν κάθε χρόνο από το κάπνισμα =910.000 άτομα). Σίγουρα σε αυτό το εντυπωσιακό αλλά μακάβριο νούμερο έχει συμβάλει και το Sante.

Οπότε δεν μπορώ να αντιμετωπίσω με ρομαντισμό την απόσυρσή του, γνωρίζοντας πως σε μερικές δεκαετίες από σήμερα η συνήθεια του καπνίσματος θα υπάρχει σε κάποιες μουσειακές ή ιστορικές αναφορές και οι νέοι του τότε όταν θα διαβάζουν σχετικά άρθρα θα κάνουν απλώς «μπλιάχ», όπως κάνουμε κι εμείς όταν διαβάζουμε πως οι περισσότεροι θάνατοι στους πολέμους του παρελθόντος μέχρι και τον αμερικανικό εμφύλιο ακόμα, οφείλονταν στο ότι οι γιατροί έκαναν αφαίμαξη στους τραυματίες που αιμορραγούσαν, ή ότι δεν έπλεναν τα χέρια τους μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα γιατί δεν γνώριζαν την ύπαρξη των μικροβίων.

Θεωρώ λοιπόν πως όσο νωρίτερα προχωρήσουμε στην εξαφάνιση όλων των μύθων που έβλαψαν σοβαρά την υγεία των ανθρώπων τόσο το καλύτερο για το είδος και τον πολιτισμό. Δεν μπορώ λοιπόν να συμμεριστώ τις εκδόσεις «Ιανός» και τους δεκαπέντε συγγραφείς που συνυπέγραψαν αυτό το χαζορομαντικό βιβλίο το οποίο μπορεί να διαβάσει τυχαία κάποιος ρομαντικός έφηβος και να διαιωνίσει μια συνήθεια που κανονικά θα πρέπει να εκλείψει. Δυστυχώς στις καπνοβιομηχανίες εργάζονται εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο και αυτός είναι ο μοναδικός λόγος που δεν έχει απαγορευτεί ακόμα το κάπνισμα διεθνώς. Γιατί κατά τα άλλα, τα στατιστικά των ασφαλιστικών ταμείων δεν συμμερίζονται καθόλου την συνήθεια των θεριακλήδων.

Η θνησιμότητα που οφείλεται στο κάπνισμα στην Ελλάδα αγγίζει το 19,3% ήτοι:

14.000 θάνατοι ετησίως.

199.028 Νοσηλείες αποδόθηκαν αποκλειστικά στο κάπνισμα οι οποίες αντιπροσωπεύουν το 8,9% όλων των εισαγωγών, τη στιγμή που σε άλλες θεριακλούδες χώρες όπως η Αγγλία το ποσοστό εισαγωγών είναι 4,7%, στην Ουαλία 5,4, ενώ στην βόρεια Αυστραλία 3,9%.

1.192.497.000 Δημόσια Δαπάνη νοσηλείας αποκλειστικά λόγω καπνίσματος

523.883.000 Ιδιωτικός τομέας Δαπάνη νοσηλείας αποκλειστικά λόγω καπνίσματος

Συνολικά το κάπνισμα επιβαρύνει την ελληνική κοινωνία σε όρους νομισματικούς και απώλειας ανθρώπινης εργασίας κατά 3.269.300.000 δις ευρώ ετησίως αντιπροσωπεύοντας το 1,53% του ΑΕΠ.

Πηγή έρευνας Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας